Τα υπό εξέταση δημοσιεύματα ισχυρίζονται πως το φαινόμενο που παρατηρείται στο βίντεο είναι “θαύμα”, καθώς ο θάνατος του Γέροντα Πολυκάρπου έλαβε χώρα 24 ώρες πριν τη λήψη του βίντεο και το σώμα του δεν παρουσιάζει σημάδια νεκρικής ακαμψίας. Σε αυτή τη φάση, τα άκρα του νεκρού σκληραίνουν και είναι δύσκολο να μετακινηθούν. Στο εν λόγω βίντεο, δεν είναι δυνατόν να επιβεβαιωθεί εάν όντως ο γέροντας πέθανε πριν 24 ώρες, ενώ δεν παρατίθενται σημαντικές λεπτομέρειες, όπως ο χώρος και η θερμοκρασία φύλαξης της σωρού του, που όπως θα δούμε στη συνέχεια, επηρεάζει σημαντικά τα στάδια που ακολουθούν το θάνατο.
Η νεκρική (ή πτωματική) ακαμψία (rigor mortis), χαρακτηρίζεται ως το τρίτο στάδιο του θανάτου, κατά το οποίο, παρατηρούνται χημικές αλλαγές στους μύες του θανόντος, όπως η συγκέντρωση ασβεστίου. Σύμφωνα με τον ιατροδικαστή Ορφέα Κ. Περίδη, η νεκρική ακαμψία, σε γενικές γραμμές, ξεκινά μέσα σε περίπου τρεις έως τέσσερις ώρες μετά το θάνατο, κορυφώνεται στις 12 ώρες και εξαλείφεται μετά από 48 ώρες.
Αυτό συμβαίνει γιατί η συστολή και διαστολή των μυών ρυθμίζεται από ένα βιοχημικό μηχανισμό εντός των μυϊκών κυττάρων ο οποίος κινείται, εν μέρει, από τη παρουσία ιόντων ασβεστίου. Η συγκέντρωση του ασβεστίου είναι μεγαλύτερη στο χώρο που περιβάλει τα μυϊκά κύτταρα συγκριτικά με το εσωτερικό των κυττάρων, επομένως αυτά τα κύτταρα έχουν ειδικούς μηχανισμούς για να εισάγουν όσο ασβέστιο χρειάζονται τη κάθε δεδομένη στιγμή. Όταν υπάρχουν υψηλά επίπεδα ασβεστίου μέσα στα κύτταρα ο βιοχημικός μηχανισμός που προαναφέραμε οδηγεί στην μυϊκή συστολή, ενώ για να υπάρξει διαστολή πρέπει τα μυϊκά κύτταρα να εξάγουν ιόντα ασβεστίου, μια διαδικασία η οποία χρειάζεται ενέργεια. Αυτή η ενέργεια έρχεται από ειδικά μόρια που ονομάζονται ATP και τα οποία μετά το θάνατο δε μπορούν να παραχθούν γιατί χρειάζονται οξυγόνο. Επομένως χωρίς αυτά τα μόρια για ενέργεια τα μυϊκά κύτταρα δεν έχουν τη δυνατότητα να μεταφέρουν ιόντα ασβεστίου έξω από το κύτταρο, με αποτέλεσμα οι συγκεντρώσεις ασβεστίου εντός του κυττάρου να αυξάνονται και έτσι να παρατηρείται μυϊκή ακαμψία. [πηγή]
Η μέγιστη μυϊκή ακαμψία σε όλο το σώμα εμφανίζεται μετά από περίπου 12 ώρες, αν και αυτό ποικίλει ανάλογα την ηλικία του αποθανόντος, τη φυσική κατάσταση, το φύλο, τη θερμοκρασία του περιβάλλοντος και άλλους παράγοντες. Σε αυτό το σημείο, τα άκρα του νεκρού είναι δύσκολο να μετακινηθούν. Τα γόνατα και οι αγκώνες θα είναι ελαφρώς λυγισμένα και τα δάχτυλα των χεριών ή των ποδιών μπορεί να φαίνονται ασυνήθιστα στραβά.
Μετά τις 8-12 ώρες, οι μύες θα αρχίσουν να χαλαρώνουν λόγω των συνεχιζόμενων χημικών αλλαγών μέσα στα κύτταρα και της εσωτερικής αποσύνθεσης των ιστών. Αυτή η διαδικασία, γνωστή ως δευτερογενής χαλάρωση, εμφανίζεται σε διάστημα μίας έως τριών ημερών και επηρεάζεται από εξωτερικές συνθήκες όπως η θερμοκρασία.[πηγή 1][πηγή 2][πηγή 3][πηγή 4][πηγή 5]
H νεκρική ακαμψία μπορεί να υποχωρήσει εντελώς 24 έως 48 ώρες μετά τον θάνατο, με γνώμονα την απαρχή της αποσύνθεσης των ιστών, που μπορεί να επηρεαστεί από εξωγενείς παράγοντες, όπως η αιτία θανάτου, η θερμοκρασία η υγρασία και ούτω καθεξής.
Σύμφωνα με έρευνες, η νεκρική ακαμψία εμφανίζεται περίπου 2 ώρες μετά το θάνατο στους μύες του προσώπου, προχωρά στα άκρα τις επόμενες ώρες, και ολοκληρώνεται μεταξύ 6 και 8 ωρών μετά το θάνατο. Κατόπιν, παραμένει για άλλες 12 ώρες έως 24 ώρες μετά τον θάνατο και στη συνέχεια εξαφανίζεται. Στην τελευταία φάση της νεκρικής ακαμψίας, το σύμπλεγμα ακτίνης-μυοσίνης που έχει σχηματιστεί αρχίζει να αποσυντίθεται λόγω πρωτεόλυσης, με αποτέλεσμα την παρέλευση της ακαμψίας. Αυτή η διαδικασία ξεκινά σε όλα τα κύτταρα ταυτόχρονα.
Το εγχειρίδιο ιατροδικαστικής του καθηγητή Αντωνίου Κουτσινέλη (απεβίωσε το 2020), αναφέρει τα κάτωθι για τη νεκρική ακαμψία:
Εμφανίζεται συνήθως 4-5 ώρες μετά το θάνατο (καμιά φορά μέχρι και 7 ώρες) καταλαμβάνει δε όλους τους μυς του σώματος που σκληρύνονται και παίρνουν μία «ξυλώδη» υφή. Πρωτοεμφανίζεται στην κροταφο-γναθική άρθρωση, μετά από σύσπαση των μασητηρίων μυών και προοδευτικά επεκτείνεται στις αυχενικές και στις υπόλοιπες αρθρώσεις, μετά από σύσπαση-σκλήρυνση των μυών του κορμού και τελικώς των άκρων. Η ταχύτητα επέλευσης της πτωματικής ακαμψίας εξαρτάται από πολλές παραμέτρους και περισσότερο συγκεκριμένα από τη φυσική διάπλαση του ατόμου, την αιτία του θανάτου, τη θερμοκρασία του περιβάλλοντος, κλπ. Στις νεαρές π.χ. ηλικίες η ακαμψία επιταχύνεται, κάτι που συμβαίνει επίσης σε ορισμένες νοσηρές καταστάσεις ή σε υψηλές θερμοκρασίες του περιβάλλοντος, ενώ αντίθετα χαμηλές θερμοκρασίες την επιβραδύνουν. Ταχεία, αμέσως μετά το θάνατο, εγκατάσταση του φαινομένου είναι γνωστή ως «πτωματικός σπασμός». Αφορά ομάδα μυών, συμβαίνει δε σε άτομα που πέθαναν ενώ βρίσκονταν σε κατάσταση υπερβολικής κόπωσης (π.χ. αθλητές, μαχητές, κλπ). Είναι χαρακτηριστικό ότι ο σπασμός αποτελώντας, κατά κάποιον τρόπο, συνέχεια της «εν ζωή» μυϊκής σύσπασης, αποδίδει, τις περισσότερες φορές και την τελευταία «εν ζωή» στάση του ατόμου. Η πτωματική ακαμψία επιτείνεται και ολοκληρώνεται μέσα στο πρώτο 12ωρο από το θάνατο, διατηρείται δε «εν ακμή» για 6-8 ώρες ακόμα, προς το τέλος των οποίων αρχίζει προοδευτικά και βαθμιαία η λύση, με την ίδια σειρά που εμφανίστηκε, λύση που ολοκληρώνεται με την επέλευση της σήψης.
Συμπέρασμα
Εν κατακλείδι, η φαινομενική απουσία ακαμψίας στη σωρό του νεκρού μοναχού, δε συνιστά “θαύμα”. Η νεκρική ακαμψία φτάνει στο αποκορύφωμά της περίπου 12 ώρες μετά το θάνατο, κατόπιν υποχωρεί, και αναλόγως των συνθηκών, μπορεί να εξαφανιστεί πλήρως, ακόμη και 24 ώρες μετά την αποβίωση του ατόμου.