Πολύτιμες συμβουλές για την Ευχή.
Ο μεγάλος ασκητής και Όσιος, Κύριλλος ο Φιλεώτης, διηγείται το εξής περιστατικό:
Κατά την διάρκεια μιας νυκτερινής του προσευχής στο κελλάκι του, αγρυπνώντας και λέγοντας την Ευχή “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με”, στο ενενηκοστόν έτος της ηλικίας του, και βλέποντας τον ο διάβολος εξασθενημένον και παραλελυμένον από το βαθύτατον γήρας, θέλησε έστω και στις τελευταίες του στιγμές να τον κολάση με δαιμονική πλάνη.
Έτσι, εντελώς ξαφνικά, εμφανίστηκε μπροστά στον Όσιο το εσωτερικό ενός ωραίου ναού, εντός του οποίου λειτουργούσε ένας γνωστός και ξακουστός ερημίτης ιερεύς, τον οποίον είδε απότομα να βγαίνη στην Ωραία Πύλη και χωρίς να πει το “Μετά φόβου Θεού, πίστεως και αγάπης”, να τον καλή να κοινωνήση :
– Έλα, Κύριλλε, να κοινωνήσης, έλα !
Πηγαίνοντας προς τον ιερέα, χωρίς να καταλάβη πως κινήθηκε προς τα εκεί για να μεταλάβη, από την συνήθεια που είχε και από τον φόβο τον πολύ έκανε τον σταυρό του λέγοντας :
– Χριστέ μου, σε μένα τον ανάξιο ;
Και τότε ακούσθηκε φοβερή βροντή ! Έπεσε “κεραυνός εν αιθρία”, όπως θα λέγαμε, και τα πάντα διελύθησαν μέσα σε καπνό και απαίσια δυσοσμία. Βρώμισε όλο το κελλί του οσίου Κυρίλλου και άνοιξε τις πόρτες και τα παράθυρα για να ξεβρωμίση ο τόπος.
Γιατί όμως ;
Διότι αυτή ήτο σατανική οπτασία, αφού “αυτός (γαρ) ο σατανάς μετασχηματίζεται (ακόμη και) εις άγγελον φωτός, με κίνδυνο μάλιστα να χάση ο Όσιος και την ψυχή του.
Είναι γνωστό ότι κανένας μας δεν έχει ασφάλεια, μέχρις ότου χωρισθή η ψυχή από το σώμα. Κίνδυνο απωλείας και κολάσεως δεν έχει μόνον ο νέος, αλλά και ο ευρισκόμενος σε βαθύ γήρας, τότε που τον εγκαταλείπουν οι σωματικές και πνευματικές δυνάμεις μαζί με την μνήμη.
Μόνον το έλεος του Θεού μας σώζει.
Γι΄ αυτό μέρα-νύχτα “Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με”, μέχρι και την τελευταία μας αναπνοή.
Από το βιβλίο του Πρωτοπ. Στεφάνου Αναγνωστόπουλου, “Η Ευχή μέσα στον κόσμο”.