Άγιος Αθανάσιος: Ήταν στην Αλεξάνδρεια μια παρθένα που τη γνώρισα, όταν ήταν πια εβδομήντα χρονών· και μαρτυρούσε γι’ αυτήν όλος ο κλήρος, ότι όταν είκοσι χρονών, ήταν πάρα πολύ όμορφη, ώστε απέφευγε τις συναναστροφές, εξαιτίας της υπερβολικής ομορφιάς της, για να μη δώσει αφορμή υποψίας.
Επιμέλεια: Στέλιος Κούκος
Όταν λοιπόν κάποτε ο Αρειανοί μελετούσαν κακά για το μακάριο Αθανάσιο, τον επίσκοπο Αλεξανδρείας, μέσω του Ευσεβίου του πραιπόσιτου του βασιλιά Κωνστάντιου, και τον συκοφαντούσαν με αστήριχτες κατηγορίες, αυτός, προσπαθώντας να αποφύγει να κριθεί από ένα διεφθαρμένο δικαστήριο δεν εμπιστεύτηκε σε κανένα φίλο ή συγγενή ή κληρικό ή κάποιον άλλον’ αλλά όταν εισέβαλαν ξαφνικά οι στρατιώτες του επάρχου στην επισκοπή και τον γύρευαν, αυτός πήρε το στιχάριο και το μανδύα του μέσα στη νύχτα, και κατέφυγε σ’ αυτή την παρθένα.
Αυτή εξεπλάγη για το γεγονός και ταράχτηκε.
Τότε της λέει: «Επειδή με καταζητούν οι Αρειανοί και με συκοφαντούν άδικα, και για να μη καρπωθώ άδικη δόξα και κάνω να αμαρτήσουν αυτοί που θέλουν να με τιμωρήσουν, αποφάσισα να φύγω. Και μου αποκάλυψε ο Θεός απόψε· «Σε κανένα δεν μπορείς να σωθείς παρά μόνο σ’ εκείνη».
Τότε εκείνη με πολλή χαρά έδιωξε κάθε σκέψη και αφιερώθηκε ολοκληρωτικά στον Κύριο· και έκρυψε εκείνον τον αγιότατο έξι χρόνια, μέχρις ότου πέθανε ο Κωνστάντιος, πλένοντάς του η ίδια τα πόδια, φροντίζοντάς του την καθαριότητα, εξοικονομώντας του όλα τα αναγκαία, δανειζόμενη και βιβλία για να του φέρνει· και κανένας σ’ όλη την Αλεξάνδρεια δεν έμαθε εκείνα τα έξι χρόνια που βρίσκεται ο μακάριος Αθανάσιος.
Όταν λοιπόν ανακοινώθηκε ο θάνατος του Κωνστάντιου και το έμαθε, ντύθηκε καλά και τη νύχτα βρέθηκε πάλι στην εκκλησία, προς έκπληξη όλων, που τον είδαν σα ζωντανό νεκρό.
Και δικαιολογιόταν στους γνήσιους φίλους του λέγοντας:
«Δεν κατέφυγα σε σας για να μην αναγκαστείτε να ορκιστείτε ψέμματα, και για το ενδεχόμενο της έρευνας. Αλλά κατέφυγα σ’ εκείνη που δεν μπορούσε να δώσει υποψία, επειδή ήταν νέα και ωραία· και έτσι πέτυχα δύο πράγματα, και τη σωτηρία εκείνης, γιατί την ωφέλησα, και την προστασία της υπόληψής μου».
Από το βιβλίο, Παλλαδίου, «Λαυσαϊκή ιστορία», έκδοση Ιεράς Μονής Σταυρονικήτα, Άγιον Όρος 1980. Μετάφραση, Μοναχός Συμεών Σταυρονικητιανός.