Ο καθηγητής της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου της Αθήνας αναλύει τους συμβολισμούς του Θείου Πάθους και της Ανάστασης που ακολουθεί
Ο Εσταυρωμένος είναι η ενσάρκωση του πόνου που οδήγησε στο θρίαμβο. Με την ένδοξη Αναστάση του Κυρίου καθώς ο Θάνατος έγινε Ζωή και το μίσος Αγάπη, η πίκρα των μαθητών θα γίνει χαρά, η δειλία τόλμη και η άμφιβολία πίστη· σύμφωνα με τον Καθηγητή τής Φιλοσοφικής Σχολής του ΕΚΠΑ Γρηγόριο Φιλ. Κωσταρά.
Ολόκληρο του άρθρο του Καθηγητή Γρηγορίου Φιλ. Κωσταρά* έχει ως εξής:
«Ασφαλώς δεν υπάρχουν παρόμοιες σε τραγικό μεγαλείο σκηνές: Δείπνος Μυστικός σε φεγγαρόλουστο κήπο που -αλίμονο!- θά τόν διαδεχθεί τό προδοτικό φίλημα. Βαθύτατη αγωνία του Θεανθρώπου με συνέπεια το ανθρώπινο ξέσπασμά του: «Πάτερ, παρελθέτω απ’ εμού το ποτήριον τούτο». Η φωνή της σιγής και ο ύπνος των μαθητών που διευκολύνουν να ακούεται γυμνός ο καλπασμός της αγωνίας του Διδασκάλου. Ο θρίαμβος της ύλης, καθώς ο ορμητικός μαθητής με τα πρώτα χαμόγελα της αυγής θ’ αρνηθεί τον Κύριο, ο αρχιερέας των Ιουδαίων θα σχίσει έξαλλος τα ιμάτια του και ο Πόντιος Πιλάτος, ξεπλύνοντας τα χέρια του, θα γίνει η πιο κόκκινη μορφή της Ιστορίας.
Στη συνέχεια οι σκηνές του πάθους με την τραγική τους απόχρωση αποκλείουν κάθε προσδιορισμό: Η μαστίγωση, το ακάνθινο στεφάνι, οι στρατιώτες που φιλονεικούν για τα ρούχα του Αθώου. Το ανέβασμα στο Γολγοθά και στο Σταυρό μπροστά στα ματια της Μάνας Του και του μαθητού που τόσο αγαπούσε. Ο μητρικός σπαραγμός που πέφτει σαν αστροπελέκι στην ψυχή της, καθώς καταβάλλεται προσπάθεια να συγκρατηθεί. Ο θρήνος που ξεσπά σε βαθύ παράπονο, η κραυγή της Μάνας που γίνεται παράξενα θελκτική:
«Πού πορεύει τέκνον; τίνος χάριν τον τραχύν νυν τελείς δρόμον;… Δος μοι λόγον, Λόγε μη σιγών παρέλθεις με ο αγνήν τηρήσας με, ο υιός και Θεός μου». Η άπλα υιική απάντησις του Σταυρωμένου: «Τι δακρύεις, Μήτερ; μη πάθω: μη θάνω; πως ουν σώσω τον Αδάμ; Απόθου ουν, Μήτερ, την λύπην, απόθου και πορεύου εν χαρά».
Και ο επίλογος: Ο φοβερός σεισμός, το «τετέλεσται», ο ένταφιασμός.
Τώρα τίποτε δεν σαλεύει στα άγια μέρη, ούτε το άπόηχο του διψασμένου για αίμα λαού. Θεία σιγή τονίζει τη γλυκιά παρουσία της σαγηνευτικής Του μορφής. Και από το βάθος του μελιχρού ορίζοντα καταφθάνει η λαλιά Εκείνου που έγινε εικόνα του ανθρώπινου πόνου. Εκείνου που εννόησε την πίκρα του ορφανού, το φως του τυφλού, την παράξενη νοσταλγία του ασώτου. Εκείνου που έξαφάνισε την ασχήμια της αμαρτίας καί φανέρωσε την όμορφια της ψυχής.
Έτσι ήσυχα, φοβισμένα, διάβηκεν η ημέρα. Και καθώς οι ύστατες σκιές της νύχτας αρχίζουν να υποχωρούν, τις μυροφόρες συνέχει η απορία: «Τις αποκυλίσει ημίν τον λίθον εκ της θύρας του μνημείου;» Σκοτάδι στο νού και αγωνία στην ψυχή. Όμως, για λίγο.
Γιατί ο λίθος του θανάτου έγινε συντρίμια από το φως της Ζωής.
Ασύλληπτες οι στιγμές της Αναστάσεως. Αλλά θα τολμήσει ο Μελωδός: «Και άφνω ησυχία και δειλία κατεκράτησε της κτίσεως απάσης· ο Δεσπότης γαρ της φύσεως των μνημάτων εξήρχετο». Η ένδοξη Ανάστασις του Κυρίου έχει συντελεσθεί. Οι στρατιώτες δεν ημπορούν να συνέλθουν από το φόβο, οι μυροφόρες από το θάμβος και ο δρομαιος μαθητής – που ανάγκασε άλλοτε τον πετεινό να λαλήσει – θα εισέλθει στο μνήμα για να πεισθεί. Θα το βρει λουσμένο από το φως της Ζωής.
Ύστερα θά οδεύσουν όλοι μαζί γιά τούς Εμμαούς.
Έκεί θα τους τυλίξει ο Χριστός με το γλυκύτατο φως του «Ειρήνη υμίν». Η πίκρα των μαθητών θα γίνει χαρά, η δειλία τόλμη και η άμφιβολία πίστη· καθώς ο Θάνατος έγινε Ζωή και το μίσος Αγάπη. Την Αγάπη όπως την εδίδαξε Εκείνος στις μαγευτικές ακρογιαλιές της Γεννησαρέτ, όπως την επεκύρωσεν επάνω στο Σταυρό και όπως την εσκόρπισε σε όλη την κτίση το χαρμόσυνο μήνυμα της Αναστάσεως. Τώρα κατάλαβε η άνθρωπότης, γιατί η μαγεία του Κυρίου μπορούσε να δώσει την ειρήνη στις χειμαζόμενες και αγωνιώσες ψυχές».
* Ο Γρηγόριος Φίλ. Κωσταράς είναι Καθηγητής τής Φιλοσοφικής Σχολής του Εθνικου και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και τέως Πρόεδρος του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού και του Κοινωφελούς Ιδρύματος «Ερρίκος Ντυνάν».