Ο άγιος μάρτυς Βασιλίσκος έζησε και μαρτύρησε στα χρόνια του αύτοκράτορος Μαξιμιανού (285-305). Ή καταγωγή του ήταν από το χωριό Χουμιαλά της Άμασείας. Αξιώθηκε από τον Θεό να έχει συγγενή, θείο του, τον άγιο ένδοξο μεγαλομάρτυρα Θεόδωρο τον Τήρωνα. Κατά την περίοδο της στρατιωτικής του θητείας συνελήφθη μαζί με άλλους δύο χριστιανούς συστρατιώτες του, τον Εύτρόπιο και τον Κλεόνικο, επειδή είχαν αρνηθεί και οι τρεις να θυσιάσουν στο βωμό των ειδώλων. Για τον λόγο αυτό υποβλήθηκαν και οι τρεις σε οδυνηρά μαρτύρια από τον ηγεμόνα της Καππαδοκίας Άσκληπιάδη.
Άγιος Βασιλίσκος: Μεγάλη γιορτή της ορθοδοξίας σήμερα 22 Μαΐου
Ό Κλεόνικος και ό Εύτρόπιος σύντομα παρέδωσαν το πνεύμα τους στον Κύριο (εορτάζουν στις 3 Μαρτίου). Ό Βασιλίσκος μετά την εκδημία των δύο συναθλητών του οδηγήθηκε στη φυλακή της Άμασείας.
Οι μέρες περνούσαν… Οι ειδωλολάτρες πίστευαν ότι θα κάμψουν το φρόνημα του γενναίου αυτού στρατιώτη. Όμως ματαιοπονούσαν. Γιατί ό Βασιλίσκος ήταν στενά συνδεδεμένος με τον Κύριο Ιησού Χριστό. Είχε μάλιστα δει εκεί μέσα στη φυλακή εμφάνιση του Κυρίου, πού τον παρηγορούσε και τον διαβεβαίωνε ότι το όνομα του ήταν γραμμένο «έν ούρανοίς». Τον παρότρυνε ακόμα να επισκεφθεί τούς γονείς του για να τούς αποχαιρετήσει. Και πράγματι ό
Βασιλίσκος με τον ευγενικό του χαρακτήρα απέσπασε την άδεια και με συνοδεία φυλάκων έφθασε στο χωριό του. Ζήτησε τις ευχές των γονέων του για την ολοκλήρωση του δρόμου του μαρτυρίου του. Ενίσχυσε και παρηγόρησε συγγενείς και φίλους αφήνοντας τους τελευταία του ευχή και επιθυμία: «να παραμείνουν πιστοί στη διδασκαλία του Ευαγγελίου του Χρίστου».
Επιστρέφοντας στην Αμάσεια ό πιστός δούλος του Κυρίου βρέθηκε μπροστά σε πανηγυρισμούς. Ό λαός πανηγύριζε την αλλαγή του διοικητή. Ό νέος διοικητής Αγρίππας – ένας σκληρόκαρδος άνδρας – οργάνωνε συμπόσιο χαράς για τούς επισήμους. Και εκείνη την ώρα τον ενημέρωσαν για την ασέβεια προς τούς θεούς του χριστιανού στρατιώτη Βασιλίσκου. Αμέσως τον συνέλαβε και διέταξε να του φορέσουν σιδερένια υποδήματα με εσωτερικά ανεστραμμένα καρφιά και να τον οδηγήσουν στα Κόμανα του Πόντου με συνοδεία 13 στρατιωτών για να τον δικάσει.
Η μαρτυρική πορεία
Ή πορεία ή μαρτυρική ξεκίνησε. Τα πέλματα του γενναίου Βασιλίσκου είχαν γίνει μια ανοιχτή πληγή. Το αίμα έβαφε τούς δρόμους, και συχνά δεχόταν εξουθενώσεις και ραβδισμούς από τούς απάνθρωπους συνοδούς του. Στο χωριό των Δακών (Δακοζάρα) ή πομπή σταμάτησε. Οι στρατιώτες αφού έδεσαν τον Μάρτυρα στον κορμό ενός ξερού πλατάνου, έφυγαν για να γευματίσουν στο σπίτι μιας ευγενούς κυρίας, της Τραϊανής. Επιστρέφοντας όμως αντίκρισαν παράδοξο θέαμα. Ό ξερός πλάτανος είχε βγάλει πλούσια θαλερή φυλλωσιά, και δίπλα του ανέβλυζε γάργαρο καθαρό νερό. Όλοι συγκλονίστηκαν. «Μέγα θαύμα!», φώναξαν. Κόσμος πολύς έτρεξε να δει! Ό Άγιος επίσης με τη δύναμη της προσευχής του ελευθέρωσε δαιμονιζομένους από πονηρά πνεύματα και θεράπευσε πολλούς άρρωστους. Πλήθος πολύ από την πόλη εκείνη πίστεψε στον Κύριο καθώς και όλοι οι συνοδοί του στρατιώτες.
Το υπόλοιπο ταξίδι ήταν πορεία ειρηνικής ιεραποστολής. Ό υποψήφιος μάρτυρας σκόρπιζε καλοσύνες, έκανε θαύματα, κήρυττε τον Χριστό. Και οι στρατιώτες απολάμβαναν μαζί του τις πλούσιες ευλογίες του παντοδύναμου Κυρίου Ιησού Χριστού. Κάποτε έφθασαν στα Κόμανα. Με εντολή του Αγρίππα ό Βασιλίσκος οδηγήθηκε στον ειδωλολατρικό ναό. Και εκεί τον πίεσαν με χλευασμούς, ειρωνείες και κτυπήματα να θυσιάσει στο άγαλμα του Απόλλωνα. Ό Βασιλίσκος ατρόμητος απάντησε:
-Ή θυσία πού πάντοτε προσέφερα στο Θεό μου ήταν «θυσία αίνέσεως», ύμνου χειλέων και ζωής θεαρέστου.
-Και πώς λέγεται ό Θεός σου; τον ρώτησαν.
-Ό Θεός μου λέγεται πατέρας, σωτήρ, πολυέλεος, παντοδύναμος και οικτίρμων.
-Θυσίασε τότε στο όνομα του δικού σου Θεού και όχι των δικών μας! Τότε ό μάρτυρας αντί άλλης θυσίας ύψωσε ικετευτικά τα χέρια του στον ουρανό και προσευχήθηκε με θέρμη.
Ξαφνικά μια απροσδόκητη φωτιά τύλιξε το ναό στις φλόγες, ενώ το άγαλμα του ψεύτικου θεού κατέπεσε με πάταγο και θρυμματίστηκε. Έγινε όλο σκόνη. Έντρομος ό Αγρίππας, ντροπιασμένος και ηττημένος, διέταξε αμέσως τον αποκεφαλισμό του Βασιλίσκου με ξίφος. Ευλαβείς χριστιανοί της περιοχής περισυνέλεξαν τα ιερά του λείψανα. Αργότερα ό ευσεβής άρχοντας των Κομάνων Μαρίνος τα τοποθέτησε ως πολύτιμο θησαυρό σε περίλαμπρο Ναό, πού έκτισε στο όνομα του μάρτυρος.
Στον ιστορικό αυτό Ναό του Άγιου Βασιλίσκου στις 13 Σεπτεμβρίου του 407 – πορευόμενος εξόριστος για την Κουκουσό – έξουθενημένος και εξαντλημένος από τούς πυρετούς, στάθμευσε ό μαρτυρικός Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως άγιος Ιωάννης ό Χρυσόστομος! Τη νύχτα εκείνη είδε σε όραμα τον μάρτυρα Βασιλίσκο πού του έλεγε: «Έχε θάρρος, αδελφέ Ιωάννη! Αύριο θα είμαστε μαζί». Και την επομένη, ήμερα της εορτής του Τιμίου Σταυρού, αφού φόρεσε ό μέγας και γενναίος Αρχιεπίσκοπος λευκά άμφια και κοινώνησε, «πέταξε» στα ουράνια για να συναντήσει και τον άγιο Βασιλίσκο στον κόσμο της ουράνιας Βασιλείας του Θεού.