Σήμερα σπουδαία κα σημαντική ημέρα, για όλη τη χριστιανοσύνη, για όλη τη Ρωμιοσύνη, και ιδιαιτέρα για μας τους Έλληνες χριστιανούς. Γιορτάζουν οι μετά τους άγιους αποστόλους μεγαλύτεροι άγιοι της Εκκλησίας μας. Οι ισαπόστολοι και θεόστεπτοι βασιλείς Κωνσταντίνος και Ελένη. Μητέρα και γιός. Και λένε οι σοφοί μας, πίσω από κάθε μεγάλο άγιο και μεγάλο άνδρα, αναζητήστε μία γυναίκα. Πίσω απ’ τον μεγάλο και άγιο Κωνσταντίνο, τον ισαπόστολο, που τέτοιον δεν θα ξαναγεννήσει η πλάση και η Εκκλησία, γιατί δεν χρειάζεται, ήταν η μητέρα του, η αγία Ελένη, πού ‘χε πάρει σύζυγο τον Κωνστάντιο, που ήταν από βασιλικό γένος, απ’ τον Κλαύδιο τον Β’.
Κωνσταντίνου και Ελένης: Οι θεόστεπτοι Ισαπόστολοι
Αργότερα, όταν έγινε καίσαρας ο Κωνστάντιος, του ζήτησαν οι άλλοι συναυτοκράτορες να διαζευχθεί την Ελένη και να πάρει τη Θεοδώρα, που κατήγετο κι εκείνη από βασιλικό γένος.
Η Ελένη ήταν ταπεινής καταγωγής, αλλά μεγάλη και μοναδική ψυχή. Και δέχτηκε η αγία. «Να το κάνεις, Κωνστάντιε. Να πάρουμε στα χέρια μας την εξουσία. Να βοηθήσουμε τους χριστιανούς. Να βοηθήσουμε τον κόσμο. Να κάνομε καλό.»
Και θυσίασε τα πάντα η υπέροχη Ελένη. Γι’ αυτό και αργότερα, σαν ο Μέγας Κωνσταντίνος έγινε μονοκράτωρας, ξέρετε τί έκανε; Την ανακήρυξε Αυγούστα. Όχι βασιλομήτορα. Βασίλισσα, παρακαλώ. Γυναίκα βασίλισσα. Γυναίκα αυτοκράτορας. Τί τιμή!
Τί ήταν αυτός! Και τί μάνα ήταν εκείνη! Κι έκοψε και νόμισμα προς τιμήν της ο Μέγας και άγιος Κωνσταντίνος, αναγνωρίζοντας τη θυσία της. Την προσφορά της. Τη χάρη της. Τη μεγαλοσύνη της.
Κι όταν αργότερα πήγε στους Αγίους Τόπους, να βρει τον Τίμιο Σταυρό, με Θείο όραμα, ξέρετε τί έκανε τις μέρες της σχόλης και καθώς έψαχναν;
Πήγαινε στο γηροκομείο της αγίας Σιών και υπηρετούσε η ίδια η βασίλισσα, τότε, υπηρετούσε τους παππούδες και τις γιαγιάδες. Έκαμε όλες τις ταπεινές υπηρεσίες κι χαιρόταν η ψυχή της. Κι εκείνων η ψυχή, φυσικά. Αυτή ήταν αγία Ελένη.
Ο Μέγας και άγιος Κωνσταντίνος ανέβηκε στον θρόνο
Ο Μέγας και άγιος Κωνσταντίνος ανέβηκε στον θρόνο, έγινε καίσαρας στα 306, στη Δύση. Διαδεχόμενος τον πατέρα του, τον θεϊστή Κωνστάντιο. Οι άλλοι συναυτοκράτορες ήσαν ειδωλολάτρες.
Ο Κωνσταντίνος έρεπε προς τον χριστιανισμό, χωρίς να έχει βαπτισθεί. Η μητέρα του δεν βιάσθηκε. Του δίδασκε την αλήθεια και το φως, με το υπέροχο παράδειγμά της και τον κατεύθυνε με τις προσευχές της στον Χριστό μας.
Έμαθε πως ο Μαξέντιος, ο συνάρχοντάς του στη Ρώμη, μεταχειριζόταν τους υπηκόους, σαν να ήσαν κτήνη και ανδράποδα και αιχμάλωτοι κι ό,τι χειρότερο. Έκαμε και τί δεν έκαμε. Όλα τα αίσχη.
Και από τον Θεό κινηθείς ο Κωνσταντίνος, έρχεται στη Ρώμη, να βάλει στη θέση του τον Μαξέντιο και να ελευθερώσει από ένα θηρίο την πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας.
Τον νίκησε στη Μουλβία γέφυρα, αφού πρώτα είχε δει στον ουρανό τον Τίμιο Σταυρό και το βράδυ στον ύπνο του τον Χριστό μας και του είπε να φτιάξει έναν τέτοιο σταυρό, — Να, η σημαία μας! — να τον βάλει προ του στρατεύματος και θα νικά.
Κι έγραφε στον ουρανό «Εν τούτω νίκα.» Με τούτο να νικάς. Και νίκησε, μπήκε στην πόλη νικητής ο Κωνσταντίνος. Και υστέρα, αφού εόρτασαν εφτά ημέρες τη νίκη του, τιμώντας οι χριστιανοί και οι υπόλοιποι τον Τίμιο Σταυρό.
Είναι το τρόπαιο του Κωνσταντίνου ο Τίμιος Σταυρός. Και ποιός την έδωσε τη σημαία αυτή στον Κωνσταντίνο; Ο ίδιος ο Χριστός. Γι’ αυτό και τόσοι στους αιώνες, πατριώτες μας χριστιανοί, ήρωες, θυσιάστηκαν κάτω απ’ τη σημαία και πρόσφεραν το αίμα τους και τη ζωή τους, υπέρ πίστεως και πατρίδος.
Έρχεται στην Ανατολή, ιδρύει την Κωνσταντίνου Πόλιν, με Θεϊκές οδηγίες, επιτυγχάνει την ενότητα της Εκκλησίας, με τη Σύνοδο της Νικαίας, γιατί ο Άρειος είχε φέρει μεγάλη αναστάτωση, με τη γνωστή του αίρεση, που δεν δεχόταν τη θεότητα του Χριστού, στέλνει τη μητέρα του στους Αγίους Τόπους και βρίσκει τον Τίμιο Σταυρό, με θεϊκά σημεία, στολίζει, με τα καλύτερα κτίσματα τη νέα Σιών, την Ιερουσαλήμ, με το ναό της Αναστάσεως, το ναό της Βηθλεέμ, το ναό της Αναλήψεως και άλλα πολλά υπέροχα κτίρια και μνημεία, στολίζει και την Κωνσταντινούπολη, κι όταν έμαθε πως ο βασιλιάς των Περσών Σαπώρ ο Β’ δίωκε τους χριστιανούς, αποφάσισε να πάει, όπως πήγε και στη Ρώμη κατά του Μαξέντιου, για να τιμωρήσει τον άσεβη βασιλιά.
Στο δρόμο, όμως, ο Κύριος τον κάλεσε στον ουρανό, αφού είχε βαπτισθεί, μόλις είχε μπει στην αρχή της δραστηριότητάς του, στην αιωνία πόλη της Ρώμης, χριστιανός. Και έκοιμήθη, λοιπόν, την ημέρα της Πεντηκοστής, του 337 μ.Χ..
Τον έκλαψαν οι πάντες. Οι χριστιανοί τον κατέταξαν με τους αγίους και τους μεγάλους και τους αποστόλους και οι ειδωλολάτρες, που τους είχε κι αυτούς παιδιά του, τον κατέταξαν πού; Με τους θεούς. «Αυτός είναι θεϊκός άνδρας. Αυτός είναι ουράνιος.»