Σήμερα Σάββατο 26η Δεκεμβρίου 2020, ἑπομένη τῆς κορυφαίας Δεσποτικῆς ἑορτῆς τῶν Χριστουγέννων, ἑορτάσθηκε στήν Σύμη μέ τά ἰσχύοντα ὑγειονομικά μέτρα, ἡ Σύναξη τῆς Ὑπεραγίας Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου καί ἀειπαρθένου Μαρίας, στόν πανηγυρίζοντα ἱστορικό Ἱερό Ναό Παναγίας Κεχαριτωμένης, ἕναν ἐκ τῶν παλαιοτέρων Ναῶν τοῦ νησιοῦ μας.
Ὁ Σεβ. Μητροπολίτης μας κ. Χρυσόστομος χοροστάτησε στόν Ὄρθρο καί τέλεσε τήν Θ. Λειτουργία, μέ συλλειτουργούς του τόν Πανοσ. Καθηγούμενο τῆς Ἱ. Μονῆς Πανορμίτου, Ἀρχιμανδρίτη π. Ἀντώνιο Πατρό, ὁ ὁποῖος ἐξυπηρετεῖ ὡς ἱερατικῶς Προϊστάμενος τήν συγκεκριμένη Ἐνορία καί τόν Διάκονο π. Γεώργιο Κακακιό. Ὅπως ὁ Σεβασμιώτατος πρό τῆς ἀπολύσεως ἐπισήμανε, μέ τήν λειτουργική αὐτή Σύναξη, οἱ πιστοί τιμοῦμε ἰδιαιτέρως τό Πρόσωπο ἐκεῖνο, τό ὁποῖο ὑπούργησε καί ὑπηρέτησε πανευλαβῶς τό Μέγα Μυστήριο τῆς Ἐνανθρωπήσεως τοῦ Χριστοῦ, τήν Κυρία Θεοτόκο. Ἡ Παναγία εἶναι ἡ «Κεχαριτωμένη», διότι κατεῖχε ὅλο τό πλήρωμα τῆς Χάριτος τοῦ Θεού, ἀντλώντας το βεβαίως ἀπό τό πλήρωμα τῶν Χαρίτων τοῦ Υἱοῦ της.
Ὁ Ναός αὐτός ὑψώνεται ἀνατολικά, κάτω ἀπό τό Κάστρο, στόν οἰκιστικό πυρῆνα τῆς Ἄνω Χώρας καί ἀποτελεῖ ἕνα πολύ ἰδιαίτερο μνημεῖο τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἀρχιτεκτονικῆς τοῦ νησιοῦ, καθ’ ὅτι πρόκειται γιά μιά εὐρύχωρη μονόκλιτη Βασιλική στεγασμένη μέ δύο νευρωτά σταυροθόλια, υἱοθετώντας νεογοτθικά στοιχεῖα τοῦ Σταυροθολιακοῦ ρυθμοῦ, πού ἀπό τόν 18ο αἰῶνα ἀναβιώνει στά Δωδεκάνησα. Ἀκριβῆ χρονολογία ἀνεγέρσεως τοῦ Ναοῦ δέν ἔχει διασωθεῖ, ἀλλά σίγουρα προηγεῖται τοῦ 1827, ἔτους κατά τό ὁποῖο κατασκευάστηκε τό νότιο προσκυνητάρι τῆς ἐπαργυρωμένης Εἰκόνας τῆς Παναγίας «Κεχαριτωμένης», τήν ὁποία ἐπαργύρωσε τότε ὁ Συμαῖος Ἱερομόναχος Ἀγάπιος Μαγκαφᾶς, μετέπειτα Ἐπίσκοπος Μυρέων. Τό Τέμπλο τοῦ Ναοῦ εἶναι ξυλόγλυπτο καί πολύ ἀξιόλογο, δημιούργημα τοῦ ἔτους 1864 καί ἔργο Συμαίων τεχνιτῶν, μαθητῶν τοῦ Μαστρο Δράκου Ταλιαδούρου, ὁ ὁποῖος πολύ νωρίτερα φιλοτέχνησε ἐκπληκτικά καί τό τέμπλο τοῦ Πανορμίτη.
Τό πολύ ἰδιαίτερο καί συνάμα συγκινητικό στοιχεῖο, πού συναντᾶμε στό Ναό τῆς Παναγίας Κεχαριτωμένης, εἶναι ὅτι σήμερα φιλοξενοῦνται ἐκεῖ κι ἄλλες εἰκόνες τῆς Παναγίας, τίς ὁποῖες μετέφεραν οἱ Μικρασιάτες Συμιακοί μετά τόν αἱματηρό ξεριζωμό τοῦ 1922 ἀπό τίς πατρογονικές τους ἑστίες, στήν ἀπέναντι περιοχή τῆς Δασιᾶς ἤ Δασίας (τουρκική ὀνομασία Ντάτσα). Ἀπό τίς εἰκόνες αὐτές, κορυφαία θέση κατέχει ἡ Παναγία ἡ «Καμαριανή», τῆς ὁποίας σήμερα σώζονται δύο εἰκόνες ἀντίγραφα στό Ναό, καθώς καί ἡ εἰκόνα τῆς Παναγίας «Καραμακιανῆς», ἡ ὁποία μάλιστα φέρει καί σημάδια κακοποίησης. Σημειωτέον ὅτι στήν Σύμη μέχρι σήμερα, τό ὄνομα Καμαριανή δίδεται ὡς βαπτιστικό στά κορίτσια. Οἱ εἰκόνες αὐτές, μαζί μέ τήν ἐφέστια τῆς «Κεχαριτωμένης», συγκεντρώνουν τήν εὐλάβεια ὅλων, μά ἰδιαιτέρως τῶν ἀπογόνων τῶν προσφύγων, οἱ ὁποῖοι μέ τήν σχέση αὐτή, κρατοῦν ζωντανούς τούς προαιώνιους δεσμούς τους μέ τίς ἀλησμόνητες ἐκεῖνες Πατρίδες.