Ένας νεαρός Μοναχός πήγε να ζήσει στο καλυβάκι ενός Γέροντα όπου θα έκανε "υποταγή".
Προσπαθώντας να μάθει από τον Γέροντα, ο οποίος ήταν πάρα πολύ σοφός και πολύ ταπεινός, πέρασε αρκετό καιρό δίπλα του
Κάποια μέρα ο Γέροντας εξαφανίστηκε. Άδικα τον έψαχνε ο μαθητής και άδικα τον περίμενε να εμφανιστεί.
Ο Γέροντας είχε χαθεί ανεξήγητα από την μια στιγμή στην άλλη, δίχως να πάρει τίποτα μαζί του, δίχως να αφήσει πίσω του κανένα απολύτως ίχνος. Ο μαθητής ανησυχούσε μήπως είχε πάθει κάτι, π.χ. μήπως είχε πέσει από κάποιο γκρεμό ή είχε πνιγεί στη θάλασσα. Πολλοί Μοναχοί τον έψαξαν αλλά δεν τον βρήκαν ούτε ζωντανό, ούτε νεκρό.
Ο μαθητής έμενε μόνος στο καλυβάκι όλον αυτόν τον καιρό. Πέρασαν δύο χρόνια, και μια μέρα ο Γέροντας εμφανίστηκε και πάλι στον μαθητή του, στην αυλή του μικρού του σπιτιού. “Γέροντα ζεις;….” τον ρώτησε έκπληκτος ο μαθητής του. Ο Γέροντας απάντησε τα εξής: “Δύο χρόνια τώρα ζούμε στο ίδιο κελί μαζί, και εσύ νομίζεις πως είσαι μόνος σου”!
Προσθήκη σχολίου