Η Αθήνα χάνει από αυτό, και δη εκείνα τα μουσεία των οποίων ο θεσμικός ρόλος είναι να αποτελούν θεματοφύλακες της πολιτιστικής μας κληρονομιάς.
Σιγά σιγά εμφανίζονται η μία πίσω από την άλλη. Και καθόλου δεν πειράζει αν αυτή η μετακίνηση Ελληνίδων εικαστικών προς το φως, μετά πολλές δεκαετίες παραμονής στο ημίφως ή στο σκοτάδι, καταγράφεται πρώτα σε αίθουσες τέχνης της περιφέρειας.
Η Αθήνα χάνει από αυτό, και δη εκείνα τα μουσεία των οποίων ο θεσμικός ρόλος είναι να αποτελούν θεματοφύλακες της πολιτιστικής μας κληρονομιάς.
Πόσο μάλλον όταν η πρακτική της περιφέρειας, δηλαδή η αναζήτηση και ανάδειξη άξιων γυναικείων καλλιτεχνικών φωνών που παραγκωνίστηκαν λόγω μιας ανδροκρατικής αφήγησης στην ιστορία της τέχνης, αποτελεί προτεραιότητα για τα σημαντικότερα εθνικά μουσείων διεθνώς, που, με αυτό το κριτήριο, ανανεώνουν τις συλλογές τους.
Ας είναι· σημασία έχει να συμβαίνει. Πρόσφατα λοιπόν, τον Απρίλιο και τον Μάιο, η Δημοτική Πινακοθήκη Λάρισας – Μουσείο Γ. Ι. Κατσίγρα παρουσίασε την έκθεση «Ζιζή Μακρή – Βάσω Κατράκη: Ταξίδι στην Κίνα του Μάο», σε επιμέλεια του ιστορικού της τέχνης Σπύρου Μοσχονά, με σχέδια και χαρακτικά που φιλοτέχνησαν οι δύο καλλιτέχνιδες κατά την παραμονή τους εκεί – η πρώτη έμεινε στην Κίνα για 4 μήνες το 1956 και η δεύτερη επί 2 μήνες το 1964. Επίσης εκτέθηκαν αναμνηστικά των ταξιδιών τους και για τον κατάλογο χρησιμοποιήθηκαν αποσπάσματα των ημερολογίων τους, χρήσιμο υλικό για καλλιτεχνικό αλλά και πολιτικό διάλογο.
Αύριο, στο Κέντρο Τέχνης Τζιόρτζιο ντε Κίρικο του Βόλου εγκαινιάζεται η έκθεση για τη ζωγράφο Ελένη Ζέρβα, πρωτοπόρο της αφαίρεσης στην Ελλάδα, με τίτλο «Ενας μη αντικειμενικός κόσμος». Με πολλή δουλειά κι επιμονή η προϊσταμένη της Διεύθυνσης Πολιτισμού του Δήμου Βόλου, Χρύσα Δραντάκη, επιμελήθηκε αυτή τη σπάνια παρουσίαση, φόρο τιμής σε μία από τις ελάχιστες γυναίκες που εκπροσώπησαν την Ελλάδα σε κορυφαίες καλλιτεχνικές διοργανώσεις διεθνώς κατά τις δεκαετίες 1960-1970.
Η Ελένη Ζέρβα γεννήθηκε στον Βόλο το 1917 σε ένα οικογενειακό μεγαλοαστικό περιβάλλον που της παρείχε ευκαιρίες μόρφωσης, ταξιδιών και συναναστροφών με προσωπικότητες του πνεύματος και των τεχνών. Επειτα από πρώιμους και σύντομους πειραματισμούς στην παραστατική ζωγραφική, στα μέσα της δεκαετίας του ’50 πέρασε στην αφαίρεση, με αφετηρία τις άπειρες εκφραστικές δυνατότητες του χρώματος. Πρωτοπαρουσίασε δουλειά της στην «Πανελλήνια Εκθεση» του 1957, την επόμενη χρονιά εξέθεσε στο Παρίσι, ενώ εκτός των άλλων συμμετείχε στην 35η Μπιενάλε της Βενετίας το 1970, όπου έδειξε τη μνημειακή σειρά έργων της «Κόσμος/Cosmos». Μέρος αυτής της ενότητας παρουσιάζεται στην τωρινή έκθεση.