Ιστορικά η αρχή της αθωνικής μοναστικής ζωής συμπίπτει με τη Σύνοδο του 843 που συγκάλεσε η Αυτοκράτειρα Θεοδώρα για την αναστήλωση των ιερών εικόνων επί Πατριάρχου Μεθοδίου Α΄, και ειδικότερα με την άφιξη στον Άθωνα δύο μεγάλων προσωπικοτήτων. Πρώτος ησυχαστής αναφέρεται ο Πέτρος ο Αθωνίτης, του οποίου η άφιξη μπορεί να τοποθετηθεί στο τέλος του Ζ' αιώνα, ενώ ο δεύτερος είναι ο Ευθύμιος ο Νέος, ο οποίος ήρθε στο Όρος από τη Θεσσαλονίκη περί το 860. Οι δύο αυτοί άνδρες, αν και περίπου σύγχρονοι, εκπροσωπούσαν διαφορετικές ασκητικές τάσεις μοναχισμού: ο μεν πρώτος του λεγόμενου "ερημιστισμού" και ο δεύτερος του λεγόμενου "λαυριωτισμού". Τέλος με χρυσόβουλο του Αυτοκράτορα Βασιλείου Α΄ το 885 ο Άθως ορίσθηκε ως αποκλειστικός τόπος διαμονής ασκητών αποκλειομένων οποιονδήποτε άλλων κοσμικών, ακόμα και ποιμένων ή γεωργών.

Έτσι ο αγιορείτικος μοναχισμός άρχισε να αναπτύσσεται όπως και στα παλαιότερα κέντρα του στην Ανατολή περνώντας από τρία στάδια: του ασκητικού, του κοινοτικού και του κοινοβιακού μέσα σε σύντομο διάστημα. Οι πρώτοι ερημίτες μοναχοί εγκαταστάθηκαν στην αρχή της χερσονήσου όπου το έδαφος ήταν ομαλό, λόγω όμως των επιδρομών των Σαρακηνών πειρατών άρχισαν σιγά σιγά να μεταφέρονται σε τελείως απρόσιτες περιοχές μέσα στη χερσόνησο. Στη συνέχεια οι μοναχοί εκείνοι συγκεντρώθηκαν στις λεγόμενες “λαύρες” (οργανωμένες ομάδες), όπως εκείνες παλαιότερα της Παλαιστίνης. Από αυτές δύο έμειναν γνωστές, εκείνη του Κλήμεντος, κοντά στη σημερινή Μονή Ιβήρων, και η λεγόμενη “Καθέδρα των Γερόντων” επί του υψώματος “Ζυγός” που ήταν και η σπουδαιότερη. Επίσης πολλών παλαιών ασκητικών συνοικισμών και ασκητηρίων διατηρήθηκε η μνήμη όπως και το «Αθωνικόν Πρωτάτον» (αρχαιότατος μοναστικός οικισμός του Αγίου Όρους).

Οργάνωση των Μονών
Η πλησιέστερη επισκοπική έδρα ήταν αυτή της Ιερισσού και ο οικείος Επίσκοπος απαίτησε να έχει στη δικαιοδοσία του τους μοναχούς της χερσονήσου. Στα 985 ο αυτοκράτορας Βασίλειος Β’ Βουλγαροκτόνος με χρυσόβουλλο απάλλαξε τους ερημίτες από τη δικαιοδοσία της Μονής Αγίου Ιωάννου του Κολοβού, που βρισκόταν κοντά στην Ιερισσό, και παραχώρησε τον Άθωνα ως ιδιοκτησία τους.

Σύντομα, το παλαιότερο των κυρίαρχων μοναστηριών, η Ιερά Μονή του Ξηροποτάμου, χτίστηκε και εισήλθε υπό το μοναχικό τυπικό του Αγίου Βασιλείου. Σαρακηνοί πειρατές παρενοχλούσαν τους μοναχούς τον ένατο και δέκατο αιώνα, αλλά η αυτοκρατορική γενναιοδωρία ήρθε πάντα στην ενίσχυση αυτών των εσωτερικών «Αγίων Τόπων» των Ελλήνων.

Αθανάσιος ο Αθωνίτης

Ο Άγιος Αθανάσιος ο Αθωνίτης
Περί το 960 εισήχθη εκτεταμένη μεταρρύθμιση από τον μοναχό Αθανάσιο, τον μετέπειτα γνωστό ως όσιο Αθανάσιο τον Αθωνίτη, που καταγόταν από την Αντιόχεια. Ο Αθανάσιος γνώρισε τον Όσιο Μιχαήλ τον Μαλεΐνο, ο οποίος ήταν ηγούμενος στη Μονή Κυμινά στη Βιθυνία της Μικράς Ασίας[11]. Μαζί με αυτόν, γνώρισε και τον ανηψιό του, Νικηφόρο Φωκά, ο οποίος μετά από μερικά χρόνια έγινε Αυτοκράτορας.

Με τους συντρόφους του από τη Μικρά Ασία και με τη βοήθεια του αυτοκράτορα Νικηφόρου Φωκά, του οποίου ήταν φίλος και εξομολογητής, ίδρυσε τη Μονή Μεγίστης Λαύρας, όπου επέτυχε να φθάσει τη μοναστική ζωή σε υψηλό βαθμό τελειότητας. Η μεταρρύθμιση που απέληξε στο μοναστικό τυπικό του Αγίου Αθανασίου έγινε αποδεκτή ως πρότυπο. Οι οπαδοί του αυστηρού μοναστικού βίου με επικεφαλής τον Παύλο τον Ξηροποταμίτη αντέδρασαν στις καινοτομίες του Αθανασίου και ζήτησαν παρέμβαση του αυτοκράτορα Ιωάννη Τσιμισκή.

Εκκλησία Online
Γράψε το σχόλιό σου

Αφήστε μια απάντηση

Comment moderation is enabled. Your comment may take some time to appear.