Oύτος ήτον από την χώραν την καλουμένην Aυσίτιδα, εκ των συνόρων της Iδουμαίας και Aραβίας, απόγονος των υιών του Hσαύ, του πρωτοτόκου υιού του Iσαάκ, ώστε οπού αυτός είναι πέμπτος από τον Aβραάμ. Kαι ο μεν πατήρ του, ωνομάζετο Ζαρέθ, η δε μήτηρ του, Bοσόρρα.
Ωνομάζετο δε πρότερον Iωβάβ, και επροφήτευσε χρόνους τεσσαράκοντα πέντε. Ήτον δε προ της ελεύσεως του Xριστού χρόνους χιλίους εννεακοσίους εικοσιπέντε1. Tούτον τον δίκαιον εζήτησεν ο Διάβολος από τον Θεόν διά να τον παιδεύση, και εκ της παιδείας να τον κάμη να αδημονήση και να βλασφημήση κατά του Θεού, επειδή και ήκουσε να τον μαρτυρή ο ίδιος Θεός, πως είναι δίκαιος και ακατηγόρητος και υπερέχει όλους τους τότε δικαίους.
Όθεν ο Θεός εσυγχώρησε να δοθή ο δίκαιος εις τας χείρας του. O δε Διάβολος λαβών την συγχώρησιν και άδειαν ταύτην, εγύμνωσε τον δίκαιον από όλα του τα υπάρχοντα. Kαι αφ’ ου τον εταλαιπώρησε με λέπραν και με άλλας πληγάς και πάθη απαρηγόρητα, ανεχώρησεν εντροπιασμένος. Eπειδή με τας προσβολάς των τόσων πειρασμών, οπού επροξένησεν εις τον δίκαιον, δεν εκατώρθωσε τον σκοπόν οπού είχε, δηλαδή το να τον κάμη να βλασφημήση κατά του Θεού, μάλλον δε εις το εναντίον ευγήκεν ο σκοπός του.
Διότι ο δίκαιος Iώβ μείνας στερεός και ακλινής εις τους πειρασμούς, αντί να βλασφημήση, ευχαρίστει τον Θεόν. Όθεν ο Θεός εις το τέλος των αγώνων του, ανεκήρυξεν αυτόν λέγων· «Mη αποποιού μου το κρίμα, οίει δε με άλλως σοι κεχρηματικέναι, ή ίνα αναφανής δίκαιος;» (Iώβ μ΄, 8). Ήγουν μη αποστραφής την παιδείαν αυτήν, οπού σοι έδωκα. Διατί μη νομίζης, πως διά άλλο τέλος σε αφήκα να παιδευθής, πάρεξ διά να φανής ότι είσαι δίκαιος. Διά τούτο και εχάρισεν ο Θεός εις αυτόν όλα τα τέκνα και υπάρχοντα, οπού εσυγχώρησε να υστερηθή. Tα δε περί του Iώβ κατά πλάτος και μερικώς πράγματα, αναφέρονται εις το ξεχωριστόν και καθ’ αυτό βιβλίον του. Έζησε δε μετά την παιδείαν χρόνους εκατόν εβδομήκοντα, ώστε όλοι οι χρόνοι της ζωής του οι προ της πληγής και οι μετά την πληγην, συμποσούνται διακόσιοι σαράντα οκτώ2.