Το ξημέρωμα της 25ης Δεκεμβρίου, εορτή της Γεννήσεως του Χριστού, ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων χοροστάτησε στον Όρθρο και λειτούργησε στον Ιερό Μητροπολιτικό Ναό των Αγίων Πρωτοκορυφαίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου Βεροίας.
Την Ποιμαντορική Εγκύκλιο των Χριστουγέννων ανέγνωσε ο Πρωτοσύγκελλος Αρχιμ. Αθηναγόρας Μπίρδας.
****
Χαρμόσυνος ἀντηχεῖ ὁ ἀγγελικός ὕμνος, συνοδεύοντας τό πιό χαρμόσυνο γεγονός στήν ἱστορία τοῦ κόσμου, τό μοναδικό καί ἀνεπανάληπτο γεγονός τῆς θείας σαρκώσεως.
Χαρμόσυνος ἀντηχεῖ ὁ ὕμνος, ἑνώνοντας τή γῆ μέ τόν οὐρανό.
Οἱ ἀγγελικοί χοροί πού μέχρι τήν ἡμέρα ἐκείνη ὑμνοῦσαν ἀδιαλείπτως τόν Θεό στόν οὐρανό, κατεβαίνουν τώρα στή γῆ, γιά νά ὑμνήσουν τόν Υἱό καί Λόγο τοῦ Θεοῦ, ὁ ὁποῖος «ἔκλινεν οὐρανούς καί κατέβη», γιά νά ἑνώσει τά διεστῶτα καί νά ἀποκαταστήσει τή σχέση Θεοῦ καί ἀνθρώπων, ἡ ὁποία εἶχε διαταραχθεῖ μέ τήν παρακοή τῶν πρωτοπλάστων καί τήν ἔξωσή τους ἀπό τόν παράδεισο.
«Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ», ψάλλουν οἱ ἅγιοι ἄγγελοι. Δοξάζουν τό μεγαλεῖο τοῦ Θεοῦ, ὄχι ὅμως μόνο γιά τούς λόγους γιά τούς ὁποίους τό ἔκαναν μέχρι τότε, ἀλλά καί γιά ἕναν ἐπιπλέον λόγο: Γιατί σήμερα ἀντιλαμβάνονται καί οἱ ἴδιοι τήν ἀπέραντη ἀγάπη τοῦ Θεοῦ πρός τό πλάσμα του, γιατί καί οἱ ἴδιοι οἱ ἅγιοι ἄγγελοι ἐκπλήττονται βλέποντας νά ἀποκαλύπτεται τό «ἀπ᾽ αἰῶνος σεσιγημένον μυστήριον» τῆς θείας ἀγάπης, πού καταδέχεται νά λάβει δούλου μορφή καί νά γίνει ἄνθρωπος προκειμένου νά θεώσει τόν ἄνθρωπο καί νά τόν καταστήσει τέκνο Θεοῦ καί κληρονόμο τῆς βασιλείας του.
«Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καί ἐπί γῆς εἰρήνη», ψάλλουν οἱ ἅγιοι ἄγγελοι, ὑμνώντας τόν ἄρχοντα τῆς εἰρήνης, τόν Θεό, γιατί δικό του ἔργο εἶναι ἡ εἰρήνη πού ἐπιστρέφει στή γῆ ὡς ἀποτέλεσμα τῆς πραγματώσεως τοῦ σχεδίου τῆς θείας οἰκονομίας, νά ἀπαλλάξει διά τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Υἱοῦ του τούς ἀνθρώπους ἀπό τήν ἁμαρτία καί νά γκρεμίσει τό «μεσότοιχον τῆς ἔχθρας» πού χώριζε τούς ἀνθρώπους ἀπό τήν ἀγάπη του.
«Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καί … ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία». Δοξάζουν τόν Θεό οἱ ἅγιοι ἄγγελοι καί γιά ἕναν ἀκόμη λόγο: Γιατί δέν μποροῦσαν νά φαντασθοῦν ὅτι ἦταν ποτέ δυνατόν ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, αὐτός ὁ ὁποῖος ὑπῆρχε «ἐν τοῖς κόλποις τοῦ Πατρός», νά βρεθεῖ μεταξύ τῶν ἀνθρώπων, τῶν ἀνθρώπων πού ἐπαναστάτησαν καί παρήκουσαν τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ, πού ἐπέλεξαν νά λατρεύσουν τήν κτίση παρά τόν κτίσαντα, πού φάνηκαν ἐπανειλημμένα ἀγνώμονες ἔναντι τοῦ εὐεργέτου τους, γιά νά τούς σώσει ἀπό τήν αἰώνια καταδίκη.
Ἐκπλήττονται, λοιπόν, γιατί τήν ὑπακοή πού ὀφείλαμε οἱ ἄνθρωποι στόν Θεό, τήν προσφέρει ὁ Υἱό του, ὁ ὁποῖος «ἐταπείνωσεν ἑαυτόν γενόμενος ὑπήκοος μέχρι θανάτου θανάτου δέ σταυροῦ».
Καί ἔτσι ἔρχεται ὡς «εὐδοκία τοῦ Θεοῦ» μεταξύ τῶν ἀνθρώπων, γιατί ἦταν αὐτός ὁ ὁποῖος ἐφάρμοσε ἀπολύτως τό θέλημα τοῦ Πατρός, ὥστε νά ἀναπαύεται σέ αὐτόν πλήρως ὁ Θεός καί νά διακηρύσσει ὅτι «οὗτος ἐστίν ὁ Υἱός μου ὁ ἀγαπητός ἐν ᾧ ηὐδόκησα».
«Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καί ἐπί γῆς εἰρήνη ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία», ἄς ψάλλουμε καί ἐμεῖς σήμερα, ἀδελφοί μου, δοξάζοντας καί ὑμνώντας τόν Θεό γιά τήν ἄπειρη ἀγάπη του ἀλλά καί γιά τή δυνατότητα πού μᾶς προσφέρει νά γεννηθεῖ μέσα στήν ψυχή τοῦ καθενός μας.
Ἀρκεῖ ἐμεῖς νά θελήσουμε νά τήν ἀνοίξουμε καί νά τόν ὑποδεχθοῦμε. Ἀρκεῖ νά θελήσουμε νά τοῦ προσφέρουμε τόν ἑαυτό μας ὡς «τόπον ἐν τῷ καταλύματι».
Ἀρκεῖ νά θελήσουμε νά τοῦ προσφέρουμε τή θέρμη τῆς ἀγάπης μας, ὡς ἐλάχιστη ἀνταπόδοση τῆς δικῆς του ἀπέραντης ἀγάπης μας.
Καί ἀρκεῖ νά ἀποφασίσουμε μέ τήν ὑπακοή μας στό θέλημά του νά εἴμεθα εὐάρεστοι ἐνώπιόν του, γιά νά μποροῦμε νά ζοῦμε τήν εἰρήνη του καί στήν ψυχή μας καί στό περιβάλλον καί στόν κόσμο μας, πού δοκιμάζεται στίς ἡμέρες μας ἀπό τίς συγκρούσεις καί τίς ἀντιπαραθέσεις πού προκαλοῦν οἱ ἐγωιστικές ἐπιδιώξεις καί τά συμφέροντα τῶν ἰσχυρῶν τοῦ κόσμου.
Καί εὔχομαι πατρικά ὁ νεογέννητος Χριστός νά χαρίσει μέ τήν παρουσία τους στίς ψυχές σας πλούσια τήν εὐλογία καί τή χάρη του σέ ὅλους σας.