Κάθε χρόνο στης 6 Σεπτέμβρη, γιορτάζεται το μεγαλειώδεις θαύμα του Αρχαγγέλου Μιχαήλ, γνωστό ως το «Εν Χώναις θαύμα», απόδειξη ότι ο Αρχάγγελος Μιχαήλ είναι ο φύλακας των δικαίων και τιμωρός των αδίκων. Λένε ότι, όταν ο Ευαγγελιστής Ιωάννης εκήρυττε το Ευαγγέλιον στα μέρη της Φρυγίας, είπε προφητικώς ότι ύστερα απʼ ολίγο καιρό ο τόπος αυτός θα βρίσκεται κάτω από τη σκέπη και τη μέριμνα του Αρχαγγέλου Μιχαήλ.
Εν Χωναίς θαύμα Αρχαγγέλου Μιχαήλ – Tι γιορτάζουμε σήμερα 6 Σεπτεμβρίου
Ύστερα από λίγο καιρό μετά από την πρόρρησιν αυτήν, άρχισε να βγαίνει από τη γη αγίασμα, το οποίο με τη δύναμη του Αρχαγγέλου Μιχαήλ εθεράπευε τα πλήθη των ασθενών. Ένας Χριστιανός, επειδή θεραπεύθηκε η κόρη του, έκτισε έναν ναόν ωραιότατον εις το όνομα του Αρχιστρατήγου. Ομοίως έφτιαξε επάνω από το αγίασμα μια σκεπή πολύ ωραία και πολυδάπανη.
Μετά από 99 έτη εγκαταστάθηκε στο ναό του Αρχαγγέλου κάποιος, Θεοφιλής και ευλαβής νέος, ο Άρχιππος και εφρόντιζε γιʼ αυτόν. Ζούσε δε εκεί μιά ζωή αρκετά εγκρατή και ασκητική. Οι ειδωλολάτρες όμως κινήθηκαν εναντίον του από φθόνο και μοχθηρία και τον καταδίωκαν συνεχώς. Και τέτοιο ήταν το μίσος τους, που μια μέρα τον άρπαξαν από τα μαλλιά και τον χτυπούσαν με ραβδιά στο σώμα του.
Εκεί δε που έδειξαν όλη την κακία τους, ήταν το Αγίασμα. Όταν κάποτε πήγαν να το χαλάσουν και να το εξαφανίσουν , ω του θαύματος! Άλλοι έμειναν με τα χέρια παράλυτα, άλλους δε μια φλόγα πυρός τους εμπόδιζε από κάθε δυσσεβή πράξη και τους ανάγκαζε να επιστρέφουν πίσω. Μη μπορώντας λοιπόν τότε να πλησιάσουν, σκέφτηκαν άλλο τρόπο. Να γυρίσουν το νερό από το ποτάμι, που έτρεχε εκεί κοντά, κατά το Αγίασμα και έτσι να πνίξουν και τους πιστούς που πήγαιναν να βρούν την υγείαν τους και τον Άρχιππον και να εξαφανίσουν το Αγίασμα, να το καταστρέψουν.
Η θερμή παράκληση του Αρχίππου
Και τότε το ποτάμι σαν λογικό ον, σαν να είχε μέσα του ψυχή, στράφηκε προς το άλλο μέρος. Γεμάτοι οργή οι άπιστοι, σαν είδαν ότι απέτυχε και αυτή τους η προσπάθεια σκέφτονται κάτι άλλο. Να ενώσουν τα δύο ποτάμια, τον Λυκόστρατον και τον Κούφον και να τα στρέψουν καταπάνω στην Εκκλησία. Και ήταν τόσο ορμητικό το νερό τους και ήταν τόσο πολύ κατηφορικό το μέρος που αν το κατώρθωναν δεν θα έμενε ούτε σταγόνα από το Αγίασμα και ούτε μια πέτρα από τον Ναόν. Συγκεντρώθηκαν λοιπόν αυτοί οι καταραμένοι, έσκαψαν ένα βαθύ χανδάκι και γύρισαν μέσα και τα δύο ποτάμια με κατεύθυνση προς το Αγίασμα. Τότε ο Άρχιππος αφού κατάλαβε το σχέδιό τους, με θερμά δάκρυα παρακαλούσε τον Αρχάγγελο να σώσει τον ναό και το Αγίασμα και να ντροπιάσει τα σχέδια των ασεβών.
Ο Αρχάγγελος άκουσε την θερμή δεήσι του. Παρουσιάζεται λοιπόν και τον φωνάζει με το όνομα του! Ο Άρχιππος κατάπληκτος από την όψη του Αρχαγγέλου, βγήκε από τον ναό και πέφτει μπρούμυτα στη γη. «Σήκω πάνω, του λέγει ο Αρχιστράτηγος Μιχαήλ, και μη φοβάσαι. Έλα μαζί μου και θα ιδής με τα μάτια σου τη δύναμη του Θεού, την ακαταμάχητη!» Μόλις λοιπόν εσημείωσε ο Αρχάγγελος τον τύπον του Σταυρού, αμέσως τα δύο ποτάμια που κατηφόριζαν ορμητικά και απειλούσαν με αφανισμό το ναό, σταμάτησαν ακίνητα σαν ένα τείχος!!
Η σκηνή αυτή θυμίζει το ψαλμικόν: «Ειδοσάν Σε ο Θεός, είδοσαν σε ύδατα και εφοβήθησαν».
Έπειτα εχάραξε ο Αρχάγγελος το σημείον του Σταυρού επάνω σε μία πέτρα πάρα πολύ υψηλή, που ήταν κοντά στο ναό, και ω του θαύματος! Αμέσως έγινε μεγάλη και φοβερή βροντή. Η γη εσείσθηκε και η πέτρα σχίσθηκε και δημιουργήθηκε ένα βαθύ φαράγγι, ένα χωνευτήρι. Ο Αρχάγγελος επείτα σημειώνει και πάλιν τον τύπον του Σταυρού και λέγει:
– Ας συντριβεί η δύναμις του διαβόλου και ας γίνεται κάθε καλό σʼ αυτούς που πλησιάζουν με πίστη στον τόπον αυτόν.
Έπειτα δε με φωνήν μεγάλην και λαμπρή πρόσταξε στα ποτάμια με τούτα τα λόγια:
– Εις την χώνην ταύτην χωνευθήτε, ω ποταμοί!
Και αμέσως το νερό των ποταμών καταχωνεύθηκε. Μέσα σε εκείνη την καταβόθρα. Και μέχρι σήμερα οι ποταμοί εκείνοι φαίνονται χωνευμένοι στην πέτρα, προς το επάνω μέρος της Εκκλησίας, λίγο ανατολικότερα από το Ιερό βήμα. Εκεί χάνονται. Από τότε ο τόπος εκείνος, από Κολοσσαί, που λεγόταν πρίν, μετωνομάσθηκε και λέγεται Χώναι. Ο Άρχιππος με δάκρυα χαράς εδόξαζε τον Θεό για τη σωτηρία του Αγιάσματος, της Εκκλησίας και του ιδίου από τον βέβαιο θάνατο. Έζησε εκεί στην Εκκλησία 70 ολόκληρα χρόνια μέχρι το τέλος της ζωής του με τρόπον καλόν και θεάρεστον.