Καταρχήν να σας πω ότι είμαι μία γυναίκα 60 ετών και καταλαβαίνετε τι βιώματα έχω περάσει μέχρι τώρα στην ζωή μου.

Από μικρό παιδί 4-5 ετών η μητέρα μου, μού μιλούσε για την ζωή του Χριστού. Εγώ μέσα μου τότε σκεφτόμουν, αχ να μπορούσα να ήμουν και εγώ εκεί τότε που ζούσε ο Χριστός!
Αργότερα όταν μεγάλωσα τα ξέχασα όλα και το Χριστό Τον είχα βάλει κάπου στην γωνιά του μυαλού μου, βλέπετε είχα αλλά πιο «σοβαρά» να σκεφτώ.

Πέρασαν τα χρόνια και εγώ συνέχιζα την ζωή μου έξω από την Εκκλησία και από τον λόγο του Θεού. Μέχρι που έφτασε πέρσι το Πάσχα και εντελώς «τυχαία» μού έγινε πρόταση να πάω στα Ιεροσόλυμα. Χαρά μεγάλη! Επιτέλους θα πήγαινα και εγώ στους Αγίους Τόπους.

Ήθελα και να κοινωνήσω εκεί σαν όλους τους καλούς Χριστιανούς. Φυσικά ήξερα πως πρέπει να εξομολογηθώ πριν την Θεία Κοινωνία. Σιγά όμως που θα πήγαινα σε κάποιον παπά για να πω τις αμαρτίες μου. Είχα μεγάλο φόβο. Κι αν αυτός μετά τις έλεγε; Να γίνω ρεζίλι; Σιγά έλεγα θα κάτσω κάτω από ένα εικόνισμα και θα τα πω στον ίδιο τον Θεό, εξάλλου αυτός τα ξέρει όλα, και έτσι έκανα. Δεν θυμάμαι αν τα είπα και όλα, για να είμαι ειλικρινής.

Εντάξει, είμαστε έτοιμοι, πάμε λέω, και πήγαμε. Το Μ. Σάββατο που γίνεται η αφή του Αγίου φωτός καθόμουν μαζί με τον υπόλοιπο κόσμο υπομονετικά και περίμενα να πάρουμε το φως της Αναστάσεως.

Μέσα μου αντί να προσεύχομαι κοίταζα γύρω μου και έλεγα: Αχ! Τι ωραία να άναβε η δική μου λαμπάδα και να ζηλεύουν όλοι οι άλλοι και εγώ να καμαρώνω. Αλλά σιγά που θα άναβε η δική μου λαμπάδα. Στεναχωρέθηκα λιγάκι και το προσπέρασα. Το απόγευμα μάς επέτρεψαν να μπούμε στον Πανάγιο Τάφο.

Σαν όλους τους άλλους μπήκα αφού προηγουμένως είχα μαλώσει με αυτούς που περίμεναν να μπουν και αυτοί με την σειρά τους. Δεν αισθάνθηκα τίποτα. Έκανα τον σταυρό μου, προσκύνησα και αυτό ήταν όλο. Στην συνέχεια πήγα να λειτουργηθώ και να κοινωνήσω στον Ναό της Αναστάσεως μπροστά από τον Π.Τ. Ε, και που κοινώνησα, τι με αυτό; Έκανα αυτό που έπρεπε να κάνω. Γύρισα πίσω στο σπίτι μου ευχαριστημένη που πήγα στα Ιεροσόλυμα και τίποτα άλλο.

Εντελώς «τυχαία» (ύστερα από 2 μήνες από το προσκύνημα μου στην Αγία Γη), μαθαίνω πως υπάρχει ένας πνευματικός, με τον οποίο θα μπορούσα να μιλήσω. Όσοι είχαν πάει Εξομολόγηση μου είπαν ότι αν εξομολογηθείς σε Πνευματικό θα φύγεις άλλος άνθρωπος.

Τότε κάτι άλλαξε μέσα μου, ένα δυνατό έντονο φως χύθηκε και φώτισε όλες μου τις σκοτεινές γωνίες που φύλαγα επτασφράγιστα τα παραπτώματά μου. Για δύο συνεχόμενες εβδομάδες έγραφα ένα-ένα τα ανομήματά μου και κάθε μέρα συμπλήρωνα και κάτι άλλο που μου είχε ξεφύγει. Στο τέλος όταν τα διάβασα όλα όσα είχα κάνει, σιχάθηκα τον εαυτό μου. Ξεκίνησα λοιπόν με τρεμάμενα πόδια και είπα, «Λοιπόν πάω και ότι γίνει, ας γίνει». Αν ο Ιερέας με βρίσει, καλά θα μου κάνει, τέτοια που είμαι.

Και τώρα αρχίζει η ΜΕΓΑΛΗ αλλαγή στην ζωή μου. Εξομολογούμαι με δάκρυα στα μάτια που πηγάζουν βαθιά από μέσα μου δίχως να το επιδιώκω. Απορούσα με τον ίδιο μου τον εαυτό για αυτή μου την αντίδραση. Αφού τελείωσα και έφυγα μέχρι να φτάσω στο σπίτι μου νόμιζα πως δεν πατούσα στην γη. Πετούσα τουλάχιστον 10 πόντους πάνω από την γη. Το σώμα ήταν ανάλαφρο, αέρινο και η ψυχή μου άδεια από στεναχώριες (που σας πληροφορώ είχα παρά πολλές) κενή, ήμουν ΑΛΛΟΣ άνθρωπος.

Απορούσα κ έλεγα: «καλά, έτσι νιώθει ο άνθρωπος μετά την εξομολόγηση; Δεν είναι δυνατόν! Και αν ναι, γιατί έχασα τόσα χρόνια από την ζωή μου δίχως να το έχω κάνει νωρίτερα;» Αυτόματα μου ήρθε η επιθυμία να πιάσω στα χέρια μου κανένα βιβλίο του Αγίου Παϊσίου μπας και ξεστραβωθώ. Το διάβασα όλο, η ζωή μου άρχισε να αλλάζει, να γίνομαι άλλος άνθρωπος, να φεύγει σιγά σιγά αυτό το εκνευριστικό μόνιμο άγχος που είχα και η κατάθλιψη. Έγινα πιο χαμογελαστή και άρχισα να λέω τα «καλά» των ανθρώπων και όχι τις «ιδιοτροπίες» τους. Συγχώρεσα όλους όσους με έβλαψαν και ζήτω και εγώ ταπεινά συγγνώμη από όσους έχω αδικήσει ή βλάψει.

Και ως εκ θαύματος μού ξαναγίνεται η πρόταση να ξαναπάω στην Ιερουσαλήμ. Ήταν Ιανουάριος, 7 μήνες από την πρώτη μου εξομολόγηση. Έφτασα στον Πανάγιο Τάφο για δεύτερη φορά. Όση ώρα περίμενα για να μπω μέσα, το μυαλό μου είχε κολλήσει και δεν μπορούσα να σκεφτώ τίποτα. Καμμία προσευχή, το μόνο που έλεγα συνέχεια μέσα μου λες και είχε κολλήσει η βελόνα ήταν: «Κύριε Ιησού Χριστέ συγχώρεσέ με και ελέησέ με «.

Επιτέλους, φτάνω στην πόρτα, ρίγος σε όλο μου το κορμί, τρέμω από συγκίνηση, νιώθω το έδαφος να φεύγει κάτω από τα πόδια μου. Κοιτάζω την ταφόπλακα Του Χριστού μας, νομίζω ότι Τον βλέπω εκεί, απλώνω τα χέρια μου για να πιάσω τα πόδια Του -τα καταματωμένα-, να Του τα χαϊδέψω, τα δάκρυά μου τρέχουν βροχή, η Ιερή πέτρα έχει μουσκέψει. Χριστέ μου, λέω, είναι το ελάχιστο που μπορώ να κάνω για σένα που έδωσες το αίμα σου και την ζωή σου για να σωθούμε εμείς οι ανάξιοι από της αμαρτίες μας. Χριστέ μου, Θεέ μου, σε ευχαριστώ που με αξίωσες την τρισάθλια ψυχή μου να μπορεί να ασπάζεται τον Άγιο σου Τάφο. Ελέησε όλο τον κόσμο και συγχώρεσέ τον. Το μόνο που σου ζήτω εγώ, δεν είναι υγεία, αλλά φώτισε την σκέψη μου, βοήθησε με να κάνω το θέλημά σου.

Ύστερα, ανηφορήσαμε για τον Γολγοθά. Κόσμος πολύς από κάθε γωνιά του κόσμου. Άλλοι προσευχόντουσαν νοερά με κατάνυξη και άλλοι απλοί τουρίστες που ήρθαν να δουν τα αξιοθέατα.

Αυτοί μιλούσαν δυνατά, κάποιοι άλλοι γελούσαν δίχως να σέβονται καθόλου τον τόπο που βρίσκονταν. Έκλεισα τα μάτια, αισθάνθηκα πως εκείνη την στιγμή ζούσα την σταύρωση του Κυρίου μας ξανά. Έβλεπα τον Χριστό μας στον σταυρό και τους Ιουδαίους να τον κοροϊδεύουν και να τον χλευάζουν.

Δάκρυα πλημμύρισαν τα μάτια μου, δεν προλάβαινα να τα σκουπίσω και έσταζαν στο πάτωμα. Εγώ ξαναζούσα την σταύρωση και οι άλλοι με κοιτούσαν, κάτι έλεγαν μεταξύ τους, και συνέχιζαν να γελούν!

Δεν τους έδωσα σημασία, κοίταζα τον Εσταυρωμένο και Τον παρακαλούσα να τους συγχωρέσει και να τους φωτίσει.»Ου γαρ οίδασι τι ποιούσι «

Τα μεσάνυχτα κάνουν ολονυχτία οι ιερείς του Π.Τ. μαζί με τον Δεσπότη. Κάθισα να παρακολουθήσω τη Θεία Λειτουργία, με μεγάλη ευλάβεια και κατάνυξη.

Όταν ο Δεσπότης είπε: «Τα σα εκ των σων», έγινε σεισμός μέσα μου, έπεσα στα γόνατα και παρακαλούσα τον Κύριο για την σωτηρία του κόσμου.

Βλέποντας το Άγιο Δισκοπότηρο επάνω στην ταφόπλακα, τρελάθηκα. «Θεέ μου, σε ευχαριστώ που με αξιώνεις να μπορώ να κοινωνήσω το Σώμα και το Αίμα σου! Εγώ η ανάξια δούλη σου, βιώνω τέτοιες στιγμές;» Όσο κι αν προσπάθησα, πιστεύω πως μόνο ένα 10% κατάφερα να αποτυπώσω από τα συναισθήματά μου επάνω σε αυτό το χαρτί.

Αδελφοί μου, συνοψίζοντας, θέλω να σας πω, πως κάνω σύγκριση της προ εξομολογήσεως ψυχής μου και ζωής μου, με την τώρα ζωή μου και βλέπω το πόσο πολύ έχω αλλάξει στις συνήθειές μου ακόμα και στις σκέψεις μου.

Η ψυχή μου έχει αποκτήσει γαλήνη, νόημα και ενδιαφέρον για το υπόλοιπο της ζωής μου. Εύχομαι, ο Κυρίως ημών Ιησούς Χριστός, να είναι πάντα δίπλα μας και ΠΑΝΤΑ να εξομολογούμαστε.

Με πολλή αγάπη,η αδελφή σας Φωτεινή

Εκκλησία Online
Γράψε το σχόλιό σου

Αφήστε μια απάντηση

Comment moderation is enabled. Your comment may take some time to appear.