Είναι αλήθεια πως υπάρχουν άνθρωποι που, ενώ δεν έχουν σχέση με την Εκκλησία, έχουν την ευαισθησία να νοιάζονται για το τι θα γίνουν τα εκατομμύρια των ανθρώπων εκείνων που ανήκουν σε άλλες θρησκείες, όταν, μετά τη Δευτέρα Παρουσία, υπάρξει η τελική κρίση.
π. Ανδρέα Αγαθοκλέους
Αν και τα κριτήριά τους είναι ανιδιοτελή, εν τούτοις η θεώρησή τους δεν έχει θεολογικά κριτήρια, γι’ αυτό κι αδυνατούν να κατανοήσουν ότι ο Θεός δεν θα ενεργήσει «εν τη εσχάτη ημέρα» ως δικαστής. Η Ορθόδοξη θεώρηση για την κόλαση και τον παράδεισο, σ’ αντίθεση με τη Δυτική θεολογία, είναι ότι δεν είναι ο Θεός που αποφασίζει «πού» θα βρεθεί ο καθένας, αλλά ο κάθε άνθρωπος καθορίζει τη σχέση του με το Φως, ώστε ο τρόπος ζωής του να του χαρίζει «φως εκ Φωτός». Η κοινωνία με τον Χριστό και κατ’ επέκταση με όλο τον κόσμο καθορίζει τον παράδεισο. Το αντίθετο είναι η κόλαση.
Δεν έχει υπόσταση η κόλαση όπως δεν έχει το σκοτάδι. Η παρουσία τού ήλιου διαλύει τη νύχτα, ανάλογα με το πόσο φωτίζει τη γη. Η παρουσία τού Χριστού στην καρδιά μας φωτίζει την ύπαρξή μας ανάλογα με τη δεκτικότητά μας.
Η σωτηρία του κόσμου γίνεται από το Σωτήρα του κόσμου με κριτήρια δικά Του, που υπερβαίνουν τα όποια δικά μας. Τα δικά Του στηρίζονται στην χωρίς όρια αγάπη Του που Τον οδηγεί στο Σταύρο. Μία Εσταυρωμένη Αγάπη ποια σχέση μπορεί να έχει με νόμους και δικαστήρια που κρίνουν «κάτ’ όψιν»; Εκείνος που βλέπει το βάθος, τις ρίζες μας, τις κληρονομικές αναπηρίες και τα παιδικά τραύματά μας, τη διαπαιδαγώγηση και το περιβάλλον μας, όχι μόνο δεν θα μας «κάτσει στο σκαμνί», αλλά και θα μάς δικαιολογεί πιο πολύ απ’ ότι εμείς τον εαυτό μας.
Ο σπουδαίος θεολόγος π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ, έλεγε τα εξής: «Με κανένα τρόπο δεν είμαι διατεθειμένος να θέσω κανέναν “εκτός Εκκλησίας”. Η “κρίσις” έχει δοθεί στον Υιό. Κάνεις δεν διορίσθηκε για να προλαμβάνει την κρίση Του»[1].
Με αυτή την Ορθόδοξη θεώρηση μπορούμε να αναπνέομε, να ζούμε, να χαιρόμαστε στη σκέπη του Θεού μας και να πορευόμαστε ακόμα και μέσα από αντίξοες συνθήκες ζωής, πόνο και δάκρυ, εμπιστευόμενοι το σχέδιό Του για μας.
Φυσικά και η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν είναι μία από τις θρησκείες – ανθρώπινα κατασκευάσματα για να πιαστεί κάπου ο ταλαίπωρος άνθρωπος – αλλά ο τρόπος ζωής του Τριαδικού Θεού που μας αποκάλυψε ο Θεάνθρωπος. Σ’ αυτήν αποκαλύπτεται, γνωρίζεται και βιώνεται όλη η Αλήθεια. Όμως, δεν μπορούμε να περιορίζουμε το Άγιο Πνεύμα, αν θέλει να φωτίσει και αποκαλύψει κάτι απ’ αυτή την Αλήθεια σε άλλους λαούς.
Δεν είναι καλύτερα να εμβαθύνουμε, ταπεινά και απλά, σ’ αυτό που μας δόθηκε ως δώρο, χωρίς να ασχολούμαστε με τα «πώς και γιατί» που μας υπερβαίνουν;
Δεν είναι πιο ουσιαστικό να ζούμε το Ευαγγέλιο του Χριστού – την ευχάριστη είδηση που δίνει νόημα και χαρά – παρά να φιλοσοφούμε χωρίς νόημα για τη ζωή, τη δική μας και των άλλων;
[1] Θέματα Ορθοδόξου θεολογίας, Εκδ. Άρτος Ζωής, Αθήνα 1973, σ.220