Μπορεί να υπάρξει ένα μάθημα ηθικής και αισθητικής αγωγής; Του Νικόλαου Λεβέντη. Η πραγματικότητα που βιώνουμε είναι από κάθε άποψη τραγική. Δεν αναφέρομαι στα οικονομικά και εργασιακά προβλήματα, αλλά στη βία που κατακλύζει την καθημερινότητα, τις ζωές, τα σπίτια μας.

To δυσλειτουργικό και βίαιο πλαίσιο της ζωής δεν προέκυψε ξαφνικά εντός ενός έτους ή λίγων μηνών, αλλά κτίζεται σταδιακά δεκαετίες τώρα, από τις οικογένειες (ελληνικές και μη), οι οποίες είναι η μήτρα του μερικού (ατόμου) και το όλου (κοινωνία). Εντός της οικογένειας ενθαρρύνεται ο ατομικισμός, η ευδαιμονιστή ζωή, η επίδειξη δύναμη στους άλλους, η διεκδίκηση με λάθος τρόπο, η καλλιέργεια της αρρωστημένης αυτοπεποίθησης, η βλαβερή «άνθηση» ενός ανθρώπου που νομίζει ότι είναι το κέντρο του κόσμου και όλα και όλοι του ανήκουν.

Η βία υπάρχει παντού εντός των οικογενειών μας, καθώς έχει πολλές μορφές. Με φράσεις όπως: «χτύπα τον και εσύ», «υπερασπίσου τον εαυτό σου με κάθε τρόπο», «μην αφήνεις να σε πατάνε» και άλλες παρόμοιες χτίζεται η «αυτοπεποίθηση» των νέων από τους γονείς. Ας μη πέφτουμε από τα σύννεφα λοιπόν. Ή, μήπως, εντός των οικογενειών δεν εντοπίζονται λόγοι που ενθαρρύνουν τις πατριαρχικές αντιλήψεις; Καλλιεργείται ο σεξισμός στους νέους άνδρες και ενθαρρύνονται οι βίαιες τάσεις, οι οποίες πλέον εντοπίζονται εντονότατα και στα δυο φύλα.

Και, βέβαια, ας μη παρασυρόμαστε από εξιδανικευμένες απόψεις περί ενός αγνού παρελθόντος. Οι επισκέψεις νέων ανδρών σε πορνεία για να γίνουν άντρες, η αντιμετώπιση του άντρα με πλούσιο ερωτικό παρελθόν ως μάγκα, ο χαρακτηρισμός της γυναίκας ως πόρνης αν το παρελθόν της ήταν περιπετειώδες, ο περιορισμός των γυναικών στο νοικοκυριό,  η υποτίμηση των γυναικών ως μαλθακών, η υποτίμηση όσων δεν υπηρέτησαν τη στρατιωτική τους θητεία ως μπούληδων, ομοφυλόφιλων ή/και ανθελλήνων, ο εμπαιγμός όσων ξεφεύγουν από τα κοινωνικά στερεότυπα (π.χ. λόγω ύψους ή ενός ιδιαίτερου εξωτερικού χαρακτηριστικού), η άσκηση βίας στον συνεσταλμένο συμμαθητή ή τον παχύ ή στον διοπτροφόρο, η θεώρηση της γυναίκας ή του άντρα και των παιδιών ως κτημάτων του/της συζύγου είναι μερικά μόνο ενδεικτικά παραδείγματα βίας που υπήρχε στο παρελθόν, στα χωριά και στις πόλεις, και ακόμα επιβιώνει.

Δεδομένου δε ότι στο παρελθόν δεν υπήρχαν τόσα μέσα μαζικής ενημέρωσης, τόση εύκολη και φθηνή πρόσβαση στην πληροφόρηση, τόσο έντονη αστικοποίηση δεν είναι εφικτό να εξαχθεί, εύκολα και άμεσα, κάποιο στατιστικό στοιχείο περί του αν τα πράγματα ήταν χειρότερα ή, καλύτερα, σε σχέση με το παρόν. Πάντως σίγουρα συνέβαιναν, αλλά λόγω των κλειστών κοινωνιών και στομάτων δεν μαθαίνονταν. Με φράσεις όπως: «παιδιά είναι», «άντρες είναι», «μη σε νοιάζει, θα τα βρουν μεταξύ τους», «πήγαινε γυρεύοντας», «όποιος ανακατεύεται  με τα πίτουρα τον τρώνε οι κότες» η κοινωνία του παρελθόντος έλυνε αυτοστιγμεί το όποιο ζήτημα. Στο παρόν, όμως, το οποίο ζούμε και μας ενδιαφέρει, διότι για αυτό φέρουμε ευθύνη μόνο, τα πράγματα είναι φρικτά και το κακό της βίας πρέπει να αντιμετωπιστεί. Δεν είναι μόνο σχολικό ζήτημα.

Το παραχάιδεμα των παιδιών, η έλλειψη ορίων στην παιδική ηλικία, η ατιμωρησία στο σχολικό περιβάλλον, οι φιλελεύθερες ηθικά παιδαγωγικές προσεγγίσεις, η ατιμωρησία των γονιών για παραμέληση της διαπαιδαγώγησής των παιδιών τους -η διαρκής δημιουργική και εξωσχολική απασχόληση των παιδιών δεν συνιστά διαπαιδαγώγηση-, η προβολή πορνικών προτύπων στα μέσα μαζικής ενημέρωσης (τα οποία απασχολούνται διαρκώς με την εκγύμναση και την ηδονική ευχαρίστηση του σώματος), η μη ελεγχόμενη πρόσβαση στο διαδίκτυο, η σύγχυση του ήθους με τον ηθικισμό, η εμμονική επιδίωξη της επαγγελματικής επιτυχίας και οικονομικής ευδαιμονίας, η αντιμετώπιση της γυναίκας και του άντρα ως αντικειμένων ιδιοκτησίας και σεξουαλικής χρήσης, η παντελής υποτίμηση του λόγου της Εκκλησίας περί μίας αμόλυντης ζωής, η παροχή επαινετικών σχολίων προς τον κακώς νοούμενο ανδρισμό της σωματικής δύναμης και επιβολής (σεξ και βία) εντός των ελληνικών οικογενειών (ιδίως από τον πατέρα), η υιοθέτηση ακραίων αντιλήψεων υπέρ μόνο των γυναικών ή υπέρ μόνο των αντρών, η θεώρηση των παιδιών ως απόλυτα ισάξιων με τους γονείς και τους δασκάλους, η άσκηση ψυχολογικής βίας εντός της οικογένειας, οι συναισθηματικοί εκβιασμοί στις διαπροσωπικές σχέσεις, η λεκτική βία στο στρατιωτικό, το σχολικό και το εργασιακό περιβάλλον, η επικράτηση της οχλοκρατίας και της ατεκμηρίωτης λασπολογίας στη πολιτική σκηνή, η ανούσια κατανάλωση του δημοσίου τηλεοπτικού χώρου και χρόνου με προπαγανδιστικές εκπομπές υπέρ μίας κουλτούρας δήθεν αφύπνισης και απελευθέρωσης  κ.π.ά. φανερώνουν ότι η χώρα μας διοικείται και κατοικείται, σε μεγάλο βαθμό, από φαύλους, ανόητους, χρεωκοπημένους, ακαλλιέργητους ανθρώπους.

Δεν θέλω δε να παραλείψω να αναφερθώ και στη βία του ψέματος. Το ψέμα κατοικοεδρεύει στις ζωές μας. Έχουμε, άραγε, αναρωτηθεί πόσοι άνθρωποι χρεώθηκαν πράξεις που ίσως ποτέ να μην έκαναν; Έχουμε, άραγε, αναρωτηθεί πόσοι άνθρωποι δρώντας με ιδιοτελείς σκοπούς είπαν ψέματα βλάπτοντας ηθικά, ψυχικά και σωματικά άλλους ανθρώπους; Έχουμε, άραγε, αναρωτηθεί πόσοι άνθρωποι δεν παραδέχονται το ψέμα τους, από εγωισμό και από φόβο να μην αποκαλυφθεί η ανύπαρκτη συνείδηση τους και η ηθική χρεοκοπία τους; Έχουμε, άραγε, αναρωτηθεί πόσο εύκολα στήνονται λαϊκά δικαστήρια στα μέσα μαζικής ενημέρωσης, στα σχολεία, στον χώρο της πολιτικής; Είναι τραγικό όταν η δημοκρατία δίνει τη θέση της στην οχλοκρατία, τη φαυλοκρατία, το τιμωρητικό μίσος, τη συκοφαντία, όταν οι πολλοί αποφασίζουν, χωρίς επαρκή και σαφή στοιχεία, την ενοχή ενός ανθρώπου και είναι έτοιμοι να τον λιθοβολήσουν.

Αλλά, δυστυχώς, ο φόβος του να μην δεχτούμε και εμείς κάποιου είδους επίθεση κυριαρχεί και καταπίνει τις αληθινές σκέψεις μας, κλείνουμε τα μάτια μας στο προφανές και ακολουθούμε τη μάζα.

Αν κανείς επιχειρήσει μία ανάλυση των θυτών θα παρατηρήσει ότι στερούνται ηθικής και αισθητικής καλλιέργειας. Διότι ένας καλλιεργημένος ηθικά και αισθητικά άνθρωπος δεν εκπίπτει στη βία. Σε παλαιότερα κείμενά μου, σε ποικίλα ηλεκτρονικά και έντυπα θεολογικά και εκκλησιαστικά μέσα, έχω σημειώσει ότι ο άνθρωπος εξανθρωπίζεται μέσα από τα γράμματα, τις τέχνες και τη πίστη. Σε αυτά τα τρία αλληλοπεριχωρούμενα -ιδανικά- πεδία κρύβονται τα στοιχεία εκείνα, που θα συνθέσουν τους πυλώνες μίας εθνικής πολιτικής που προωθεί την ηθική και αισθητική καλλιέργεια και αγωγή.

Ας γνωρίσουμε συνοπτικά τους όρους αυτούς. Το ήθος αφορά στην ποιότητα ενός ανθρώπου, η οποία συνιστά απόρροια των αρετών, των αρχών και των αξιών αυτού του ανθρώπου. Το συλλογικό ήθος διαμορφώνει την ηθική. Σε μία καντιανή προσέγγιση, ό,τι είναι καλύτερο για τον μεγαλύτερο αριθμό είναι καλό, αγαθό και ορθό. H ηθική ως κλάδος ασχολείται με τη διάκριση του καλού από το κακό. Αντίθετα, ο ηθικισμός αφορά στη συστηματοποίηση και επιβολή μίας σειράς άτεγκτων κανόνων ζωής, μίας σειράς πνιγηρών «πρέπει» και «απαγορεύεται», τα οποία λειτουργούν ρυθμιστικά προς τη ζωή. Είναι πανθομολογούμενα γνωστή η φράση του Αντισθένη: «αρχή σοφίας η των ονομάτων επίσκεψις». Γι’ αυτό, είναι καλό να ερευνούμε του όρους, και να μην συγχέουμε το ζωογόνου ήθος με τον αρρωστημένο ηθικισμό, στον οποίο κάθε νοήμων όν εναντιώνεται.

Και τώρα έφτασε η στιγμή να γίνει λόγος περί αισθητικής και καλλιέργειας. Στις μέρες μας, λείπει η καλλιέργεια της αισθητικής στα σχολεία και τις οικογένειές μας.  Το ζήτημα της αισθητικής δεν αφορά μόνο τους ασχολούμενους με τις καλές τέχνες. Η αισθητική είναι πρωτίστως ζήτημα πολιτικό. Η καλλιέργεια του ωραίου είναι ζήτημα πολιτικό και αισθητικό. Στη βία και στη κακογουστιά δεν υπάρχει ουδεμία ωραιότητα. H αισθητική ασχολείται με το ωραίο και τα κριτήρια αξιολόγησής του.

Η αισθητική και η ηθική δεν αποκτώνται μέσω μεταπτυχιακών, διδακτορικών ή μεταδιδακτορικών σπουδών, ούτε ανακαλύπτονται ξαφνικά, ενώ δεν υπάρχουν, μέσα από επιτροπές κοινοβουλευτικής διεύρυνσης. Επίσης, δεν ανήκουν σε καμία οικονομική και πολιτική ελίτ. Η αισθητική και η ηθική, ευτυχώς, δεν εξαρτώνται από πολυεθνικά συμφέροντα ούτε διασώζονται μέσω οικογενειοκρατικών δεσμών. Η αισθητική και η ηθική προσφέρουν στον άνθρωπο, δεν τον απομυζούν. Απαιτούν υπομονή και επιμονή. Αποκτώνται με κόπο πνευματικό, ψυχικό έως και σωματικό.

Η υγιής, ειρηνική οδική συμπεριφορά, η τήρηση των ωρών κοινής ησυχίας, η επιδίωξη της αρμονίας στην τέχνη, στην σκέψη, στην πίστη, στη ζωή μας γενικότερα, η προστασία των αδυνάτων, η ευγένεια, η καλλιέργεια αρετών όπως το φιλότιμο και η αλληλεγγύη, η θεώρηση των συνανθρώπων (ανεξαρτήτως φύλου) ως ισότιμων, ο σεβασμός του αλλότριου, η υγιής επικοινωνία των συναισθημάτων, η αναγνώριση του άξιου και του ωραίου ανθρώπου χωρίς εκδήλωση συμπτωμάτων ζηλοφθονίας, η διακονική προσέγγιση της χλωρίδας και της πανίδας, ο προσεγμένος λόγος αποτελούν ζητήματα πολιτικά, τα οποία σχετίζονται άμεσα με την ηθική και την αισθητική.

Ζούμε σε μια εποχή που τα παιδιά από νεαρότατη ηλικία ασχολούνται με τα γεννητικά όργανά τους. Νομίζουν ότι όλη η ζωή είναι στιγμές εκσπερμάτωσης. Πόσο ωραία έχει εκφράσει αυτή την αλήθεια ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Νέας Σμύρνης κ. Συμεών, όταν λέγει ότι: «η εποχή μας είναι -ας μην διστάσουμε να το πούμε- ροζ εποχή, της τσόντας και του σκληρού πορνό» και συνεχίζει: «Στον κόσμο δεν ήρθαμε να κάνουμε μόνο σεξ, στο κόσμο αυτό δεν καταξιώνεται ο άνθρωπος πραγματοποιώντας μόνο τα πιο σκοτεινά ένστικτά του (…) η γυναίκα δεν είναι όπως πολλές φορές εμφανίζεται, εργαλείο ηδονής στα χέρια μας. Η γυναίκα είναι εικόνα του Θεού και ισότιμη με τον άνδρα».

Ακόμα, και το σεξ είναι ζήτημα γούστου και εκλέπτυνσης των ηθικών αισθητηρίων.  Είναι ζήτημα αισθητικής  και ηθικής ανωτερότητας η επιλογή ενός ατόμου να σέβεται το σώμα του και το σώμα των άλλων, να μην αντιμετωπίζει το σώμα ως πορνείο, αλλά να το προσεγγίζει με σύνεση, επιδιώκοντας την κατά το δυνατόν διατήρηση της πνευματικής καθαρότητάς του.

Και φυσικά η αισθητική δεν εξαντλείται σε αυτό το παράδειγμα. Είναι ζήτημα γούστου η αντιαισθητική εικόνα νέων να καπνίζουν και να μεθοκοπούν, ή γυναικών να εκθέτουν την «πραμάτεια» τους με τα υποτυπώδη ρούχα που φορούν. Είναι ζήτημα γούστου και ο τρόπος ομιλίας. Πόσο αντιαισθητικό, αλλά και πόση βία, κρύβουν οι υποτιμητικές φράσεις που ακούς να εκφέρονται τόσο από τα στόματα αγοριών, όσο και κοριτσιών προς άτομα του ιδίου φύλου τους, στη μέση του δρόμου, στα μέσα μεταφοράς ή στους χώρους εκπαίδευσης.

Οι μεσήλικες γενιές απέτυχαν. Δίχως σαφείς και κοινούς αισθητικούς και ηθικούς κώδικες απέτυχαν στη διαπαιδαγώγηση των νέων γενεών, οι οποίες είναι παιδιά τους. Οι παιδαγωγικές θεωρίες απέτυχαν. Οι ψυχολογικές προσεγγίσεις χρεοκόπησαν. Η μεταμοντέρνα οπτική αποδεικνύεται στην πράξη άχρηστη.

Σημειώνει ο Γκασσέτ ότι «ο μέσος νους κατακλύζεται -έχει ήδη γεμίσει- από ιδέες που έχουν γίνει αστόχαστα και «αμάσητα» δεκτές» και καταλήγει ότι «ο μέσος νους κατακλύζεται από ψευδο-ιδέες» ήδη από το 1935 (2022, σελ. 57) (Βλ. σχετικά σε: Χοσέ Ορτέγκα υ Γκασσέτ (1935/ 2022), Η αποστολή του βιβλιοθηκάριου. Μτφρ. Δ. Παπαβασιλείου. Αθήνα: Μάγμα). Οι ποικίλες ψυχολογιστικές και παιδαγωγικές προσεγγίσεις που τόσο απλόχερα παρέχονται δεν πρέπει να καταπίνονται αμάσητα, αλλά πρέπει να ερευνώνται. Συνήθως, όμως, όταν μία άποψη εκφέρεται από κάποιο προβεβλημένο πρόσωπο, με το οποίο τυγχάνει να έχουμε κοινή κοσμοθεωρία, ή όταν εκφέρονται από κάποιον με  υψηλό ακαδημαϊκό τίτλο υιοθετούνται άνευ προβληματισμού. Η τελευταία περίπτωση σχετίζεται με αυτό που ο Postman ονομάζει επιστημονισμό (Βλ. Postman, N. (1992/ 1999). Tεχνοπώλιο: Η υποταγή του πολιτισμού στην τεχνολογία. Αθήνα: Καστανιώτη).  Ο Δεληκωσταντής στηριζόμενος στον Postman σημειώνει ότι «ένας μεγάλος κίνδυνος είναι ο επιστημονισμός, η πίστη ότι όλα τα προβλήματα της αγωγής επιδέχονται επιστημονικές λύσεις» (Βλ. Δεληκωσταντής, Κ. (2009). Η παιδεία ως πολιτισμός του προσώπου. Αθήνα: Έννοια, σελ. 201).

Αλλά, για να μην αναλωθούμε σε μια απλή κριτική της πραγματικότητας ας εξετάσουμε λίγο εγγύτερα τον εξανθρωπισμό του ανθρώπου μέσα από:

  1. τα γράμματα και τις τέχνες και
  2. τη πίστη.

Ο Walter (1935/2001) αναφέρει μία πολύ ενδιαφέρουσα ιστορία, η οποία αναδεικνύει τη μεταμορφωτική δύναμη της τέχνης. Ειδικότερα, αναφέρεται στην εφαρμογή ενός προγράμματος μουσικής σε φυλακές στο Σαν Φρανσίσκο. Μέσω αυτής της δράσης η συμπεριφορά των εγκληματιών άλλαξε προς το καλύτερο και, μάλιστα, με βάση τα στοιχεία όταν πια οι φυλακισμένοι αποφυλακίστηκαν δεν ξαναγύρισαν στη πρότερη κατάσταση τους. Ο εγκληματίας -και τα παιδιά που πράττουν όσα ακούμε καθημερινά στα δελτία ειδήσεων είναι εγκληματίες- μπορεί να αλλάξει αν λάβει σωστή αισθητική αγωγή. Οι κατάδικοι του πειραματικού εκπαιδευτικού προγράμματος δημιουργήσαν μία ανδρική πολυφωνική χορωδία και μέσα από τη επαφή τους μεταξύ τους και με την τέχνη βίωσαν μία ηθική ανάταση, εκλέπτυναν τα αισθητικά τους κριτήρια, γνώρισαν την ομορφιά της αλληλεγγύης και της συλλογικότητας (Βλ. σχετικά σε: Walter, B. (1935/2001). Περί της ηθικής δύναμης της μουσικής. Μτφρ. Χ. Καρβούνης. Αθήνα: Ροές, σελ. 47-52). Είμαι σίγουρος ότι οι φυλακισμένοι της ανωτέρω ιστορίας δεν άκουγαν ούτε τραγουδούσαν τραπ ή άλλα φαιδρά καψουροτράγουδα. Μια τέτοια μουσική παιδεία καταστρέφει, δεν ανυψώνει τον άνθρωπο.

Φυσικά, και οι καλλιτέχνες και όλοι οι πολίτες χρειάζονται να βιώσουν αυτή την ηθική ανύψωση μέσω της τέχνης. Αλλά, ιδίως, όσοι παράγουν τέχνη οφείλουν να απασχοληθούν εντονότερα με ερωτήματα περί του γιατί  και για ποιον παράγουν τέχνη. Η αριστοτελική άποψη ότι κάθε πράξη μας, κάθε λόγος μας είναι άσκηση πολιτικής είναι απολύτως ορθή. Η καλλιτεχνική δημιουργία δεν είναι ουδέτερη, αφού επηρεάζει ανθρώπους. Οπότε χρειάζεται οι καλλιτέχνες και οι δημιουργοί να απασχολούνται σχετικά με τα δυνητικά αποτελέσματα της τέχνης ή, ευρύτερα, της δημιουργίας τους στον άνθρωπο (Πρβλ. Κοπλαντ, A. (1952/ 1980). Mουσική και Φαντασία. Μτφρ. Μ. Γρηγορίου. Αθήνα: Νεφέλη, σελ. 123-126).

Η εκτενής αναφορά στη μουσική είναι ενδεικτικό παράδειγμα της σημασίας της τέχνης και των γραμμάτων στην αγωγή κατά της βίας, ειδάλλως θα χρειαζόταν μία σειρά υπεραναλυτικών άρθρων για τον τρόπο που κάθε τέχνη και τα γράμματα μπορούν να συνεισφέρουν θετικά στον αγώνα κατά της βίας στην κοινωνία. Όσα λέγονται για την τέχνη επαγωγικά (από το ειδικό στο γενικό) μπορούν να θεωρηθούν ως μία βάση προσέγγισης των γραμμάτων και των τεχνών.

Ο Walter (1935) υποστηρίζει ότι η μουσική μπορεί να κατευθύνει τον άνθρωπο προς το αγαθό και το ωραίο. Συνηθίζεται στη μουσική τέχνη, η μουσική διαφωνία (δηλαδή μία στιγμή που ο ήχος ακούγεται άσχημα, περίεργα, ανολοκλήρωτα, δυσαρμονικά) να λύνεται (κατά την επικρατούσα μουσική ορολογία), δηλαδή να οδηγείται σε μία συμφωνία (δηλαδή να οδηγείται σε ένα άκουσμα αρμονικό, ήρεμο, γαλήνιο, συμφιλιωτικό). Έτσι, και ο άνθρωπος μέσα από την ενασχόλησή του με την τέχνη γενικά μπορεί να φέρει την αρμονία στη ζωή του.

Η μουσική του Beethoven, του Μozart, του Haydn, του Schubert και των ομοιών τους ξυπνά εντός μας ευγενικά συναισθήματα. Η καλή μουσική, όπως και η καλή ποιοτική τέχνη, και τα καλά γράμματα (λ.χ. Παπαδιαμάντης, Βιζυηνός, Ντοστογιέφσκι) μας προσφέρουν μία άλλη θέαση της πραγματικότητας.

Ο Στραβίνσκυ κρίνοντας από μουσική σκοπιά την εποχή του σημειώνει πως «οι καιροί αυτοί έδωσαν τη θέση τους σε μία νέα εποχή που προσπαθεί να ισοπεδώσει τα πάντα στο χώρο της ύλης, ενώ ταυτόχρονα τείνει να καταστρέψει κάθε παγκοσμιότητα στο χώρο του πνεύματος υπακούοντας σε έναν αναρχικό ατομικισμό» (Βλ. σχετικά σε: Στραβίνσκυ, Ι. (1942/ 1980). Μουσική ποιητική. Μτφρ. Μ. Γρηγορίου. Αθηνα: Νεφέλη, σελ. 85). Σε κοινό πλαίσιο σκέψης, αλλά από παιδαγωγικο-φιλοσοφική σκοπιά με μεταφυσικές αναφορές, ο Postman (1992/1999) κάνει λόγο για καταστροφή των συμβόλων και υποτίμηση του οτιδήποτε μέχρι πρότινος είχε κάποια εγνωσμένη αξία.

Πάλι ο Στραβίνσκυ (1942/1980), αναφερόμενος σε ζητήματα αισθητικής στη μουσική τέχνη σημειώνει ότι «η καλαίσθητη παρουσία απαιτεί μία αρμονία (…) απαιτεί, μ’ άλλα λόγια, μία καλλιέργεια όχι μόνο του αφτιού αλλά και του νου» και συνεχίζει λέγοντας πως «μία τέτοια καλλιέργεια  δεν μπορεί να αποκτηθεί στις σχολές μουσικής και στα ωδεία γιατί δεν έχουν σαν αντικείμενο τους τη διδασκαλία καλών τρόπων» (σελ. 139). Το συμπέρασμα που μπορούμε να εξάγουμε από εδώ είναι ότι η καλλιέργεια της αισθητικής δεν μπορεί να περιορισθεί στον σχολικό χώρο, εκτός και αν ως σχολικό χώρο εννοήσουμε όλη την κοινωνία.

Η εκλέπτυνση της καλλιέργειας «προϋποθέτει και μία τελειοποίηση του γούστου» (Στραβίνσκυ, 1942/ 1980, σελ. 54) και η πολυπόθητη ομοιομορφία, η οποία συνδέεται με την ενότητα, απαιτεί μακρόχρονη έρευνα και πολύ κόπο (Ό.π., σελ. 45). Αναφερόμενος δε ο Στραβίνσκυ στο ζήτημα της συνθετικής ελευθερίας υποστήριζε ότι «όσο περισσότερους περιορισμούς θέτει κανείς, τόσο πιο πολύ απελευθερώνει τον εαυτό του από τα δεσμά που φυλακίζουν το πνεύμα» (σελ. 77-78). Τα λόγια αυτά έφεραν αμέσως στο νου, τις όμορφες σκέψεις του Δεληκωνσταντή, σύμφωνα με τις οποίες ο αληθινά ελεύθερος άνθρωπος πράττει αυτό που πρέπει και είναι ορθό, ακόμα και αν δεν το θέλει, δηλαδή υποτάσσεται οικειοθελώς στο σωστό, χωρίς να δρα ατομικιστικά, εγωκεντρικά και ευδαιμονιστικά (Πρβλ. Δεληκωσταντής, Κ. (1997). Το ήθος της ελευθερίας: Φιλοσοφικές απορίες και θεολογικές αποκρίσεις. Αθήνα: Δόμος & Δεληκωνσταντής, Κ. (2011). Η γοητεία του ασκητισμού. Αθήνα: Έννοια). Και συνειρμικά, αυτές οι σκέψεις θυμίζουν την κατηγορική προσταγή του Καντ, σύμφωνα με την οποία ο άνθρωπος αυτοπεριοριζόμενος πρέπει να συμμορφώνεται σε έναν δυνητικά καθαρό ηθικό καθολικό νόμο.

Ενώνοντας αυτές τις ιδέες, έχουμε τη βάση ενός επιχειρήματος, με βάση το οποίο ο άνθρωπος γενικά και τα παιδιά ειδικά πρέπει να κινούνται εντός ορισμένων καθολικά ηθικών και αισθητικών ορίων, τα οποία θα τα ελευθερώσουν από την εγωκεντρικότητά τους, θα τα ελευθερώσουν από τα πάθη τους και θα ανυψώσουν τα αισθητήριά τους. Αυτός ο περιορισμός είναι από αγάπη. Δεν επιδιώκει την καταδυνάστευση του ανθρώπου. «Το να παχαίνεις δεν ισοδυναμεί με δυνάμωμα» σημειώνει ο Στραβίνσκυ (1942/ 1980, σελ. 141), ώστε να υποστηρίξει ότι όλα στη μουσική -αλλά και στη ζωή- είναι ζήτημα σωστής αναλογίας. Χρειάζεται ένας ισορροπημένος τρόπος ζωής μεταξύ ελευθερίας που δεν φτάνει στην ασυδοσία, και ενός αυτοπεριορισμού που δεν φτάνει στη καταπίεση.

Οι πολυδιαφημιζόμενες προοδευτικές παιδαγωγικές μέθοδοι αποδείχτηκαν άκαρπες. «Η ανανέωση αποδίδει καρπούς μόνο όταν βαδίζει χέρι με χέρι με την παράδοση» (Στραβίνσκυ, 1942/1980, σελ. 129). Στην Ελλάδα, η παράδοση είναι ο Χριστιανισμός -δεν υπάρχει λόγος να τον περιορίσουμε στην Ορθοδοξία- οπότε και η όποια ανανέωση χρειάζεται να συμπλέει μαζί του, όχι να τον αντιμάχεται. Η ελληνική κοινωνία πάσχει σε επίπεδο αισθητικής και ηθικής. Η αποξένωση των ανθρώπων από τον Θεό και η έλλειψη υγιών προτύπων δεν συμβάλλουν στην αποτροπή της διαρκούς ολίσθησης στο μηδέν.

Νομίζω, αν τασσόμαστε υπέρ της ειλικρίνειας, οφείλουμε να ομολογήσουμε ότι ένας πνευματικά τίμιος Χριστιανός είναι και ηθικός άνθρωπος. Οι άγιοι και οι αγίες της Εκκλησίας είναι πνευματικά τίμιοι, διότι πνευματική τιμιότητα και κοσμική λογική δεν συμβιβάζονται. Οι άγιοι και αγίες της Εκκλησία δεν είναι υπερήρωες ταινίας επιστημονικής φαντασίας, αλλά άνθρωποι που προ ολίγων ετών ή αιώνων ζούσαν αναμεσά μας. Αυτοί οι άνθρωποι προσήλωσαν το φυσικό και το νοητό βλέμμα τους στον Χριστό και έζησαν τη ζωή που τους επετράπη να ζήσουν με ηθική ακεραιότητα, ειλικρίνεια και καθαρότητα καρδίας και σώματος. Αυτά τα στοιχεία συνθέτουν την πνευματική τιμιότητα που στην εποχή της πνευματικής και σωματικής πορνείας, εντός της οποίας ζούμε, λείπουν.

Εντοπίζεται, δυστυχώς, έντονο το πρόβλημα της χριστιανοφοβίας στην πολιτική και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Τόσο οι πολιτικοί όσο και οι δημοσιογράφοι της χώρας μας, που δηλώνουν πιστοί στη χριστιανική διδασκαλία, κρίνεται γόνιμο να μην ντρέπονται για το Θεό τους, και να μην διστάζουν να ταχθούν υπέρ μίας κατηχητικής και χριστιανικής αγωγής.

Ο Κύριος μας λέγει ότι είναι πράος και ταπεινός στη καρδιά (Ματθ. 11, 29) και ο ευαγγελιστής και απόστολος Ιωάννης σημειώνει ότι ο Θεός είναι αγάπη (Α΄ Ιωάν. 4, 16) (Βλ. σε Η Καινή Διαθήκη (σε μετάφραση στη δημοτική) (2003). Αθήνα: Ελληνική βιβλική Εταιρία). Αυτά τα στοιχεία χρειάζεται να διδαχθούν οι άνθρωποι σήμερα: πραότητα, ταπεινοφροσύνη και αγάπη. Είναι αλληλένδετα. Και αδιαμφισβήτητα όποιος τα κατέχει είναι ένας ηθικός άνθρωπος με υψηλά πνευματικά αισθητήρια.

Δυστυχώς, η νύχτα των εσχάτων διαρκώς πλησιάζει όλο και πιο πολύ. Οι άνθρωποι σήμερα δεν αναστοχάζονται τον βίο τους. Ο άνθρωπος δείχνει τον πραγματικό εαυτό του μέσα από τις πράξεις του και η βίαιη, ανήθικη και κακόγουστη πραγματικότητα δείχνει τι άνθρωποι είμαστε. Σε αυτή την κενή νοήματος εποχή, χρειάζεται να αναστοχαστούμε τους εαυτούς μας και τη σχέση μας με τους άλλους, χρειάζεται να έρθουμε σε επαφή με την πίστη, τις τέχνες και τα γράμματα για να ομορφύνουμε τους εαυτούς μας και τον κόσμο. Χρειάζεται να στοχαστούμε περί της ύπαρξης ενός μαθήματος ηθικής και αισθητικής αγωγής στα σχολεία της χώρας, αλλά και περί της καλλιέργειας του λαού συνολικά σε θέματα πνευματικότητας και γούστου. Ας επιβραδύνουμε την πορεία προς την παρακμή.

Νικόλαος Λεβέντης,
θεολόγος και μουσιπαιδαγωγός

Εκκλησία Online
Γράψε το σχόλιό σου

Αφήστε μια απάντηση

Comment moderation is enabled. Your comment may take some time to appear.