Ο Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος εκοιμήθη από εξάντληση στις 14 Σεπτεμβρίου του 407 μ.Χ. κατά τη διάρκεια της τρίτης του εξορίας από την αυτοκράτειρα Ευδοξία και τάφηκε στα Κόμανα του Πόντου. Το σεπτό λείψανό του περίμενε επί τριάντα έτη, θαμμένο στον τόπο της εξορίας και του μαρτυρίου του.

Το σεπτό λείψανό του περίμενε επί τριάντα έτη, θαμμένο στον τόπο της εξορίας και του μαρτυρίου του. Για σχεδόν 30 χρόνια διάδοχοί του στο θρόνο της Κωνσταντινούπολης αναδεικνύονται άνθρωποι που τον πολέμησαν, συναίνεσαν στον διωγμό του και, μετά πια από τον θάνατό του, δεν τον αναγνωρίζουν – το όνομά του δεν το συμπεριλαμβάνουν ούτε καν στα δίπτυχα των κεκοιμημένων ιεραρχών. Αντίθετα στον απλό λαό η αναγνώριση του μεγάλου ιεράρχη όσο περνούν τα χρόνια γίνεται σχεδόν πάνδημη. Η τιμή του αποκαταστάθηκε και επίσημα το 434 όταν αρχιεπίσκοπος χειροτονήθηκε ο μαθητής του άγιος Πρόκλος.

Ο Πρόκλος διατηρούσε ευλαβικά τη μνήμη του παλιού του διδασκάλου και δεν παρέλειπε καμία ευκαιρία να την υπενθυμίζει στο λαό. Μια μέρα, λοιπόν, του 437, ενώ έπλεκε τον πανηγυρικό του Χρυσοστόμου με αφορμή τη γιορτή του, οι παρευρισκόμενοι τον διέκοψαν με ζητωκραυγές. «Ζητούμε», φώναζαν, «να μας δώσουν πίσω τον επίσκοπό μας Ιωάννη. Θέλουμε το σώμα του πατέρα μας». Ο Πρόκλος έσπευσε να γνωστοποιήσει στον αυτοκράτορα αυτήν την επιθυμία του λαού. Στην ικανοποίησή της έβλεπε την πλήρη αποκατάσταση της ειρήνης.

Ο Θεοδόσιος ο Β΄, που κατείχε πάντα το θρόνο των καισάρων της Ανατολής και κυβερνούσε τότε μόνος του, αποδέχθηκε χωρίς δισταγμό την επιθυμία του λαού και του αρχιεπισκόπου. Στα χρόνια της νιότης του ανατράφηκε με τις φροντίδες της μεγαλύτερης αδελφής του Πουλχερίας. Ποτέ δεν είχε συμμεριστεί η αδελφή του, ούτε και στις οξύτερες θρησκευτικές διενέξεις, τα αισθήματα της μητέρας της Ευδοξίας. Από νωρίς ο Θεοδόσιος θαύμασε και πόνεσε μυστικά τον μεγάλο κατατρεγμένο ρήτορα. Τον αποκαλούσε “διδάσκαλο της οικουμένης και πατριάρχη με χρυσό στόμα”.

Δόθηκε αμέσως διαταγή να μεταφέρουν το σώμα του εξορίστου στην Κωνσταντινούπολη και να το αποθέσουν στο ναό των Αποστόλων. Ο Ιερός Χρυσόστομος άφησε, λοιπόν, το εκκλησάκι του αγίου Βασιλίσκου, όπου αναπαυόταν εδώ και τριάντα χρόνια. Το φέρετρο, που περιείχε τα λείψανά του, μεταφέρθηκε από πόλη σε πόλη ως τη Χαλκηδόνα μέσα από αναρίθμητη συρροή λαού, ιερέων και μοναχών. Στη Χαλκηδόνα τον περίμενε η αυτοκρατορική τριήρης μεγαλόπρεπα στολισμένη. Ο αυτοκράτορας δεν θέλησε να παραλάβει την ιερή παρακαταθήκη κάποιο άλλο πλοίο. Όλη η πόλη ήταν εκεί· ο αυτοκράτορας, η σύγκλητος, οι πρώτοι άρχοντες, οι ανώτεροι αξιωματικοί. Κι η θάλασσα καλύφθηκε από αμέτρητα πλοία και καΐκια γεμάτα κόσμο και φωταγωγημένα με πυρσούς. Είχε ήδη βραδιάσει. «Από το στόμιο του Ευξείνου Πόντου ως την Προποντίδα θα μπορούσε κανείς να νομίσει ότι η θάλασσα ήταν ξηρά» έτσι εκφράζονται οι ιστορικοί.

Η πομπή στο πέρασμά της από την πόλη δέχθηκε μεγαλοπρεπείς τιμές. Για το φέρετρο ορίστηκε μια θέση στο ναό των Αγίων Αποστόλων, που κτίστηκε από τον Κωνσταντίνο, για να ενταφιάζονται οι χριστιανοί αυτοκράτορες και οι επίσκοποι της Κωνσταντινουπόλεως. Εκεί είχαν ταφεί ο Αρκάδιος και η Ευδοξία. Τη στιγμή που το φέρετρο του Χρυσοστόμου τοποθετήθηκε πάνω στην πλάκα, ο Θεοδόσιος έβγαλε τον πορφυρό του μανδύα και το κάλυψε. Έπειτα με μάτια και μέτωπο στραμμένα προς τα κάτω, μπροστά στα μαρτυρικά λείψανα, ζήτησε συγγνώμη για τον πατέρα και τη μάνα του, παρακαλώντας τον άγιο επίσκοπο να ξεχάσει το κακό, που από άγνοια του είχαν κάνει. Πριν σφραγίσουν τα λείψανα στον τάφο, ο Πρόκλος θέλησε να τα παρουσιάσει στο λαό ψηλά από το θρόνο που κάθονταν οι αρχιεπίσκοποι. Κι ο λαός με τρομερή κραυγή, που έσεισε τούς θόλους του ναού, κραύγαζε με μια φωνή: «Πατέρα, πάρε ξανά το θρόνο σου!»*.

Τέτοιος ήταν ο τελευταίος θρίαμβος του Ιωάννου του Χρυσοστόμου. Έπειτα πήρε τη θέση του κοντά στον Αρκάδιο και την Ευδοξία. Διώκτες και καταδιωγμένος κοιμήθηκαν μαζί κάτω από τη συγχώρεση του θανάτου. Η αποκατάστασή του έγινε αναμφίβολα πολύ γρήγορα. Ολοκληρώθηκε, όταν η Εκκλησία τον ανακήρυξε άγιο και μάρτυρα χωρίς να έχει χύσει αίμα.

(απόσπασμα από το βιβλίο του S.D. Amedee Thierry, Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος – Μεγαλομάρτυρας μετά τους διωγμούς, εκδ. «Χριστιανική Ελπίς», σσ. 438-441)

* Οι Συναξαριστές της Εκκλησίας μας αναφέρουν πως εκείνη την ώρα συνέβη και ένα συγκλονιστικό θαύμα: ο Άγιος επεφώνησε προς τον λαό «Εἰρήνη πάσι».

Εκκλησία Online
Γράψε το σχόλιό σου

Αφήστε μια απάντηση

Comment moderation is enabled. Your comment may take some time to appear.