Λάμπρου Κ. Σκόντζου Θεολόγου - Καθηγητού.
(Αναφορά – αφιέρωμα στην Εθνική μας εορτή)
Η 28η Οκτωβρίου είναι για μας τους Έλληνες σημαντικός σταθμός ιστορικής μνήμης και εθνικής εξάρσεως, εορτάζοντας, την ημέρα αυτή, δύο μεγάλα εθνικά γεγονότα, τα οποία σημάδεψαν, όχι μόνο την ιστορία της πατρίδος μας, αλλά και γενικότερα την ιστορία άλλων εθνών και κρατών, ακόμα και την παγκόσμια ιστορία, τις εποποιίες των νικηφόρων Βαλκανικών πολέμων (1912) και του «ΟΧΙ» (1940).
Αρχίζουμε από την εποποιία του 1912,κατά την οποία ο ηρωικός στρατός μας, με μια απίστευτη ορμή και δύναμη, απελευθέρωσε την Ήπειρο, τη Μακεδονία, τη Θράκη και τα νησιά του Βορείου Αιγαίου από την μακραίωνη τυραννία και σκλαβιά των αλλόθρησκων και βάρβαρων Οθωμανών.
Μια τυραννία πέντε αιώνων, η οποία δεν έχει ίσως ταίρι στην ανθρώπινη ιστορία. Αλλά και μια άλλη εξίσου άγρια κατοχή, των απολίτιστων Βουλγάρων κομιτατζήδων, οι οποίοι είχαν διαπράξει ανείπωτα εγκλήματα στους αδελφούς μας Μακεδόνες και Θράκες.
Το δρόμο της νίκης και απελευθέρωσης άνοιξαν οι ηρωικοί Μακεδονομάχοι, με αρχηγούς τους θρυλικούς Παύλο Μελά και Τέλο Άγρα, οι οποίοι έδειξαν με τον ηρωισμό τους και το αδούλωτο φρόνημά τους ότι η ελευθερία δεν χαρίζεται, αλλά κατακτάται, με θυσίες, με αίμα, ακόμα και με το θάνατο.
Διότι τι ωφελεί να ζει κανείς στη σκλαβιά; «Καλλίτερα μιας ώρας ελεύθερη ζωή, παρά σαράντα χρόνια σκλαβιά και φυλακή» είχε διακηρύξει ο μάρτυρας της εθνικής μας ελευθερίας, Ρήγας Φεραίος.
Οι γενναίοι μας στρατιώτες, εμπνεόμενοι από σταθερή πίστη στο Θεό, αγάπη για την πατρίδα και το ιδανικό της ελευθερίας, με πενιχρά υλικά μέσα, μπροστά στη δύναμη της οθωμανικής αυτοκρατορίας και την θρασύτητα και βαρβαρότητα των Βουλγάρων, οι οποίοι, βλέποντας την επικείμενη διάλυση της οθωμανικής αυτοκρατορίας, προσπαθούσαν να πραγματοποιήσουν το προαιώνιο όνειρό τους: να κατακτήσουν την Μακεδονία και να βγουν στο Αιγαίο.
Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι η απελευθέρωση της πρωτεύουσας της Μακεδονίας μας, της Θεσσαλονίκης, έγινε στις 26 Οκτωβρίου του 1912, ανήμερα της εορτής του Πολιούχου της Μεγαλομάρτυρα Αγίου Δημητρίου, όταν οι σκλαβωμένοι Έλληνες εόρταζαν την μνήμη του καλλιμάχου αγίου.
Είχαν κοιμηθεί σκλάβοι και ξύπνησαν ελεύθεροι, ύστερα από πέντε και πλέον αιώνες!
Ο καβαλάρης στρατιωτικός άγιος είχε κάμει το θαύμα του! Δεν ήταν άλλωστε λίγες οι μαρτυρίες ευσεβών θεσσαλονικέων, οι οποίοι έβλεπαν από τα ψηλώματα της πόλεως, έναν καβαλάρη με κόκκινο άλογο έξω από τα τείχη, να τρέπει σε άτακτη φυγή τους υπερφίαλους τυράννους τούρκους και βουλγάρους.
Η Ελλάδα μας, είναι ευλογημένο Έθνος από τον ίδιο τον Κύριό μας Ιησού Χριστό, διαβεβαιώνοντας πως όταν ζήτησαν να τον δουν κάποιοι Έλληνες, είπε εκείνο το περίφημη: «ελήλυθεν η ώρα ίνα δοξασθή ο υιός του ανθρώπου» (Ιωάν.12,23).
Αλλά και με τον επίσης χαρακτηριστικό του λόγο: «αρθήσεται αφ’ υμών η βασιλεία του Θεού και δοθήσεται έθνει ποιούντι τους καρπούς αυτής» (Ματθ.21,43) και αυτό το έθνος δεν είναι άλλο από το ελληνικό. Και πράγματι η Ελλάδα, εδώ και δύο χιλιάδες χρόνια, έγινε η θεραπαινίδα του Χριστιανισμού.
Ο ελληνικός πολιτισμός, η απαράμιλλη ελληνική γλώσσα, η φιλοσοφία, η τέχνη, και προπαντός η ελληνική ιδιοσυγκρασία και ευγένεια στρατεύτηκαν να υπηρετήσουν το θείο σχέδιο της σωτηρίας του κόσμου. Οι μέγιστοι Πατέρες και θεολόγοι ήταν Έλληνες.
Η Αγία Γραφή γράφηκε στα Ελληνικά, τα θεία και σωτήρια δόγματα διατυπώθηκαν και γράφηκαν στα Ελληνικά.
Σε όλες τις θεολογικές σχολές του κόσμου διδάσκεται η ελληνική γλώσσα, η οποία είναι η βάση των βιβλικών και θεολογικών σπουδών.
Γι’ αυτό και ο Θεός εκδηλώνει συνεχώς την ευαρέσκειά του για το Ελληνικό Έθνος, παρά τις κατά καιρούς αποστασίες μας.
Αυτή την ευαρέσκεια εκδήλωσε και κατά τον δίκαιο αγώνα μας για την απελευθέρωση της Μακεδονίας μας και της πόλης του αγίου Δημητρίου, την αγιοτόκο Θεσσαλονίκη.
Ο Θεός της αγάπης και της άμετρης φιλανθρωπίας υποστηρίζει πάντα το δίκαιο και επειδή οι Έλληνες Χριστιανοί είχαν το δίκαιο με το μέρος τους, τους βοήθησε να απελευθερωθούν από τη μακραίωνη σκλαβιά.
Γι’ αυτό και ο καλλίμαχος άγιος Δημήτριος βοήθησε τους σκλαβωμένους και αδικημένους Έλληνες.
Και εκείνοι εξέφρασαν και συνεχίζουν να εκφράζουν την ευγνωμοσύνη τους προς αυτόν.
Γι’ αυτό και η μνήμη του είναι μια σημαντική εορτή για την πόλη του, συνδεδεμένη με την απελευθέρωσή της.
Στις 28 Οκτωβρίου εορτάζουμε και την επέτειο του ΟΧΙ, την απάντηση του ολοκλήρου του Έθνους, δια στόματος του τότε εθνικού Κυβερνήτη, του ευσεβούς πατριώτη Ιωάννου Μεταξά, στους υπερφίαλους φασίστες Ιταλούς, οι οποίοι ζήτησαν, με περισσό θράσος, «γη και ύδωρ» από τη χώρα μας.
Ο παράφρονας ιταλός δικτάτορας Μουσολίνι ζήτησε να γίνει η ένδοξη πατρίδα μας μια επαρχία της φασιστικής νέας ρωμαϊκής αυτοκρατορίας που είχε οραματιστεί. Μόνο που δε λογάριασε την αδούλωτη ελληνική ψυχή.
Δεν είχε μελετήσει την μακραίωνη ελληνική ιστορία, να διαπιστώσει πως οι Έλληνες, από τα πανάρχαια χρόνια, δεν έδωσαν ποτέ «γη και ύδωρ» σε κανέναν επίβουλο εισβολέα, αλλά πολέμησαν με γενναιότητα και στο τέλος νίκησαν με τη βοήθεια του Θεού και την αρωγή της Υπεραγίας Θεοτόκου, η οποία είναι αεί η Υπέρμαχος Στρατηγός για το Έθνος μας.
Το Έπος του 1940 είναι ένας από τους πολλούς ιστορικούς σταθμούς της εθνικής μας ιστορίας, το οποίο άλλαξε τη ροή των παγκόσμιων πραγμάτων.
Είναι η θέληση και ο τιτάνιος αγώνας ολοκλήρου του Έθνους μας, για ελευθερία και αξιοπρέπεια.
Τα παιδιά της Ελλάδος έστησαν τα κορμιά τους και το απαράμιλλο ηρωικό του φρόνημα ως ατσάλινα φράγματα στους υπερφίαλους φασίστες Ιταλούς εισβολείς και αργότερα στους ναζί Γερμανούς, φράζοντάς τους κυριολεκτικά το δρόμο για την κατάληψη του κόσμου και την εγκαθίδρυση της τότε «Νέας Τάξεως Πραγμάτων».
Οι σοβαροί ιστορικοί έχουν αποφανθεί πως οι νικηφόρες μάχες στα χιονισμένα βουνά της Πίνδου κατά του Μουσολίνι αποτέλεσαν την αρχή του τέλους του «Άξονα».
Έδειξαν στους λαούς πως τα πολεμοχαρή τέρατα της Ρώμης και του Βερολίνου δεν ήταν ανίκητα, όπως πομπωδώς διέδιδαν.
Η γενναία αντίσταση της εισβολής των Γερμανών στα βόρεια σύνορά μας, αλλά κυρίως η μάχη της Κρήτης, έκριναν το αποτέλεσμα του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου.
Οι δαιμονικοί σύμμαχοι έχασαν πολύτιμο ανθρώπινο και υλικό δυναμικό και το χειρότερο: καθυστέρησαν και έχασαν την προέλασή τους προς τα πετρέλαια της Μέσης Ανατολής και συντρίφτηκαν από τους Σοβιετικούς και τα συμμαχικά στρατεύματα.
Είναι γνωστή η παροιμιώδης φράση ολοκλήρου του πολιτισμένου κόσμου: «Μέχρι τώρα λέγαμε ότι οι Έλληνες πολεμούν σαν ήρωες. Τώρα θα λέμε: ΟΙ ΗΡΩΕΣ ΠΟΛΕΜΟΥΝ ΣΑΝ ΕΛΛΗΝΕΣ»!
Υπέρμαχος Στρατηγός σε αυτόν τον δίκαιο αγώνα μας ήταν η Παναγία, η Οποία βοηθούσε θαυματουργικά τους στρατιώτες μας στην Πίνδο και εμπόδιζε αργότερα τα γερμανικά ατσάλινα τανκς να εισέλθουν στις πόλεις να σκοτώνουν και να καταστρέφουν.
Οι ηρωικοί στρατιώτες μας, φεύγοντας χαρούμενοι και αισιόδοξοι για το μέτωπο, τα χιονισμένα βουνά της Πίνδου και της Βορείου Ηπείρου, έπαιρναν μαζί τους, εκτός από την ευχή της μάνας τους και των ευσεβών γονιών τους, την πίστη στο Θεό και την δικαιοσύνη.
Οι υπέροχες χριστιανές μανάδες τους έδιναν μικρά εικονίσματα της Παναγίας, με την προτροπή να μην τα βγάλουν ποτέ από πάνω τους.
Τους συμβούλευαν να κάνουν την προσευχή τους και να ελπίζουν ότι ο Θεός και η Παναγία θα τους προστατέψει και θα χαρίσει την πολυπόθητη νίκη στο αγωνιζόμενο Έθνος μας.
Τους ενέπνεαν με την αδιάσειστη ελπίδα ότι ο Θεός της δικαιοσύνης και προστάτης της ανθρώπινης αξιοπρέπειας θα τιμωρούσε όπως τους ταίριαζε τους υπερφίαλους φασίστες εισβολείς.
Τους έδιναν ακόμα και σταυρουδάκια, να είναι ο Τίμιος Σταυρός η ισχυρή πανοπλία, που θα τους προστατεύει από τα φονικά πυρά των εχθρών, κάνοντας τα δικά τους ιερά όπλα, παρ’ όλο φτωχά σε τεχνολογία και ισχύ, σε σχέση με αυτών των εισβολέων Ιταλών, πανίσχυρα, όπλα ακριβείας και δυνάμεως, ώστε να τους αναχαιτίσουν και να τους απομακρύνουν από την ιερή γη μας, τη γη των αγίων και των ηρώων.
Τα παλληκάρια μας έφυγαν για το μέτωπο, «με το χαμόγελο στα χείλη», όπως έγραψαν οι χρονικογράφοι της εποχής, Αναμφίβολα, αυτό το χαμόγελο της αισιοδοξίας και της χαράς προέρχονταν από την πίστη τους στο Θεό και την Παναγία μας, η Οποία είχε ήδη τεθεί ως η πραγματική αρχηγός του στρατεύματός μας από την τότε πολιτική και πολιτειακή ηγεσία τη Ελλάδος.
Εκτός μεμονωμένων θλιβερών εξαιρέσεων, μπροστά στον τιτάνιο αγώνα, ολόκληρο το Έθνος ανάθεσε την ελπίδα του στη βοήθεια του Θεού και την υψηλή αρωγή της Θεοτόκου!
Η Υπέρμαχος Στρατηγός έκαμε το καθήκον Της, ανταποκρίθηκε στην κλήση του ευσεβούς ελληνικού λαού, της ευσεβούς ηγεσίας της, των αγωνιζομένων ελληνόπουλων, των ευσεβών μανάδων τους.
Μετέβη μαζί με το στράτευμα στο μέτωπο, και δεν έφυγε, πριν οι ήρωες μας ρίξουν στη θάλασσα τους θρασείς φασίστες εισβολείς και να τους ταπεινώσουν ανεπανόρθωτα!
Η παρουσία Της εκεί δεν έμεινε κρυφή, αλλά, συχνά εμφανίζονταν, άλλοτε ως οπτασία και άλλοτε ως πραγματικότητα, να σκορπίζει το φόβο και τον πανικό στους εχθρούς και να εμψυχώνει τους Έλληνες.
Να κάνει τα ιταλικά κανόνια να αστοχούν και τα ελληνικά να βρίσκουν τους στόχους τους!
Έβλεπαν οι Έλληνες αξιωματικοί και στρατιώτες μια πελώρια γυναικεία φιγούρα να πλανάται πάνω από τα πεδία των μαχών και να γεμίζει με αισιοδοξία και θάρρος τις ψυχές των ελλήνων αξιωματικών και οπλιτών.
Δεν Την έβλεπαν μόνον οι πολεμιστές, αλλά και οι υπέροχες και γενναίες ηπειρώτισσες γυναίκες, οι θρυλικές «Γυναίκες της Πίνδου», οι οποίες προσέφεραν ανεκτίμητη υπηρεσία στον αγώνα, τροφοδοτώντας το στράτευμα με πολεμοφόδια και τρόφιμα, στην πλάτη τους.
Βαδίζοντας στα χιονισμένα και δύσβατα μονοπάτια των ηπειρώτικων κακοτράχαλων βουνών, με βαριά και επικίνδυνα φορτία στην πλάτη, νηστικές, παγωμένες, άυπνες και αποκαμωμένες από την κούραση, έβλεπαν συχνά μια γυναικεία φιγούρα να προηγείται στην πορεία τους, να τις καθοδηγεί με ασφάλεια στις Μονάδες, οι οποίες περίμεναν τα εφόδια!
Οι ευσεβείς αγωνιστές μας φρόντιζαν να έχουν κάτι από τη μορφή της Παναγίας. Κάτι σαν φυλαχτό. Κάποιος στρατιώτης έγραψε στην σύζυγό του: «Καίτη μου δεν θέλω να μου στείλεις φανέλες και κάλτσες.
Προτιμώ να μου φτιάξεις και να μου στείλεις μια σημαία της ξηράς, στο μέγεθος που έχουν τις σημαίες των τα σωματεία. Στο κέντρο, μέσα σ’ έναν χρυσό κύκλο, να βάλεις τον Ντίνο να ζωγραφίσει την Παναγία της Τήνου.
Μια τέτοια σημαία θέλω να κάνω σημαία στον λόχο μας. Θα παραξενεύεσαι γιατί δεν με ήξερες για θρήσκο, αλλά από όσα βλέπουν τα μάτια μου πιστεύω κι εγώ ότι μια θεϊκή δύναμις συντροφεύει τον στρατό μας.
Άλλωστε, πώς μπορούσα να μείνω μόνος εγώ ασυγκίνητος μέσα στο κύμα της πίστεως που έχει όλος ο στρατός μας προς την Παναγία της Τήνου, που την πιστεύει προστάτιδά του;»!
Αξιωματικοί και οι οπλίτες του από το αλβανικό μέτωπο, του 23ου Συντάγματος Πεζικού με επιστολή τους προς το Ιερό Ίδρυμα της Τήνου, ζητούν να τελεσθεί παράκληση: «Οι κάτωθι στρατιώτες του 23ου Συντάγματος προσέφερον
τον πενιχρόν οβολόν των διά μιαν παράκλησιν υπέρ της υγείας και της τελικής νίκης του ελληνικού στρατού.
Παρακαλούμεν την εκκλησιαστικήν επιτροπήν όπως κάνη παράκλησιν και διαβασθούν τα ονόματα της υποβαλομένης καταστάσεως, οίτινες κατέβαλον το ποσόν των δραχ. 630, ας αποστέλομεν διά ταχυδρομικής επιταγής, ήνα τελεσθή η παράκλησις»!
Με συντροφιά την Παναγία οι πολεμιστές προωθούσαν τις θέσεις τους, παρά τους φοβερούς και αδιάκοπους καταιγισμούς των εχθρικών κανονιών.
Με γλαφυρό τρόπο περιέγραψε ο Άγγελος Τερζάκης, στο έργο του «Ελληνική εποποιία 1940-1941», αυτή την θαυμαστή και νικηφόρα προέλαση, με τη βοήθεια της Μεγαλόχαρης: «Στο μέτωπο, σε όλη τη γραμμή, από τη γαλανή θάλασσα του Ιονίου ίσαμε ψηλά στις παγωμένες Πρέσπες, ο ελληνικός στρατός άρχισε να έχει παντού το ίδιο όραμα: Έβλεπε τις νύχτες μια γυναίκεια μορφή να προβαδίζει, ψηλόλιγνη, αλαφροπερπάτητη, με την καλύπτρα της αναριγμένη από το κεφάλι στους ώμους. Την αναγνώριζε, την ήξερε από πάντα, του την είχαν τραγουδήσει σαν ήτανε μωρό κι ονειρευότανε στην κούνια. Ήταν η μάνα η μεγαλόψυχη στον πόνο και στην δόξα, η λαβωμένη της Τήνου, η υπέρμαχος στρατηγός».
Ποιο είναι το δίδαγμα της Εθνικής μας Εορτής; Όταν οι ήρωες πολεμούν σαν Έλληνες, τότε τα σχέδια των σκοτεινών επίβουλων κατακτητών της ανθρωπότητας, ματαιώνονται!
Αυτό συνέβη στις απέραντες πεδιάδες της ελληνικότατης Μακεδονίας μας το 1912, όπου ο ηρωικός ελληνικός στρατός έδιωξε τους τυράννους κατακτητές τούρκους και τους επίδοξους βουλγάρους κομιτατζήδες οποίοι καταδυνάστευαν το λαό μας.
Το ίδιο έγινε και τον Οκτώβριο του 1940 όταν ο σοσιαλφασίστας και παράφρων Μπενίτο Μουσολίνι, το τσιράκι της τότε Νέας Τάξεως Πραγμάτων και του Βατικανού, ζήτησε να κάνει «έναν περίπατο στην Ελλάδα μας».
Ζήτησε με θράσος να του δώσουμε «γη και ύδωρ», να σκύψουμε το κεφάλι, να τον προσκυνήσουμε και να τον αποθεώσουμε, στη γελοία αυτοκρατορική ρωμαϊκή πομπή, που ονειρεύτηκε ότι θα έκανε στην Αθήνα!
Πίστεψαν οι σκοτεινοί ηγήτορες του «Άξονα», ότι τη δύναμη την έχουν τα άψυχα όπλα και σιδερικά και πως οι Έλληνες εφόσον δεν τα διέθεταν, όπως αυτοί, θα τρόμαζαν και θα παραδίδονταν αμαχητί, όπως έκαμαν οι ευρωπαϊκοί λαοί, οι οποίοι παραδίνονταν ακόμα και από τηλεφώνου! Έκαμαν όμως τρομερό λάθος.
Η όποια δύναμη των όπλων, των αεροπλάνων, των σιδερόφρακτων αρμάτων, είναι αμελητέα, μπροστά στη δύναμη της ανθρώπινης ψυχής.
Αυτή τη δύναμη διέθεταν οι πρόγονοί μας, την οποία αντλούσαν από το αίσθημα δικαίου και της ελευθερίας, τα οποία απορρέουν από την πίστη στο Θεό.
Οι Έλληνες πολεμιστές της Πίνδου και της Αλβανίας, είχαν μειονεκτική θέση ως προς το άψυχο υλικό, αλλά υπερείχαν σε ψυχικό σθένος.
Οι ιταλοί εισβολείς υποτίμησαν τους Έλληνες, οι οποίοι πιστεύουν στο Θεό των αδυνάτων και τιμωρό των υπερφίαλων και αλαζόνων.
Αυτό στάθηκε η αιτία της συντριβής τους στα χιονισμένα βουνά της Ηπείρου, η καταρράκωση και η αρχή του τέλους της φασιστικής και αργότερα ναζιστικής αυτοκρατορίας!
Αυτό ήταν πια μια νομοτέλεια, αφού μαζί με τα ηρωικά ελληνόπουλα, πολεμούσε και η Υπέρμαχος Στρατηγός, η Παναγία μας!
Δική μας υποχρέωση είναι να δοξάζουμε το υπερένδοξο Όνομα του Αγίου Θεού, ο Οποίος δείχνει την εύνοιά του για το λαό μας.
Να μακαρίζουμε και να τιμάμε την ευλογημένη Πανάγια μας, η Οποία είναι η αεί Υπέρμαχος Στρατηγός του Έθνους μας.
Να αποδίδουμε φόρο τιμής και ευγνωμοσύνης στους ηρωικούς προγόνους μας μαχητές των ιερών εθνικών μας αγώνων, οι οποίοι μας χάρισαν την ελευθερία και πολλοί από αυτούς έπεσαν ηρωικώς μαχόμενοι στα πεδία των μαχών.
Τιμή και δόξα στους ηρωικούς αγωνιστές των επών 1912 και 1940! Ζήτω η αιώνια Ελλάδα μας!