Αν πληκτρολογούσες στο google πριν τον Μάρτιο του 2024 «Μονή Αββακούμ», θα διάβαζες για τον Όσιο Αββακούμ, τη Μονή στο Φτερικούδι, τα θαύματα και το πόσο δημοφιλής ήταν στους πιστούς που συνέρρεαν κατά χιλιάδες.
Αν πληκτρολογήσεις τώρα στο google «Μονή Αββακούμ», η μηχανή αναζήτησης θα σου βγάλει για το «ιερό σκάνδαλο», σεξουαλικά υπονοούμενα, αρχιμανδρίτες σε δίκες, για fake μύρο, για χρηματοκιβώτιο με €807.000, για μοναχούς που χτυπούν γυναίκα κ.ά.. Η εικόνα αίφνης άλλαξε για την άλλοτε ευημερούσα μονή με τη φήμη της να φτάνει μέχρι και την Ελλάδα. Εδώ και τέσσερις μήνες το μοναστήρι παραμένει κλειστό, η περιοχή ερήμωσε και ήρθαν στο φως τέτοια σκάνδαλα που μόνο αποστροφή προκαλούν. Με τους πιστούς που συνέρρεαν στη μονή για κάποιο πρόβλημα, τώρα να καταγγέλλουν στην Αστυνομία εξαπάτησή τους.
Όταν στις 5 περασμένου Μαρτίου το βράδυ κουκουλοφόροι έμπαιναν στη μονή, τίποτε δεν προμήνυε ότι η κοινή γνώμη θα έμενε εμβρόντητη από τα όσα θα αποκαλύπτονταν.
Αυτή τη στιγμή έχει ξεσπάσει ένα πόλεμος μεταξύ των μοναχών από τη μια και της οικείας μητρόπολης Ταμασού από την άλλη, με αλληλοκατηγορίες. Την ίδια ώρα η Αστυνομία διερευνά σειρά υποθέσεων με πρωταγωνιστές ρασοφόρους, που παρόμοιες δεν απασχόλησαν ποτέ την κοινή γνώμη. Στο μέσο, η εκκλησία που σείεται συθέμελα, προσπαθεί να συνέλθει, με την απόφαση της Ιεράς Συνόδου για τους δύο τουλάχιστον αρχιμανδρίτες να είναι μονόδρομος.
Όλα ξεκίνησαν ένα μήνα περίπου πριν το κλείσιμο της μονής στο Φτερικούδι. Είχαν φτάσει καταγγελίες στον μητροπολίτη Ταμασού για κάποια τεκταινόμενα στη μονή. Αυτά υποστηρίζονταν και από βίντεο που έπεσαν στα χέρια κάποιων, οπόταν αρχικά προσπάθησε να κρατήσει το θέμα εντός της Εκκλησίας. Φαίνεται όμως ότι ήταν τέτοια η έκτασή του που δεν μπορούσε να ακολουθηθεί η «πεπατημένη» με αποτέλεσμα στις 8 Μαρτίου ο Ταμασού Ησαΐας να προβεί σε καταγγελία στην Αστυνομία για σειρά οικονομικών ζητημάτων και να παραδώσει τις €807.000 που παραλήφθηκαν από τη μονή.
Από τότε άρχισε ένας πόλεμος ανακοινώσεων εκ μέρους των δικηγόρων των μοναχών κατά του μητροπολίτη, ενώ παράλληλα αμφισβήτησαν τη διαδικασία που ξεκίνησε η Ιερά Σύνοδος διορίζοντας ανακριτική επιτροπή. Μάλιστα, η πλευρά των μοναχών έφερε από την Ελλάδα δικηγόρο ειδικό επί των εκκλησιαστικών θεμάτων για να τους βοηθήσει.
Παράλληλα, πλήθαιναν οι καταγγελίες για τεκταινόμενα στη μονή με πιστούς να καταγγέλλουν εξαπάτησή τους, ενώ τα βίντεο από συνομιλίες μοναχών διέρρεαν το ένα μετά το άλλο, για να δείξουν το πόσο είχαν ξεφύγει τα πράγματα.
Αρχικά συστάθηκε ένα ανακριτικό κλιμάκιο στην Αστυνομία για να διερευνήσει την οικονομική πτυχή του σκανδάλου. Στη συνέχεια ήρθε η καταγγελία από την πλευρά των μοναχών κατά της Μητρόπολης και του μητροπολίτη, για τα όσα συνέβηκαν το βράδυ της 5ης Μαρτίου τόσο στη μονή όσο και στη Μητρόπολη. Μοναχοί κατάγγειλαν μετακίνησή τους δια της βίας, εξαναγκασμό σε υπογραφή παραδοχής αδικήματος, εξύβριση και επίθεση. Τότε η Αστυνομία αναγκάστηκε να συστήσει άλλο ανεξάρτητο κλιμάκιο για να εξετάσει και αυτή την πτυχή της υπόθεσης. Ειδικά μετά που γινόταν λόγος για εμπλοκή και αστυνομικών, επωνύμων, του προέδρου του ΕΛΑΜ Χρίστου Χρίστου ως θρονικός επίτροπος, του τέως Αρχηγού Αστυνομίας, επιβαλλόταν να γίνει ανεξάρτητη έρευνα γι’ αυτό και συνέδραμαν δύο ποινικοί ανακριτές.
Σχεδόν καθημερινά έρχονταν νέα στοιχεία στο φως για τα όσα συνέβαιναν στη μονή με την κοινή γνώμη να μένει εμβρόντητη από τις αποκαλύψεις των ΜΜΕ, των δηλώσεων και ανακοινώσεων που συνέθεταν ένα σκηνικό ως να επρόκειτο για πηγή σκανδάλου. Οι έρευνες της Αστυνομίας επεκτάθηκαν στη συνέχεια και σε άλλες καταγγελίες που ακολουθούσαν η μια μετά την άλλη, όπως αυτήν, του πρώην εργαζομένου στο ζαχαροπλαστείο της μονής για σεξουαλική παρενόχληση του, την αυτεπάγγελτη έρευνα για την επίθεση κατά γυναίκας υπαλλήλου της μονής από μοναχό με χτυπήματα με ζώνη και την καταγγελία για επηρεασμό μάρτυρα από τον ηγούμενο Νεκτάριο.
Το κλειστό κύκλωμα της Μονής
Μαζί με τις αστυνομικές έρευνες, ταυτόχρονα έρευνα διενεργούσε και η Επίτροπος Προστασίας Δεδομένων Προσωπικού Χαρακτήρα, όσον αφορά καταγγελίες από την πλευρά των μοναχών, που αφορούσαν κυρίως για επεξεργασία υλικού από το κλειστό κύκλωμα που λειτουργούσε στη μονή. Το κύκλωμα εγκαταστάθηκε στη μονή με εντολές του ηγούμενου Νεκτάριου για λόγους ασφάλειας, όμως ως δια μαγείας, αυτό σε κάποιο στάδιο άρχισε να καταγράφει και ήχο-κάτι που απαγορεύεται ρητά από το νόμο-γεγονός για το οποίο υπάρχουν διφορούμενες απόψεις. Η πλευρά των μοναχών υποστηρίζει ότι ο ήχος ενεργοποιήθηκε από άτομο που ενετάλη από τη Μητρόπολη, κάτι που απορρίπτει το περιβάλλον του μητροπολίτη.
Το κλειστό κύκλωμα παρόλο που δεν κατέγραφε στο εξομολογητήριο, εντούτοις κατέγραφε στο γραφείο του ηγούμενου.
Η Επίτροπος σε πρόσφατη έκθεσή της προς την Αστυνομία, την οποία αποκάλυψε ο «Φ», διαπίστωσε πως από τη λειτουργία και την επεξεργασία υλικού από το κλειστό κύκλωμα, προκύπτουν ενδεχόμενα ποινικά αδικήματα κατά παράβαση του νόμου περί προσωπικών δεδομένων, κατά τριών προσώπων: Του ηγούμενου Νεκτάριου πού ήταν και ο υπεύθυνος για τη λειτουργία του κλειστού κυκλώματος, του μητροπολίτη Ησαΐα και του μοναχού Βαρνάβα. Όλα αυτά βεβαίως θα διερευνηθούν από την Αστυνομία ώστε ό,τι υλικό συγκεντρωθεί να τεθεί ενώπιον του Γενικού Εισαγγελέα για μελέτη και οδηγίες.
Πρόσφατα, προέκυψε και νέα καταγγελία από τον αρχιμανδρίτη Νεκτάριο κατά του μητροπολίτη Ησαΐα, που αφορά σε ποσό €450.000 το οποίο φέρεται να δόθηκε από τη μονή, με την πλευρά της Μητρόπολης να δέχεται πως πήρε μόνο €155.000 ως δάνειο το οποίο και έχει δηλώσει.
Από το ησυχαστήριο στο Κακουργιοδικείο
Και φτάσαμε στο βαρύ κατηγορητήριο κατά των δύο αρχιμανδριτών, το οποίο καταχωρήθηκε προχθές στο Δικαστήριο. Με τις έρευνες να προχωρούν προς συμπλήρωση, ανακριτές είχαν φορέσει προηγουμένως χειροπέδες στον ηγούμενο της άλλοτε ακμάζουσας μονής, ως ύποπτο για σειρά αδικημάτων του λευκού κολάρου, δηλαδή οικονομικής φύσεως.
Την περασμένη Πέμπτη καταχωρήθηκε η πρώτη υπόθεση που αφορά στα σκάνδαλα με τη Μονή Αββακούμ. Κατηγορούμενοι είναι οι δύο αρχιμανδρίτες Νεκτάριος και Πορφύριος. Είναι αντιμέτωποι με 19 συνολικά κατηγορίες, με τις πλείστες ν’ αφορούν τον εν αργία ηγούμενο.
Είναι εξόχως πρωτοφανές, δύο αρχιμανδρίτες να κατηγορούνται για συνωμοσία προς καταδολίευση, ότι δηλαδή παρακρατούσαν χρήματα για ίδιον όφελος, των οποίων δικαιούχος ήταν η Ιερά Μονή, αντί να τα καταθέτουν σε τραπεζικούς λογαριασμούς της. Επίσης, κατηγορούνται ότι εξέδιδαν επιταγές προς όφελος τους από τον τραπεζικό λογαριασμό που διατηρούσε η εν λόγω εκκλησία σε τράπεζα. Άλλη κατηγορία αφορά κλοπή χρημάτων από τον τραπεζικό λογαριασμό που διατηρούσε το Ιερό Ησυχαστήριο Οσίου Αββακούμ σε τράπεζα.
Ο αρχιμανδρίτης Νεκτάριος κατηγορείται και για παράνομη κατοχή περιουσίας, αφού είχε στην κατοχή του παράνομα το ποσό των €806.660 για τα οποία υπάρχουν εύλογες υπόνοιες ότι είναι κλοπιμαία. Μια από τις σοβαρές κατηγορίες που άπτονται των πιστών είναι και αυτή που αφορά κλοπή από αντιπρόσωπο, αφού ο εν αργία αρχιμανδρίτης Νεκτάριος έλαβε χρήματα για λογαριασμό της Ιεράς Μονής από εισφορές πιστών, πωλήσεις προϊόντων και άλλες δραστηριότητες του Ιερού Ησυχαστηρίου / Ιεράς Μονής, συνολικού ύψους €196.149 και ιδιοποιήθηκε το εν λόγω ποσό, αντί να το καταθέσει στους τραπεζικούς λογαριασμούς της Ιεράς Μονής.
Ο Νεκτάριος κατηγορείται και για ψευδή φορολογική δήλωση, δηλαδή για το έτος 2020, 2021 και 2022, αποκρύβοντας εισοδήματά του από ενοίκια στη Λεμεσό. Επίσης κατηγορείται για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες, κατηγορία που είναι και η πλέον σοβαρή αφού επισύρει ποινή φυλάκισης μέχρι και 14 έτη. Και οι δύο θα δικαστούν από Κακουργιοδικείο.
Μιχάλης Χατζηβασίλης