Θαύμα: Γέρων Δανιήλ ο Κατουνακιώτης, ο Σμυρναίος (1844-1929), ιδρυτής της ευαγούς Αδελφότητος και του Ησυχαστηρίου των Δανιηλαίων στα Κατουνάκια.

~ Επιστρέφοντας στο Άγιον Όρος αφού πρώτα παρέλαβε τις αποσκευές του από την Μονή του Αγίου Παντελεήμονος, σκέφθηκε να κατευθυνθή στην αρχαία μονή του Βατοπεδίου.

Δεν πρόλαβε καλά-καλά να φθάση και έπαθε οξεία προσβολή της νεφρίτιδος. Ο «σκόλοψ τη σαρκί» τον εκέντησε αυτή την φορά πολύ οδυνηρά και τον καθήλωσε για εβδομάδες στο κρεββάτι.

Οι Προϊστάμενοι της μονής τον ενοσήλευσαν με περισσή αγάπη. Περισσότερη όμως στοργή του έδειξε ο μεγάλος γιατρός του Όρους, η Θεοτόκος.

Στο Βατοπέδι τιμάται ιδιαίτερα η Παναγία. Το Καθολικό του είναι επ΄ ονόματι του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, οι δε θαυματουργές εικόνες της (Βηματάρισσα, Εσφαγμένη, Ελεοβρύτις, Αντιφωνήτρια, Παραμυθία…) φορτωμένες με θαυμαστές ευλαβικές διηγήσεις.

Εκεί φυλάσσεται και η θαυματουργός Αγία Ζώνη της Θεοτόκου, που υπήρχε άλλοτε στην Κωνσταντινούπολη «εν τω σεβασμίω Αυτής οίκω, τω όντι εν τοις Χαλκοπρατείοις», στις Βλαχέρνες.

Ο π. Δανιήλ έτρεφε ιδιαίτερη ευλάβεια στην Κυρία Θεοτόκο. Την ίδια ευλάβεια και την ίδια εμπιστοσύνη και την ίδια τιμή, πού έχουν απέναντι της όλοι οι άγιοι. Την ίκέτευσε, λοιπόν, να τον επισκεφθή στην οδύνη του. Την ικέτευσε με δάκρυα και θέρμη και ήταν βέβαιος για την απάντηση.

Ήξερε τις υποσχέσεις της. Ήταν δυνατόν να μην τις εκπλήρωση; Και πράγματι. Την ημέρα που το μοναστήρι γιόρταζε την εορτή της Αγίας Ζώνης (31 Αυγούστου), ο ασθενής γιατρεύθηκε ξαφνικά και η θεραπεία του ήταν οριστική! Ποτέ πια δεν τον ενώχλησε η φοβερή αυτή αρρώστεια, που τον ταλαιπώρησε δέκα ολόκληρα χρόνια.

Πως να ευχαρίστηση την Πανάμωμη Μητέρα των μοναχών, πως να την υμνήση;
«Μεταβολή των θλιβομένων, απαλλαγή των ασθενούντων υπάρχουσα Θεοτόκε Παρθένε, σώζε πόλιν και λαόν, των πολεμουμένων η ειρήνη, των χειμαζομένων η γαλήνη, η μόνη προστασία των πιστών».

Τέτοιοι ύμνοι δοξολογίας και δεήσεως θα γέμιζαν την ψυχή του, θα ξεχείλιζαν από το στόμα του.

Μετά την θεραπεία του σχεδίαζε να φύγη άπό τό Βατοπέδι. Ήταν ιδιόρρυθμο μοναστήρι και η παραμονή του σ΄ένα τέτοιο κλίμα τον εκούραζε πολύ. Όχι. Ο γερο – Δανιήλ δεν αγαπούσε τις ιδιορρυθμίες, πού είναι ξένες και άγνωστες στην αληθινή μοναχική ζωή. Μέσα στο πνεύμα του σωστού μοναχισμού είναι το Κοινόβιο, στο οποίο, όπως λέει ο Μέγας Βασίλειος, «δεν υπάρχει το δικό μου και το δικό σου, το θέλημἀ μου και το θέλημά σου».

Ήθελε, λοιπόν, να φύγη, μα οι πατέρες στο Βατοπέδι τον λάτρευαν. Πού να ξαναβρούν τέτοιον άνθρωπο, τέτοιον καλλιεργημένο μοναχό; Δεν τον άφηναν με κανένα τρόπο.

Αναγκάσθηκε τότε να πάη στον ονομαστό Πνευματικό παπα-Νήφωνα, πού άσκήτευε στην Βατοπεδινή Σκήτη και να ζητήοη την συμβουλή του. Κι έτσι έμεινε στο μοναστήρι για την υπακοή, όσο κι΄ αν αυτό του φαινόταν σκληρό, όσο κι΄ αν επιθυμούσε άλλη τακτοποίησι… Η παραμονή του εκεί ήταν μία πράξις θυσίας και δεν μπορούσε παρά να την ευλόγηση ο Κύριος.

Οι Επίτροποι της μονής του ανέθεσαν το αρχονταρίκι. Πολύ συνετά, γιατί οι επισκέπτες θα είχαν πολλά να ωφεληθούν από ένα τέτοιον αρχοντάρη. Το πολυσύχναστο αρχονταρίκι του Βατοπεδίου γνώρισε τότε ιστορικές ημέρες.

Εκτός από την καθαριότητα και την τάξι, η ανάγνωσις στην Τράπεζα, η κοινή προσευχή, οι πνευματικές συζητήσεις έδωσαν έναν άλλο τόνο. Σιγά-σιγά ο ξενώνας του ιδιορρύθμου μοναστηριού πήρε χρώμα Κοινοβίου. Και ο γερο-Δανιήλ, με την γλυκειά και συγχρόνως σοβαρή μορφή του, εκπροσωπούσε άριστα τον αγιορείτικο μοναχισμό στα μάτια των ξένων. Πολλοί προσκυνητές τον θεωρούσαν μάλιστα ηγούμενο!

Τον τελευταίο καιρό της παραμονής στο Βατοπέδι ταξίδεψε μέχρι την πατρίδα του την Σμύρνη για κάποια ειδική αποστολή της μονής. Χρειάσθηκε να μείνη εκεί εννέα μήνες. Οι συμπατριώτες του καμάρωναν γιατί έβγαλαν ένα τέτοιο πνευματικό ανάστημα. Και πόσες ψυχές δεν βρήκαν κοντά του κατανόησι, φως, προσανατολισμό…

Ο Μητροπολίτης Μελέτιος είχε βέβαια ακούσει από μακρυά πολλά για τον γερο-Δανιήλ. Τώρα όμως πού η προσωπική γνωριμία του βεβαίωσε «του λόγου το ασφαλές», ήταν ενθουσιασμένος και του πρότεινε να τον κρατήση κοντά του, να τον κάνη βοηθό Επίσκοπο. Εκείνος ευχαρίστησε, αλλά δεν δέχθηκε την πρότασι.

— Δεν θεωρώ τον εαυτό μου άξιο για Ιερωσύνη, Σεβασμιώτατε, του είπε. Ούτε πάλι μπορώ ν΄ αποχωρισθώ το περιβόλι της Παναγίας. Έχω δώσει υποσχέσεις…

Αλλά κι΄ αν δεχόταν να μείνη στον κόσμο τί θα κέρδιζε αλήθεια; Φήμη, τιμές, αξιώματα; Είναι τόσο ψεύτικα όλ΄ αυτά, τόσο φευγαλέα και τόσο επικίνδυνα όταν δεν ύπάρχη το υπόβαθρο του θείου θελήματος.

Αλλ΄ αν γινόταν Επίσκοπος, δεν θα εργαζόταν για τον Χριστό; Ασφαλώς. Δεν είχε όμως τέτοια πληροφορία, δεν είχε φανερή επέμβασι του Θεού για να τον πείση ότι πρέπει να επωμισθή τέτοιο αξίωμα. Το θέλημα του Κυρίου πίστευε ότι ήταν να ζήση στην αφάνεια και την ταπείνωσι ενός απλού καλόγερου. «Έκαστος εφ΄ ω ετάχθη».

«Την αγαθήν μερίδα εξελέξατο» και απέφευγε τις πολλές μέριμνες, πού όταν απορροφήσουν τον εργάτη, τον κάνουν να αμελήση την ψυχή του – πράγμα θλιβερό και για τον εαυτό του και για τους άλλους.

Ο γερο-Δανιήλ διψούσε, διψούσε φλογερά για ένα μόνο μεγαλείο.

Γι΄ αυτό προτίμησε το σκαμνάκι του στα Κατουνάκια και όχι θρόνους, την τελευταία θέσι του μοναχού και όχι πρωτοκαθεδρίες. Διψούσε για το μεγαλείο, πού το προσδιώρισε έτσι ο Κύριος: «Όστις θέλει εν υμίν μείζων είναι έστω πάντων διάκονος».

Μετά από πολλά χρόνια, δεδομένης αφορμής, έγραφε ο γερο-Δανιήλ σ΄ ένα έμπιστο πνευματικό του τέκνο: «…Δια να σέβωμαι τους πάντας και να εκκόπτω το οικείον θέλημα και φρόνημα, ουδέποτε με αφήκεν η Κυρία Θεοτόκος να αγαπήσω τας του κόσμου διατριβάς, και να αγαπώ τας ματαίας δόξας και φαντασίας, καίτοι μοι παρουσιάσθησαν αφορμαί Ιερωσύνης και Ηγουμενικαί προτιμήσεις, και δι΄ αυτό εμάκρυνα φυγαδεύων και ηυλίσθην εν τη ερήμω, όπου ήδη το 45ον έτος έχω, μη θέλων να ίδω τας του κόσμου διατριβάς» (22-9-1926. Προς Νικόλαον Ρέγκον).

Εκκλησία Online
Γράψε το σχόλιό σου

Αφήστε μια απάντηση

Comment moderation is enabled. Your comment may take some time to appear.