Κάποτε ένας αγιορείτης μοναχός σε ομιλία στην αίθουσα τελετών του Α.Π.Θ. «χαστούκισε» την αντίληψη και το νου των ακροατών του όταν τους άφησε άφωνους λέγοντας τους ότι «δεν υπάρχει Θεός».

Φυσικά όσοι άκουσαν τη συνέχεια συμφώνησαν μαζί του. Εξάλλου δεν είναι ψέμα ότι ο Θεός δεν υπάρχει. Δεν εμπίπτει σε όρους του όντος, ούτε είναι ικανοί οι επιθετικοί προσδιορισμοί που προκύπτουν από τις ενέργειες Του να δώσουν μία ικανοποιητική «εικόνα» για το τι είναι Θεός προσδιορίζοντας Τον αφού όπως θα μας υπενθυμίσει ο Μάξιμος Ομολογητής στη Μυσταγωγία του στο Θεό πρέπει να αποδίδουμε όχι το είναι αλλά το μη είναι. Στο ίδιο ύφος συνηγορεί και ο Ιωάννης Δαμασκηνός κάνοντας λόγο για αφαίρεση του λόγου από το τι είναι ο Θεός. Αυτή λοιπόν η έλλειψη στους αποφατικούς Πατέρες δηλώνει το «είναι» του Θεού όσο περίεργο κι αν ακούγεται.

Αν μπορούσαμε να προσδώσουμε χαρακτηρισμούς του όντος στον Τριαδικό Θεό αμέσως θα τον κατατάσσαμε στις κατηγορίες του όντος, του υπαρκτού, του οντολογικού Θεού. Αλλά ο Θεός ούτε οντολογικός είναι, ούτε μεταφυσικό ον, ούτε δύναμη ανώτερη αλλά «μονάς ἐν Τριάδι καί Τριάς ἐν μονάδι» κατά τον Γρηγόριο Παλαμά. Το να εντάξεις τον Θεό σε μία λογική ορισμού και σχημάτων, αυτόματα υποβαθμίζει την Ουσία Του η οποία γίνεται κτιστή όπως και ο άνθρωπος. Άρα δεν είναι Θεός αλλά άνθρωπος. Κι αν δεν είναι Θεός τότε και ο άνθρωπος δεν μπορεί να γίνει Θεός κατά χάριν. Ο Θεός δεν μπορεί να νοηθεί ανθρωπομορφικώς, πόσο δε μάλλον ηθικώς.

Τοιουτοτρόπως στη θεολογία της ορθόδοξης Ανατολής ερχόμαστε αντιμέτωποι με μία υπαρξιακή οδύνη, η οποία στέλνει σε εξορία το νου και αναζητά τρόπους και θεωρίες που έχουν να κάνουν τόσο με το τι είναι ο Θεός, όσο και με την αντίληψη Του. Βέβαια τα θεολογικά γράμματα των Πατέρων δεν επέτρεψαν να υποβαθμιστεί το μυστήριο του Θεού, σε αντίθεση με τη σχολαστική θέση και τις θέσεις του Άνσελμου Καντερβουρίας ή του Καρτέσιου, οι οποίοι λογικά απέδειξαν την ύπαρξη του Θεού δίνοντας παράλληλα την απάντηση στο ερώτημα περί Θεού όπου ο Θεός αφού είναι σαν ιδέα τέλειος, άρα και υπάρχει.

Η Ανατολή δεν σκέφτηκε επιπόλαια και ανεύθυνα. Για να είμαι ακριβής δεν σκέφτηκε καν, γιατί αν είχε σκεφτεί δεν θα ήταν θεολογία αλλά φιλοσοφία. Η θεολογία της Ανατολής ως ανάχωμα στη σκέψη και τις έννοιες της Δύσης μυσταγώγησε το μυστήριο διατηρώντας την εικόνα του Θεού στη γνήσια έκφραση της, ήτοι στο ιερό μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας. Το κατεξοχήν ιερό μυστήριο που ο άνθρωπος βιώνει το μυστήριο της ένσαρκης παρουσίας του Θεού ως εμπειρική συμμετοχή και όχι ως ψυχολογική ταύτιση. Θέλω να πω πως ο πιστός όταν μεταλαμβάνει τα άχραντα μυστήρια δεν τρώει ψωμί και κρασί, πόσο δεν μάλλον ψωμί που να θυμίζει το σώμα και κρασί που να θυμίζει το αίμα. Αντίθετα γεύεται τη Σάρκα του Χριστού και το Αίμα Του όχι σε ανάμνηση του Μυστικού Δείπνου αλλά όχι για να θυμηθεί ότι το ψωμί αντιπροσωπεύει το Σώμα και το κρασί το Αίμα, αλλά είναι το ίδιο Σώμα και το ίδιο Αίμα που μεταβάλλονται με τη χάρη του Αγίου Πνεύματος.

Τα παραπάνω είναι που βεβαιώνουν δια της μυσταγωγικής εμπειρίας την παρουσία του Θεού στη ζωή της Εκκλησίας, στη ζωή του ανθρώπου. Επομένως δεν έχουμε να κάνουμε με μία ιδεολογική αντιπροσώπευση ούτε με μία εικονική αναπαράσταση αλλά με το ίδιο το Σώμα και Αίμα του Χριστού. Εκείνο το Σώμα κι εκείνο το Αίμα τρώει και πίνει ο πιστός για να έχει ζωή αιώνιο.

Η άρνηση των Πατέρων να δώσουν υπόσταση στο είναι και στις ιδιότητες του Θεού δεν δηλώνει άγνοια πόσο δε μάλλον αδυναμία. Γνωρίζουν πολλοί καλά πως ένα τέτοιο εγχείρημα προσδιορισμού θα αντικειμενοποιούσε τη φύση του Θεού και η βιβλική έννοια περί Εκείνου δεν θα ήταν απαλλαγμένη από ανθρωπομορφικές εκφράσεις και αντιλήψεις.

Το μυστήριο των άρρητων ρημάτων και ταυτόχρονα η απόδοση του μη είναι στον Θεό δηλώνει την πιο τρανταχτή ύπαρξη Του και παρουσία. Εξάλλου μην ξεχνάμε πως στην ορθόδοξη πίστη αυτό το βίωμα είναι Αποκάλυψη και όχι θρησκεία. Αν ήταν θρησκεία τότε θα φτάναμε στην αντίληψη περί του Θεού μέσα από τη συστημική αναδίπλωση του τι είναι Θεός. Τώρα έχουμε την ευλογημένη δυνατότητα να ψηλαφίσουμε το Σώμα και το Αίμα Του. Κι αυτό γιατί εδώ έχουμε να κάνουμε με έναν Ενανθρωπήσαντα Θεό που κινήθηκε προς τον άνθρωπο (γι’ αυτό και η ορθόδοξη θεολογία είναι Αποκάλυψη) και όχι ο άνθρωπος προς τον Θεό (θρησκεία).

Αν μπορούσαμε ως άνθρωποι να αντιληφθούμε την Ουσία του Θεού, πράγμα που δεν θα αντέχαμε ακόμη και στην προ – σύλληψη μιας τέτοιας ιδέας, θα είχαμε σωθεί από μόνοι μας, θα ήμαστε οι ίδιοι θεοποιημένοι άνθρωποι και δεν θα είχαμε ανάγκη τη λύτρωση δια του Τιμίου Σώματος και Αίματος. Έτσι οι οποιεσδήποτε αστοχίες των πρωτοπλάστων θα αναιρούσαν τον Θεό ως Δημιουργό και ως Σωτήρα. Δεν θα Τον είχαμε ανάγκη και θα σωζόμασταν στα όρια της ανθρώπινης περατότητας μας.

Ο Θεός δεν υπάρχει. Οι τέσσερις αυτές λέξεις δηλώνουν μέσα από την άρνηση την ίδια την ύπαρξη Του. Γιατί ο Θεός δεν ορίζεται και δεν εγκλωβίζεται σε έννοιες δηλωτικές μιας καταφατικής προσέγγισης. Είναι το αντίθετο. Δεν υπάρχει. Αυτό τον κάνει να είναι Θεός. Αν υπήρχε, θα μπαίναμε στη διαδικασία να τον αποδείξουμε γιατί κάθε τι που υπάρχει αποδεικνύεται. Ποιος μπορεί να μου αποδείξει ότι υπάρχει Θεός; Και γιατί δεν μου είπατε ότι δεν υπάρχει Θεός; Ίσως κάποιος μου πει πως αν μάθαινα ότι υπήρχε και ότι είναι, τότε δεν θα ήταν Θεός.

Ηρακλής Φίλιος

Γιώργος Λακαφώσης
Γράψε το σχόλιό σουΣχόλια (1)
  1. Παντελής 5 χρόνια πριν

    Θεός = ότι θεάται,

    Ο δημιουργός του σύμπαντος κόσμου, φυσικά και δεν υπάρχει, εμείς υπάρχωμαι…
    O Δημιουργός είναι αρχή και ‘ΑΡΧΕI
    Όχι μόνο δεν υπάρχει αλλά, είναι και και Άγνωστος στους ανθρώπους τής γής…. εξ ου’ και “ΤΩ ΆΓΝΩΣΤΟ ΘΕΌ” των Αθηναίων, ακρειβως επιδη δεν Θεάται…….!

    ΑπάντησηΆκυρο

Αφήστε μια απάντηση

Comment moderation is enabled. Your comment may take some time to appear.