Στο πλευρό της Ελληνικής Αστυνομίας βρίσκεται και η Εκκλησία. Το ρόλο του πνευματικού καθοδηγητή καλείται να παίξει η Θρησκευτική Υπηρεσία της Αστυνομίας. Η ευεργετική παρουσία της Εκκλησίας στο δύσκολο έργο του Αστυνομικού, διαπιστώθηκε από πολύ παλιά, απ’ τα πρώτα χρόνια της ίδρυσης του Σώματος της Χωροφυλακής και συνεχίζεται έως της μέρες ενδυναμώνοντας τους Αστυνομικούς οι οποίοι παρέχουν σε ένα κοινωνικό σύνολο που διακατέχεται από αισθήματα ανασφάλειας, ασφάλεια.
Ο εορτασμός της 20ης Οκτωβρίου ως επίσημης εορτής της Ελληνικής Αστυνομίας, χαρακτηρίζεται από τη μακρόπνοη ιστορική συνέχεια των Σωμάτων της Χωροφυλακής, της Αστυνομίας Πόλεων και της Ελληνικής Αστυνομίας, μια συνέχεια που κληροδοτείται στις επόμενες γενιές της Αστυνομικής Οικογένειας και μεταλαμπαδεύεται μέσω της διαφύλαξης της πολιτιστικής μας κληρονομιάς. Για το σκοπό αυτό από σήμερα το Σώμα αποκτά τον δικό του «Εκθεσιακό Χώρο Συλλογής Ιστορικών Κειμηλίων Ελληνικής Αστυνομίας» ο οποίος θα λειτουργεί στην πρώην Σχολή Αξιωματικών Ελληνικής Αστυνομίας, αφού εμπλουτίστηκε με ιστορικής αξίας κειμήλια και υλικά και, ουσιαστικά, υπενθυμίζει την καθοριστική προσπάθεια, που πραγματοποιείται στον τομέα της πολιτιστικής ανάδειξης της μακρόπνοης πορείας του Σώματος.
Η Ημερήσια Διαταγή του Αρχηγού της ΕΛ.ΑΣ.
Στην Ημερήσια Διαταγή του για τον εορτασμό ο Αρχηγός της Ελληνικής Αστυνομίας, Αντιστράτηγος Μιχαήλ Καραμαλάκης, αναφέρεται μεταξύ άλλων στον Άγιο Αρτέμιο καθώς και στις σύγχρονες προκλήσεις τις οποίες καλείται να αντιμετωπίσει με επαγγελματισμό και αφοσίωση η Ελληνική Αστυνομία.
“Η σημερινή πανηγυρική απόδοση των πρεπουσών τιμών προς τον Προστάτη του Σώματος, Μεγαλομάρτυρα Άγιο Αρτέμιο, και ο εορτασμός της μνήμης του, συμβολίζει τη βαθύτερη ουσία του σκοπού του αστυνομικού έργου, την με αυτοθυσία και αυταπάρνηση προσφορά και την ανθρωπιστική διάσταση της εξυπηρέτησης του συμπολίτη μας με αδιαπραγμάτευτους όρους ισότητας, δημοκρατίας και διαφάνειας”, αναφέρει ο κ. Καραμαλάκης και συμπληρώνει για τον Άγιο Αρτέμιο ότι “προσέφερε σε εμάς μέσα από το θάνατό του μια άυλη νοηματοδότηση ανταποδοτικότητας, με δύο πραγματιστικές διαστάσεις, αυτές της πρακτικής προσφοράς, αλλά και της αναγνώρισης της δοτικότητας στη βάση αξιών αγάπης, αλληλεγγύης και δικαιοσύνης. Έτσι, και το έργο κάθε αστυνομικού συνίσταται στην προσφορά προς τον πολίτη και την κοινωνία και αντίστοιχα στην ενδυνάμωση της εξωστρέφειας και της εμπιστοσύνης προς τον ένστολο συνάδελφο με παράλληλη κοινωνική αναγνωρισιμότητα του έργου και της δράσης του”.
Η αποστολή της Ελληνικής Αστυνομίας είναι προσδιοριστική της αναγκαιότητας προστασίας της ανθρώπινης ύπαρξης και οντότητας μέσα από τη διαμόρφωση ενός κλίματος εγγύτητας και την εφαρμογή μοντέλων αστυνόμευσης, τα οποία αναπροσαρμόζονται ανάλογα με τις εκάστοτε επικρατούσες και διαμορφωθείσες συνθήκες. “Στο πλαίσιο αυτό το τελευταίο διάστημα το δυναμικό της Ελληνικής Αστυνομίας συμμετείχε και διαχειρίστηκε φυσικές ή ανθρωπιστικές κρίσεις, κοινωνικοπολιτικού αντικτύπου και ανθρωπογεωγραφικού χαρακτήρα, μέσω μίας δυναμικής
διαδικασίας άμεσης και επιτυχούς παρεμβατικότητας, γεγονός που ανέδειξε και αναδεικνύει δυνατότητες στρατηγικές και επιχειρησιακές, οι οποίες προσδίδουν προστιθέμενη αξία στο έργο μας, ενώ επιβεβαιώνουν το υψηλό επαγγελματικό επίπεδο των στελεχών του Σώματος και την αποτελεσματικότητα κατά την επιτέλεση της ιδιαιτέρως σημαίνουσας αποστολής μας”, τονίζει ο Αρχηγός της ΕΛ.ΑΣ.
Παράλληλα, ο Αρχηγός υπογραμμίζει ότι η Ελληνική Αστυνομία με το κοινωνικό πρόσωπό της, μεταξύ άλλων, έρχεται να συνδράμει πρωτίστως ευαίσθητες κοινωνικά ομάδες, σεβόμενη την ανθρώπινη ύπαρξη και αξιοπρέπεια, ώστε να σπάσουν τα δεσμά της σιωπής τους και να αντιμετωπιστούν με συλλογική προσπάθεια και συνέργεια αρνητικά κοινωνικά φαινόμενα, που μαστίζουν την κοινωνία μας.
“Έχουμε χρέος να μείνουμε πιστοί στα ιδανικά και στις αξίες του όρκου μας. Να μείνουμε ανιδιοτελείς συνοδοιπόροι του πολίτη. Κάθε ενέργειά μας ας εκκινεί με μοναδικό σκοπό την προσφορά. Η προάσπιση της εσωτερικής ασφάλειας της Χώρας μας ας συνιστά διαρκή επαγγελματική μας προοπτική”, καταλήγει.
Σύντομος βίος του Αγίου Αρτεμίου
Ο Άγιος Αρτέμιος μετέβη το 357 στην Πάτρα, κατόπιν εντολής του Αυτοκράτορα Κωνσταντίου, γιου του Μεγάλου Κωνσταντίνου, για να παραλάβει τα ιερά λείψανα του Αποστόλου Ανδρέα και να τα μεταφέρει στο Ναό των Αγίων Αποστόλων στην Επτάλοφο Πόλη (3 Μαρτίου 357 μ.Χ.).
Στην πρωτεύουσα της Αχαΐας, την Πάτρα ευρισκόμενος, επιτέλεσε πολλά κοινωνικά έργα. Ιδιαίτερα στην περιοχή της Μονής Γηροκομείου.
Με την κατάληψη της εξουσίας από τον Ιουλιανό τον Παραβάτη και την έναρξη σκληρών διωγμών κατά της Εκκλησίας, ο Άγιος Αρτέμιος δε δίστασε να πάει στην Αντιόχεια και να ομολογήσει ενώπιον του παγανιστή αυτοκράτορα τη χριστιανική του ταυτότητα και να τον ελέγξει μάλιστα για την ασέβειά του απέναντι στο Ιερό Ευαγγέλιο. Αυτό είχε ως συνέπεια να υποβληθεί ο Αρτέμιος σε φρικτά βασανιστήρια και τελικά να οδηγηθεί σε μαρτυρικό θάνατο με ξίφος, ένεκα του ζήλου του για την Χριστιανική πίστη και ζωή.
Το Ιερό λείψανο του Αρτεμίου παρέλαβε η διακόνισσα Αρίστη, και το μετέφερε στην Κωνσταντινούπολη.