Ο Αδάμ και η Εύα υπέκυψαν στον πειρασμό να τοποθετήσουν ως περιεχόμενο της ελευθερίας τους τον εαυτό τους. Έτσι χώρισαν τον άνθρωπο από τον Θεό. Χωρισμένοι από τον Θεό οι άνθρωποι έχασαν την μεταξύ τους ενότητα, όπως και την εσωτερική τους ενότητα.
Πρώτη η Εύα υπέκυψε στον πειρασμό. Η Μαρία, κατά τον άγιο Ειρηναίο, επίσκοπο Λουγδούνου (Λυών), μάρτυρα και αρχαίο Πατέρα της Εκκλησίας (+202; μ.Χ.), διορθώνει το λάθος της Εύας. Η πρώτη γυναίκα με την ανυπακοή της φέρει στον κόσμο το θάνατο. Η Μαρία με την υπακοή της φέρει τη ζωή.
Η Εύα μάς έκλεισε τον δρόμο προς τον Θεό. Μας αποπροσανατόλισε. Η Μαρία μας ανοίγει το δρόμο προς τον Θεό. Μας προσανατολίζει προς τον Θεό. Χάρισε τη θέληση και την αγάπη της ολοκληρωτικά στον Θεό.
Αυτή την ολοκληρωτική προσφορά της στον Θεό εκφράζει η Παρθενία της, που γι’ αυτό δεν είναι κάτι που φανερώνει έλλειψη ή κάτι άγονο, αλλά είναι πλήρωμα, παρθενία γονιμότερη από κάθε σαρκική συνάφεια. Παρθενία που φέρει τη Ζωή. Γι’ αυτό και δικαίως μακαρίζεται ως Νύμφη ανύμφευτος.
Η Θεοτόκος είχε εμπιστοσύνη στον Θεό και δεν φοβήθηκε να του προσφέρει την ελευθερία της.
Η Εύα φοβήθηκε, και φοβάται ο άνθρωπος ότι, όταν χαρίσει την ελευθερία του στον Θεό, θα χάσει τη δική του ελευθερία. Δεν θα ολοκληρωθεί ως άνθρωπος. Θα γίνει στείρος. Προσπαθεί, έχοντας ως κέντρο τον εαυτό του και τη δική του κτιστή θέληση, να βιώσει το μυστήριο της ελευθερίας. Νομίζει ότι η υπακοή του στον Θεό είναι υποδούλωση σε κάποιο εξωτερικό νόμο που θα του επιβληθεί (ετερονομία). Για να αποφύγει αυτή την ετερονομία, διαλέγει την αυτονομία, που κατ’ ουσίαν είναι ο θάνατος της ελευθερίας του και ο θάνατος όλων των προσπαθειών του για δημιουργία, πολιτισμό, δικαιοσύνη.
Η τραγωδία του ανθρώπου βρίσκεται στο ότι, αυτό που φοβάται ότι θα πάθει αν προσφέρει την ελευθερία του στον Θεό, το παθαίνει μη προσφέροντάς την. Μη προσφέροντας την ελευθερία του – αγάπη του προς τον Θεό ο άνθρωπος, δεν βγαίνει από το αρρωστημένο εγωκεντρικό του κύκλωμα, δεν υψώνεται επάνω από την εφθαρμένη του φύση και αναγκαιότητα, δεν νικά τον θάνατο, δεν εκπληρώνει τον θεόσδοτο δυναμισμό της υπάρξεώς του, την ερωτική δίψα της ψυχής του που μόνο στο Θεό μπορεί να ξεδιψάσει.
Προσπαθεί να ξεδιψάσει με υποκατάστατα του Θεού. Πάντα όμως μένει ανεκπλήρωτος. Έτσι αυτοπεριορίζεται, αυτοφυλακίζεται στο κτιστό και περιορισμένο, αυτοευνουχίζεται πνευματικά. Δεν αφήνει τη φύση του να γίνει θεοτόκος.
Όταν η ελευθερία του ανθρώπου δεν πηγάζει από την άκτιστη ελευθερία του Θεού και δεν συμμετέχει σ’ αυτήν, είναι φυσικό στο τέλος να εκπίπτει σε αυτολατρία, ειδωλολατρία, φιλοσαρκία, εγωκεντρισμό, φιλαυτία.
Ο σύγχρονος άνθρωπος που απορρίπτει το Χριστό και την Παναγία, ζητά την ελευθερία του στην εγωιστική ικανοποίηση του εαυτού του, όπως η Εύα. Όχι στην αγάπη προς τον Θεό και τους ανθρώπους. Νομίζει τον εαυτό του ελεύθερο, όταν κάνει αυτό που θέλει, το εγωιστικό του θέλημα, και όχι αυτό που θέλει ο Δημιουργός του και η αγάπη επιβάλλει. Τον πλανά ο διάβολος να νομίζει, ότι αυτό που εγωιστικά θέλει είναι καλύτερο από αυτό που ο Δημιουργός του θέλει γι’ αυτόν. Το αποτέλεσμα αυτής της εγωιστικής εκλογής είναι η αποτυχία του σκοπού της ζωής μας, που είναι η θέωση, και η υποδούλωσή μας στα χειρότερα πάθη και τελικά στον διάβολο.
Ο άνθρωπος ζητά να υψωθεί χωρίς τον Θεό. Τελικά όμως συντρίβεται. Η κοινωνία αρρωσταίνει βαθιά. Γεμίζει ο κόσμος από ανθρώπους πνευματικά αποτυχημένους, ανεκπλήρωτους, ακοινώνητους μέσα στη μοναξιά τους.
Ως άνθρωποι και ως Χριστιανοί βρισκόμαστε σ’ ένα σταυροδρόμι. Έχουμε να διαλέξουμε μεταξύ δύο δρόμων, τρόπων ζωής. Του δρόμου της Εύας, που έφερε στον κόσμο την ψευδοελευθερία του εγωισμού, και του δρόμου της Μαρίας, που μας έφερε την ελευθερία της αγάπης του Θεού και των ανθρώπων. Αυτή την ελευθερία σφράγισε ο Χριστός με τον Σταυρό Του.
Την εκλογή αυτή καλούμαστε να κάνουμε κάθε λεπτό στη ζωή μας. Θα ζούμε και ενεργούμε για τον εαυτό μας ή για τον Θεό;
Ο δρόμος της Εύας φαίνεται να είναι ο εύκολος δρόμος, που οδηγεί όμως σε μία ανυπέρβλητη μοναξιά, γιατί μας χωρίζει από τον Θεό και τους ανθρώπους.
Ο δρόμος της Ευλογημένης Μαρίας είναι δύσκολος, σταυρικός, αλλά οδηγεί στη φιλία με τον Θεό και τους ανθρώπους και στη χαρά που δίνει αυτή η φιλία. Θέλει αγώνα, άσκηση, προσευχή. Αλλά δίνει ανάπαυση και ειρήνη στην ψυχή.
Γνωρίζουμε ως Χριστιανοί και μέλη της Εκκλησίας ποιο δρόμο πρέπει να εκλέγουμε. Πολλές φορές όμως αποτυγχάνουμε. Ο εγωισμός μας δεν μας αφήνει να προσφερθούμε στον Θεό και στον άνθρωπο. Τότε χάνουμε τη Χάρη του Θεού. Κλεινόμαστε αρρωστημένα στον εαυτό μας. Η μετάνοια όμως επαναπροσανατολίζει την ελευθερία μας στο Θεό.
Ευγνωμονούμε την Παναγία μας που μας άνοιξε αυτό τον δρόμο.