Σε ατμόσφαιρα πνευματικής χαράς και ενθουσιασμού, αλλά και εντόνου συναισθηματικής φορτίσεως, πραγματοποιήθηκε, τη Δευτέρα, 14 Οκτωβρίου, η επίσκεψη της Α.Θ. Παναγιότητος του Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου στον Αρχιεπισκοπικό Ιερό Ναό του Αγίου Ευσταθίου, την έδρα της Ιεράς Επισκοπής Μελβούρνης.
Κατά την άφιξη του Παναγιωτάτου οι καμπάνες ήχησαν χαρμόσυνα, ενώ πολυάριθμοι πιστοί είχαν συγκεντρωθεί στην είσοδο της εκκλησίας, μεταξύ των οποίων μαθητές και μαθήτριες του ελληνορθοδόξου σχολείου Oakleigh Grammar, οι οποίοι τον υποδέχθηκαν κρατώντας πανό με μήνυμα καλωσορίσματος, τραγουδώντας προς τιμήν του και ραίνοντάς τον με ροδοπέταλα.
Ο Παναγιώτατος, συνοδευόμενος από τον Σεβασμιώτατο Αρχιεπίσκοπο Αυστραλίας κ. Μακάριο, εισήλθε έμπλεος συγκινήσεως στον Ι. Ναό του Αγίου Ευσταθίου, ενθυμούμενος την προηγούμενη εκεί επίσκεψή Του, πριν από τρεις σχεδόν δεκαετίες.
Τον υποδέχθηκε ο Θεοφιλέστατος Επίσκοπος Μελβούρνης κ. Κυριακός, ενώ εγκάρδια προσφώνηση απηύθυνε ο Πρωτοπρεσβύτερος π. Χρήστος Δημολιάνης.
«Σας καλωσορίζουμε με ανοιχτές καρδιές, πρόθυμοι να λάβουμε τις ευλογίες σας και να εμπνευστούμε από τον λόγο σας», σημείωσε μεταξύ άλλων ο π. Χρήστος και προσέθεσε: «Η παρουσία σας μας δίδει ώθηση να συνεχίσουμε το έργο του Χριστού στις ζωές μας, αναζητώντας την αγιότητα, αγαπώντας ο ένας τον άλλο και ζώντας το Ευαγγέλιο τόσο με λόγια, όσο και με έργα». «Καθώς μας τιμάτε με την παρουσία σας», επεσήμανε καταληκτικά, «θυμόμαστε ότι, αν και μας χωρίζουν οι αποστάσεις, είμαστε ενωμένοι στο σώμα του Χριστού».
Κατά την αντιφώνησή του ο Οικουμενικός Πατριάρχης, λαμβάνοντας αφορμή από το γεγονός ότι ο Θεοφιλέστατος Επίσκοπος κ. Κυριακός προέρχεται από την αδελφότητα της Ιεράς Πατριαρχικής και Σταυροπηγιακής Μονής Σταυρονικήτα του Αγίου Όρους, εξέφρασε την ευαρέσκειά του για τη διαχρονική πνευματική σύνδεση της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αυστραλίας με το «Περιβόλι της Παναγίας», σύνδεση η οποία επισφραγίστηκε και με την ανακήρυξη του Οσίου Παϊσίου του Αγιορείτου ως Προστάτου της τοπικής Εκκλησίας και της Αυστραλίας.
Επίσης, αναφέρθηκε μετ’ επαίνων στους Σεβασμιωτάτους Μητροπολίτες Δέρβης κ. Ιεζεκιήλ και Σεβαστείας κ. Σεραφείμ, αναγνωρίζοντας την πολυετή διακονία και προσφορά τους στο ελληνορθόδοξο ποίμνιο της πέμπτης ηπείρου, καθώς και την αφοσίωσή τους στο Οικουμενικό Πατριαρχείο.
Τέλος, κατέθεσε τη βεβαία πεποίθησή του ότι η Ιερά Αρχιεπισκοπή Αυστραλίας, υπό την «φωτισμένη ηγεσία του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου», με τη νεοσύστατη Ι. Επαρχιακή Σύνοδο και το νέο Σύνταγμά της, διαθέτει ευοίωνες προοπτικές για το μέλλον.
Ακολούθησε η παράθεση επισήμου γεύματος, υπό του Θεοφιλεστάτου Επισκόπου Μελβούρνης κ. Κυριακού, κατά τη διάρκεια του οποίου ο Παναγιώτατος κ.κ. Βαρθολομαίος δήλωσε χαρούμενος για την παρουσία του στη Μελβούρνη, σε έναν τόπο «όπου το δένδρον της Ρωμηοσύνης απέκτησε βαθείας ρίζας και έδωκε πλουσίους και ευχύμους καρπούς και, ως εκ τούτου, θα ελέγομεν ότι είναι γη ελληνική».
Συγχρόνως, μίλησε με θαυμασμό για την ταυτότητα της αυστραλιανής μεγαλουπόλεως ως «πολύχρωμου καμβά λαών και πολιτισμών», ενώ εστίασε στο στοιχείο της οικουμενικότητος, το οποίο μοιράζεται με την Αγία του Χριστού Μεγάλη Εκκλησία, σημειώνοντας όμως εμφαντικώς ότι «οικουμενικότης δε σημαίνει υποτίμησιν ή και απώλειαν της ταυτότητος και των ιδιαιτέρων χαρακτηριστικών και της μοναδικότητος του κάθε λαού, αλλά κατανόησιν, βίωσιν και ανάπτυξίν των μακράν πάσης μισαλλοδοξίας, εθνικιστικού μίσους, αποκλεισμών και περιχαρακώσεων».
Κατέληξε δε με την πατρική προτροπή προς την Ελληνική Ομογένεια: «Να δίδετε καθ᾽ ημεράν την μαρτυρίαν της οικουμενικότητος της Ορθοδοξίας, να κρατήτε ως θησαυρόν τιμαλφέστατον τα ήθη, τας παραδόσεις και την γλώσσαν μας, διότι αυτά αποτελούν τα εχέγγυα, όχι απλώς της επιβιώσεως της Ομογενείας, αλλά ευζωίας, ευθυδρομίας και πνευματικής παρουσίας και προόδου αυτής. Διδάξατε εις τα τέκνα σας ότι ο Ρωμηός είναι πολίτης του κόσμου, που όμως δεν λησμονεί ποτέ την πίστιν και την γλώσσαν του, τας αξίας και τας παραδόσεις του».
Κατά την επίσκεψη του Οικουμενικού Πατριάρχου στον Ι.Ν. Αγίου Ευσταθίου, και στο παρατεθέν προς τιμήν του γεύμα, παρόντες ήταν, πέραν των προαναφερθέντων Αρχιερέων, οι Σεβασμιώτατοι Μητροπολίτες Ίμβρου και Τενέδου κ. Κύριλλος και Θεσσαλονίκης κ. Φιλόθεος, οι Πανοσιολ. Μέγας Πρωτοσύγκελλος κ. Γρηγόριος και Μέγας Εκκλησιάρχης κ. Αέτιος, Διευθυντής του Ιδιαιτέρου Πατριαρχικού Γραφείου, ο Ιερολ. Πατριαρχικός Διάκονος κ. Ευλόγιος, Κωδικογραφεύων της Αγίας και Ιεράς Συνόδου, η Οσιωτ. Μοναχή Ιακώβη, Ηγουμένη του Ιερού Ησυχαστηρίου του Τιμίου Προδρόμου Ακριτοχωρίου, οι Εντιμολ. Άρχων Διδάσκαλος του Γένους κ. Κωνσταντίνος Δεληκωσταντής, Διευθυντής του Α’ Πατριαρχικού Γραφείου, και Άρχων Διδάσκαλος της Εκκλησίας κ. Θεόδωρος Γιάγκου, Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, οι Εντιμ. κ. Νικόλαος – Γεώργιος Παπαχρήστου, Διευθυντής του Πατριαρχικού Γραφείου Τύπου και Επικοινωνίας, και κ. Θεμιστοκλής Καρανικόλας, εκ του προσωπικού του Πατριαρχείου, οι Θεοφιλέστατοι Επίσκοποι της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αυστραλίας και κληρικοί της Ιεράς Επισκοπής Μελβούρνης, ο Πρέσβης της Ελλάδος στην Αυστραλία κ. Σταύρος Βενιζέλος, ο Ύπατος Αρμοστής της Κύπρου κ. Αντώνιος Σαμμούτης, οι Γενικοί Πρόξενοι της Ελλάδος στη Μελβούρνη κ. Εμμανουήλ Κακαβελάκης και στην Αδελαΐδα κ. Αλεξάνδρα Θεοδωροπούλου, Άρχοντες της Μ.τ.Χ.Ε., ο κατά σάρκα αδελφός του Παναγιωτάτου, κ. Νικόλαος Αρχοντώνης, και οι γονείς του Αρχιεπισκόπου Αυστραλίας, Εμμανουήλ και Φωτεινή Γρινιεζάκη.