ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ ΜΟΡΦΟΥ

Η ΣΧΕΣΗ ΜΑΣ ΜΕ ΤΟ ΘΕΟ ΚΑΙ ΤΟΝ ΣΥΝΑNΘΡΩΠΟ ΜΑΣ

1. Νὰ μπορούσαμε νὰ καταλάβουμε τὴ θυσία τοῦ Υἱοῦ Του! Μᾶς λέει ὁ Χριστὸς «γιὰ σᾶς θυσιάστηκα…». Τὴν καρδιά μας θέλει. Ἐμᾶς τοὺς ἴδιους θέλει. Ἐμεῖς κάμνουμε γιορτὲς καὶ προσφέρουμε δῶρα, μὰ ὁ Θεὸς ἐμᾶς θέλει, ὄχι μόνον τὰ δῶρα μας. Ὁ Θεὸς θέλει τὴν καρδιά μας ὅλη. Μοιάζουμε σὰν τὴ μάνα ποὺ στέλλει τὰ μωρά της γιὰ νὰ δώσουν φαγητὸ στὸν παππού, χωρὶς νὰ πηγαίνει ἡ ἴδια. Καὶ ὁ παπποὺς λέει· «μὰ ἐγὼ δὲν θέλω φαγητά. Θέλω τὴ μάνα σας».

2. «Ζητεῖτε τὴν Βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσονται…». Ὅλα ὅσα ἔχουμε ἀνάγκη ὁ Θεὸς πλουσιοπάροχα μᾶς τὰ δίνει, ἀρκεῖ νὰ παραδώσουμε τὸν ἑαυτό μας σ΄ Αὐτόν. Μὲ τὶς παρακλήσεις, τοὺς ἁγιασμοὺς καὶ τὴ θεία Λειτουργία, ἡ καρδιά μας γίνεται «κατ’ οἶκον ἐκκλησία».

3. Στὴ διχόνοια νὰ λαμβάνουμε πάντα τὴ θέση τοῦ ἀδελφοῦ μας. Νὰ λέμε: ἂν ἤμουν ἐγώ, τί θὰ μοῦ ἄρεσε νὰ μοῦ κάνουν; Ἂν θέλουμε νὰ φυλάξουμε τὸν ἑαυτό μας, θὰ πρέπει πρῶτα νὰ διασφαλίσουμε τὸν ἀδελφό μας.

4. Πρέπει ἡ καρδιά τοῦ Χριστιανοῦ νὰ εἶναι πλατιά, νὰ χωρεῖ πολλά, νὰ λυπᾶται νὰ σπλαχνίζεται. Ὅσο δίνεις, παίρνεις. «Μακάριον διδόναι ἢ λαμβάνειν». Τὸ καλὸ εἶναι καλό, ὅταν γίνεται καλά. Νὰ ἐπισκέπτεσαι συχνὰ τόπους ποὺ θλίβονται, διότι συμπάσχεις. Ὅτι καὶ νὰ προσφέρεις στὸν πονεμένο, ὅτι καὶ νὰ τοῦ δώσεις, ἂν δέν τὸν συμπονέσεις, δὲν ἔχει ἀξία. Ἐκεῖ, νὰ κλάψεις μαζί του, στὸ μαξιλάρι του. Καὶ ἐσὺ ὠφελεῖσαι καὶ ἐκεῖνος. Καὶ ἅμα ἐσὺ φύγεις ἀπὸ κοντά του, ἐκεῖνος νὰ προσευχηθεῖ γιὰ σένα ποὺ τὸν πόνεσες. Δὲν εἶναι ἀληθινὴ ἀγάπη αὐτὸ ποὺ κάμνουν μερικοί: νὰ χορεύουν, νὰ διασκεδάζουν, νὰ γλεντοῦν γιὰ φιλανθρωπικοὺς σκοπούς. Καὶ στὸ τέλος ὅτι περισσέψει νὰ λένε στοὺς φτωχοὺς «πάρτε καὶ σεῖς». Αὐτὴ ἡ ἀγάπη τὶς περισσότερες φορὲς εἶναι ἀνώφελη.

5. «Ὅπου εἶναι δύο καὶ συμφωνήσουν σὲ ὅλα, ὅτι μοῦ ζητήσουν θὰ τοὺς τὸ δώσω», εἶπε ὁ Χριστός. Εἶναι συνήθως πολὺ δύσκολο νὰ συμφωνήσουν δύο. Γιὰ νὰ συμφωνήσουν θὰ πρέπει νὰ ζοῦν καὶ οἱ δύο ἐν Κυρίω.

6. Ὅταν ὁ Θεὸς ἔπλασε τὸν ἄνθρωπο ἔπιασε χῶμα ἀπὸ τὴ γῆ. Καὶ ἀκολούθως ἐφύσησε πνοὴ ζωῆς. Ὅταν φύγει ἡ χάρις γινόμαστε ἀπ’ ἐκείνον τὸν πηλό. Τέτοιοι εἴμαστε πλασμένοι.

7. Καλὸ εἶναι κάθε πλάσμα ποὺ τὸ πλησιάζουμε νὰ θωροῦμε τὰ καλά του.

8. Σήμερα ἔλειψε ἡ ἀγάπη, ἡ ἐμπιστοσύνη, ἡ αἰδώ, ὁ σεβασμός. Γιατί ὅμως; Ἔφυγε ὁ φόβος τοῦ Θεοῦ. Καταργήσαμε τοὺς τύπους, ἀλλὰ ἔχουμε τὴν οὐσία; Καὶ οἱ τύποι χρειάζονται. Αὐτὸ τὸ δηλώνει καὶ ἡ φύση. Τὸ ἀθάσι (ἀμύγδαλο) θέλει πέτρα γιὰ νὰ τὸ σπάσεις, ἐπειδὴ ἔχει κέλυφος. Καὶ αὐτὸ τὸ αὐγὸ ἔχει τσόφλι.

9. Νὰ παρακαλοῦμε τὸν Θεὸ νὰ στέλλει ποιμένες ἄξιους, καλοὺς οἰκονόμους. «Δεῦτε λάβετε φῶς…». Πόσα κεριὰ ἀνάβουν! Τρέχουν οἱ ἄνθρωποι νὰ πάρουν τὸ φῶς! Παίρνουν , μὰ δὲν λιγοστεύει.

10.Καὶ ὁ φύλακας ἄγγελος μᾶς ἀγαπᾶ καὶ μᾶς προστατεύει. Φωνάζει, βέβαια, ὅταν πᾶμε νὰ ἁμαρτήσουμε: «μὴ… μή…». Ὕστερα, ἀφοῦ ἐπιμένουμε, ἀποχωρεῖ. Ἔτσι σιγὰ σιγὰ ἡ συνείδησή μας πωρώνεται.

11.Πού εἶναι ὁ Θεός; Γιὰ νὰ μὴ φαίνεται, σημαίνει πὼς κάτι βάλαμε μπροστά. Εἰσάξαμεν ἐναντία. Ἔπαυσεν ὁ Θεός! Ὁ Χριστὸς μᾶς ὑποσχέθηκε: «Ἐγὼ μεθ’ ὑμῶν εἰμὶ πάσας τὰς ἡμέρας, ἕως τῆς συντελείας τοῦ αἰῶνος». Εἶναι μέσα μας ἡ Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Ἐνῶ, ὅταν δὲν εἶναι ὁ Χριστός, γίνεται χῶρος ὅπου εὔκολα ἐνεργεῖ ὁ σατανᾶς.

ΓΑΜΟΣ ΚΑΙ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑ

12. Ὁ γάμος συμβολίζει τὴν πνευματικὴ ἕνωση τοῦ Χριστοῦ μὲ τὴν Ἐκκλησία. «Ἑαυτὸν παρέδωκεν, ἴνα ἁγιάσῃ αὐτήν».

13. Μετὰ τὸν γάμο θὰ πρέπει οἱ σύζυγοι νὰ ἐγκαταλείπουν συναισθηματικὰ τοὺς γονεῖς τους καὶ νὰ προσκολλᾶται ὁ ἕνας στὸν ἄλλον ̇ «Ἕνεκα τούτου καταλείψει ἄνθρωπος τὸν πατέρα καὶ τὴν μητέρα καὶ κολληθήσεται τῇ γυναικὶ αὐτοῦ, καὶ ἔσονται οἱ δύο εἰς σάρκα μίαν;».

14. Νὰ λές: «Τὰ πάθη τοῦ ἄντρα μου εἶναι πάθη μου ̇ τὰ ἐλαττώματά του δικά μου. Καὶ οἱ ἀρετές του πάλι δικές μου. Μαζὶ θὰ τὰ πολεμήσουμε τὰ πάθη, ἀφοῦ εἴμαστε ἕνα σῶμα».

15. Πολλοὶ ἀντὶ νὰ χωριστοῦν ἀπὸ τὸν παλαιὸ ἄνθρωπο, χωρίζουν ἀπὸ τὸν σύντροφό τους, πού ῾ναι τὸ σῶμα τους. Τὸν παλαιὸν ἄνθρωπο νὰ χωρίσουμε καὶ ὄχι τὸν ἄντρα ἢ τὴν γυναίκα μας. Ἐπιβάτες στὸ ἁμάξι εἶναι τὰ παιδιά. Νὰ μὴν περιμένουμε νὰ μᾶς ἀγαπήσουν τὰ παιδιὰ ὅπως τοὺς ἀγαποῦμε ἐμεῖς. Ὁ γονιὸς ἀγαπᾶ παραπάνω. Καὶ ὁ Θεός, σὰν πατέρας, μᾶς ἀγαπᾶ πιὸ πολὺ ἀπ’ ὅτι τὸν ἀγαποῦμε ἐμεῖς. Γι’ αὐτὸ νὰ μήν τὸν πικραίνουμε. Τὰ ἔδειξε ταιριαστὰ ὁ Θεός. Ἡ ἐφαρμογὴ ὅμως λείπει. Ξέρεις τί σημαίνει νὰ ἐπιστρέψει στὸ σπίτι ὁ ἄντρας κουρασμένος ἀπὸ τὴ δουλειά του καὶ νὰ βρεθεῖ ἡ γυναίκα νὰ τον παρηγορήσει καὶ νὰ τοῦ πεῖ δύο λόγια ἀγάπης! Ἀκουμπᾶ ὁ ἄντρας στὴ γυναίκα. Καὶ ἂν ὁ ἄντρας πιάσει τὸ μωρό, νὰ μπορέσει ἡ γυναίκα νὰ κάμει τὶς δουλειές, τότε γίνεται πιὸ εὔκολη ἡ ζωὴ στὴν οἰκογένεια.

16. Ὅταν θὰ γεννήσει ἡ γυναίκα, εἶναι καλὸ νὰ λέει τοὺς Χαιρετισμούς, τὸ ̇«Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με», καὶ τὸ ̇«Θεοτόκε Παρθένε…». Μὲ τὴν ἄσκηση ὅλα κατορθώνονται.

ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ ΓΙΑ ΑΣΚΗΣΗ ΚΑΙ ΑΝΤΙΜΕΤΩΠΙΣΗ ΑΜΑΡΤΙΑΣ

17. Τὸ ζήτημα τῆς νηστείας κανονίζεται ἀναλόγως τῆς ἀντοχῆς. Ἕνας ἀδύναμος καὶ τὴ μισὴ νηστεία νὰ κάμει τὸν φτάνει. Ἀκόμα εἶναι καὶ πολλή. Τὸ κατὰ δύναμιν… Θὰ πρέπει μὲ διάκριση νὰ νηστεύουμε ὅσο μποροῦμε. Σήμερα, μὲ τόσα πολλὰ ἀγαθά, ὁ κόσμος κουράστηκε νὰ τρώει. Ἔτσι θὰ πρέπει νὰ στραφεῖ στὴν νηστεία. Εὐτυχῶς εἶναι ἀρκετοί, ἀκόμα καὶ νέοι, ποὺ νηστεύουν, ὅλες τὶς νηστεῖες ποὺ ὁρίζει ἡ Ἐκκλησία, μάλιστα κρατᾶνε καὶ τὸ «τριήμερο» στὴν ἀρχὴ τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς. Προτοῦ ἀκολουθήσεις πρόγραμμα αὐστηρῆς νηστείας θὰ πρέπει νὰ κάμεις καὶ προπονήσεις. Ν’ ἀρχίσεις πρῶτα νὰ τρώεις μιὰ φορὰ τὴν ἡμέρα, ὕστερα μιὰ μέρα νὰ μὴν φᾶς, ἀκολούθως μπορεῖς νὰ μὴν τρῶς καὶ τρεῖς συνεχόμενες μέρες.

18. Ὅποιος καταλάβει τὴ ματαιότητα τοῦ κόσμου, δὲν τὸν θλίβουν τὰ κοσμικά, καὶ ἀποδίδει «τὰ τοῦ Καίσαρος τῷ Καίσαρι καὶ τὰ τοῦ Θεοῦ τῷ Θεῶ».

19. Ἡ ἁμαρτία ἀρχίζει ἀπὸ μικρή. Ἕνα ψέμα, μιὰ κλεψιά. Καλὸ εἶναι νὰ ἀποδιώχνουμε τὸν κλέφτη πρὶν φωλιάσει μέσα μας. Ὅπως τὴν ἀρρώστια ἔτσι καὶ τὸ πάθος, πρέπει νὰ τὸ ἀντιμετωπίσομε ἀπό τὴν ἀρχή.

20. Νὰ γίνουμε μεγαλόψυχοι. Ἡ χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος δίνει μεγαλοψυχία. «Οἱ καρποὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἶναι ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, ἀγαθοσύνη, πίστης, πραότης, ἐγκράτεια». «Οἱ τοῦ Χριστοῦ ἐσταύρωσαν τὴν σάρκα σὺν τοῖς παθήμασι καὶ ταῖς ἐπιθυμίαις…». Διότι ἅμα ξεσηκωθεῖ τὸ πάθος εἶναι δύσκολο.

21. Ἀναλογίζεσαι πῶς ἐνεργεῖ ὁ μισόκαλος ἐχθρὸς τοῦ ἀνθρώπου; Πολεμᾶ τὰ πλάσματα νὰ μὴν μεταλαμβάνουν, νὰ μὴν ἐξομολογοῦνται. Τότε, στὸν παράδεισο, μᾶς πλάνησε νὰ φᾶμε ἀπὸ τὸν ἀπαγορευμένο καρπό. Τώρα, μᾶς βάζει νὰ μὴν πλησιάζουμε στὰ μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας.

22. Στὰ λόγια τῆς Γραφῆς ὑπάρχουν χωρία ποὺ ἀγγίζουν κατάβαθα τὴν καρδιά μας. «Ἐλέησον μὲ ὁ Θεὸς κατὰ τὸ μέγα ἔλεός σου» ἢ «Ἱλάσθητί μοι τῷ ἁμαρτωλῷ». «Γνώρισόν μοι, Κύριε, ὁδὸν ἐν ᾗ πορεύσομαι, ὅτι πρὸς σὲ ἦρα τὴν ψυχήν μου… Ἐξελοῦ με ἐκ τῶν ἐχθρῶν μου… Ἀπολεῖς πάντας τοὺς θλίβοντας τὴν ψυχήν μου… Τὸ πνεῦμά σου τὸ ἀγαθὸν ὁδηγήσει με ἐν γῇ εὐθείᾳ….». Αὐτὰ τὰ εἶπε ὁ Δαυὶδ ὅταν ἔζησε τὴ μετάνοια. Τέτοιος ἄνθρωπος ἔπεσε σὲ τέτοια ἁμαρτήματα. Ναί, μὰ πρὸς νουθεσία μας μᾶς τὰ εἶπε τοῦτα, γιὰ νὰ μὴν ἐρχόμαστε σὲ ἀπελπισία.

23. Ἂν δοῦμε κάτι καλό, μᾶς ἀρέσει. Πόσο μάλλον νὰ τὸ κάνουμε ἐμεῖς. Ὁ σκοπὸς τοῦ ἐρχομοῦ μας στὴ γῆ εἶναι νὰ κερδίσουμε τὸν Παράδεισο. Καλοὺς χριστιανοὺς δὲν θά ‘χει στὴν κόλαση. Ἐνῶ ἕνας καλὸς ἄνθρωπος μπορεῖ νά ‘ναι στὴν κόλαση, διότι ἔφυγε ἀνεξομολόγητος μὲ τὶς ἁμαρτίες του.

24. Πολλὲς φορές στὴ σιγὴ τῆς βραδιᾶς ἀπολαμβάνει ἡ καρδιά τους ψιθυρισμοὺς τοῦ Πνεύματος. Γίνεται ἕνας δέκτης ἡ ψυχὴ ποὺ ἑλκύει τὸ ἀνέσπερο φῶς. Σὲ ξάγρυπνους τσοπάνηδες ἀποκάλυψε ὁ Θεός τὸ γεγονὸς τῆς Γέννησης. Ἦταν ἀγραυλοῦντες πάνω στὸ καθῆκον τους, καὶ πρῶτοι ἀξιώθηκαν νὰ μάθουν ὅτι γεννήθηκε ὁ Χριστός. Ἡ ἀγρυπνία καὶ ἡ ταπείνωση φανερώνουν τὰ οὐράνια φῶτα.

25. Ταπείνωση εἶναι νὰ νεκρώσουμε τὸ θέλημά μας. Νὰ θέλουμε ὅτι θέλει ὁ Θεός. Νὰ γίνουμε γεφύρι νὰ περνοῦν ὅλοι ἀπὸ πάνω μας. Ἂς μοῦ κάμει ὁ ἄλλος τὸν ἔξυπνο καὶ ἂς μὲ ξεγελᾶ στὰ ὑλικά. Ὁ Θεὸς νὰ τὸν συγχωρέσει. Καὶ μὴ νομίζουμε πὼς ἔτσι κακομαθαίνουμε τοὺς ἄλλους.

26. Ἡ ὑπερηφάνεια πολεμεῖται μὲ τὸ νὰ προσεύχεται τὸ πλάσμα καὶ νὰ ταπεινώνει τὸν ἑαυτό του, νὰ τὸν κάμει χῶμα, μηδέν. Τίποτα δὲν εἴμαστε. Ὁ Χριστὸς εἶναι τὸ πᾶν, εἶναι τὸ ἕνα, μπροστὰ ἀπὸ τὰ μηδενικά. Μετὰ τὸ ἕνα ὅτι προσθέσουμε ἔχει ἀξία. Ἐὰν λείπει τὸ ἕνα, μηδὲν σὺν μηδὲν θὰ ἔχει σὰν ἀποτέλεσμα πάλι τὸ μηδέν.

27.Τρία πράγματα νὰ ζητᾶμε ἀπὸ τὸν Θεὸ νὰ μᾶς χαρίσει: ζωντανὴ πίστη, ἐλπίδα καὶ ἐνεργὸ τὴν ἀγάπη. Τέταρτο, ὡς δῶρο τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ νὰ ζητᾶμε διάκριση, νὰ ξέρουμε τί νὰ κάνουμε γιὰ τὴ σωτηρία μας, πῶς θὰ ἐνεργοῦμε καὶ τί νὰ λέμε;

ΠΙΣΤΗ – ΔΟΚΙΜΑΣΙΕΣ

28. Ἡ πίστη εἶναι τὸ κυριότερο… Βοηθᾶ ὁ Θεός. Μοχθοῦμε, μεριμνοῦμε, ἀλλὰ ὁ Θεὸς βοηθᾶ. Καὶ πολλὰ ποὺ φοβούμαστε νὰ γίνουν, ὁ Θεὸς βοηθᾶ. Καὶ πολλὰ ποὺ φοβούμαστε νὰ γίνουν, ὁ Θεὸς δὲν τὰ ἐπιτρέπει. Ἀφοῦ δὲν θέλουμε τὸ κακό, ὁ Θεὸς μᾶς φυλάει.

29. Ὁ ἐνάντιος δίνει ἀρρώστια στὰ πλάσματα. Ὅπως τοῦ Ἰώβ, τῆς συγκύπτουσας. Δίνει ἀρρώστιες καὶ ὁ Θεός τὸ ἐπιτρέπει. Ἐμεῖς καταφεύγουμε στὴν Παναγία, στὸν ἀπόστολο Ἀνδρέα, στὸν ἅγιο Παντελεήμονα, στὸν ἅγιο Γεώργιο… γιὰ νὰ θεραπευθοῦμε. Ὅταν ὅμως δὲν εἰσακούονται οἱ προσευχές μας καταφεύγομε στὸν μάγο. Χάνουμε τότε τὴν ἐπαφή μας μὲ τὴν ἀληθινὴ ζωή, τὸν Θεό.

30. Ἡ σωτηρία ἐξαρτᾶται ἀπὸ τὴ χρήση τοῦ χρόνου. Ὑπάρχουν ἄνθρωποι ποὺ ἔζησαν μακροχρόνια στὴν ἀρετὴ καὶ μετὰ ἔπεσαν σὲ ἁμαρτία καὶ χάθηκαν. Καὶ ἄλλοι ἁγίασαν, ἐνῶ ἔζησαν γιὰ πολλὰ χρόνια σὲ ἁμαρτία καὶ ὕστερα μετανόησαν.

31. Πολλὲς φορὲς μπορεῖ νὰ σὲ συκοφαντοῦν. Ἐσὺ νὰ λὲς: «Δόξα νά ‘χεις Θεέ μου. Δῶσε μου ὑπομονὴ νὰ δεχθῶ τὴ συκοφαντία καὶ φώτισε τους». Νὰ λέμε τὴ γνώμη μας, ἀλλὰ νὰ μὴν ἔχουμε ἀπαίτηση νὰ ἀκουστεῖ, ἔστω καὶ ἂν ξέρουμε ὅτι ἔχουμε δίκιο. Τότε ἔχουμε μισθὸ στὸν οὐρανό.

32. Ὅταν μᾶς ρωτοῦν «πῶς πάτε;», λέμε καλά. Ἐννοοῦμε, καλὰ στὴν ὑγεία. Μὰ τοῦτα δὲν εἶναι τ’ ἀληθινὰ καλά. Ἐνῶ ὅταν ἔχουμε πειρασμοὺς καὶ δοκιμαζόμαστε, τότε παίρνουμε μισθό. Ὁ χριστιανὸς θὰ φανεῖ στὶς δοκιμασίες, στοὺς πειρασμούς. Μᾶς μαλακώνουν, ταπεινωνόμαστε, ἐγκρατευόμαστε, ἐνῶ ὅταν δὲν πειραζόμαστε… Εἶναι πολὺ σοφὰ ὅσα λέει ἡ Γραφή: «Ἐν θλίψει ἐμνήσθημέν Σου… Ἐμνησθήμεν τὸ πρωὶ τοῦ ἐλέους σου Κύριε… Εὐφρανθείημεν ἀνθ᾿ ὧν ἡμερῶν ἐταπείνωσας ἡμᾶς… Ἐν θλίψει ἐπλάτυνάς με… Μαστιγοῖ δὲ πάντα υἱὸν ὃν παραδέχετα…». Διαφορετικὰ εἴμαστε νόθα παιδιὰ τοῦ Θεοῦ.

33. Μερικοὶ λένε πὼς δὲν καταλαβαίνουν τὴ Λειτουργία. Μὰ ὅλοι δὲν εἶναι σπουδασμένοι; Λείπει ὅμως τὸ ἐνδιαφέρον. Οἱ παλιοὶ χριστιανοὶ εἶχαν λαχτάρα καὶ γι’ αὐτὸ τοὺς ἄρεσε ἡ Λειτουργία, ἀκόμα καὶ τοῦ ἁγίου Ἰακώβου, παρόλο ποὺ εἶναι ἐκτενής. Σήμερα πρέπει νὰ ὑπάρχουν καθίσματα ἢ νὰ εἶναι σύντομη ἡ Λειτουργία, γιὰ νὰ πάει ὁ ἄνθρωπος ἐκκλησία. Βαρὺ τὸ σῶμα, λείπει ἡ λαχτάρα. Ὅμως στὴ δουλειά, πάνω στὴ σκαλωσιά, μέσ’ τὸν ἥλιο στέκει. Στὴ μάππα (μπάλα, ποδόσφαιρο) στέκει, καὶ ἂς ὑπάρχουν καθίσματα. Ἀκόμα εἶναι ἐνδεχόμενο νὰ βρέχεται καὶ τὰ πόδια του νὰ τὸν πονέσουν ἀπὸ τὴν ὀρθοστασία! Χίλια λόγια ἀκοῦμε καὶ δὲν κουραζόμαστε. Ἀπὸ τὰ λόγια τῶν Ἀκολουθιῶν ὅμως δυσανασχετοῦμε.

Σταχυολόγηση λόγων τοῦ Γέρου Παναῆ ἀπὸ τὸ βιβλίο: Πρωτοπρεσβυτέρου Ἀνδρέα Ἀγαθοκλέους Ἐμπειρία ἁγιότητος, 3ἔκδ., Ἱερὸ Ἡσυχαστηρίο Ἁγίας Τριάδος, Λυθροδόντας – Κύπρος, 2010.

Εκκλησία Online
Γράψε το σχόλιό σου

Αφήστε μια απάντηση

Comment moderation is enabled. Your comment may take some time to appear.