Γράφει ο π. Θεοδόσιος Μαρτζούχος.

Ο Χριστός λέει στο Ευαγγέλιο ότι αν κάποιος Τον εμπιστευτεί και αποφασίσει να Τον ακολουθήσει, πρέπει να εγκαταλείψει τον μέχρι τότε τρόπο ζωής του και να “πεθάνει”!! Να βαπτιστεί. Δηλαδή να βυθιστεί συμβολικά μέσα στο νερό (κάτω από το οποίο δεν υπάρχει ανθρώπινη ζωή) δηλοποιώντας τον “θάνατο” του μέχρι τότε τρόπου ζωής, και την, στο όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, αναγέννηση, στο νέο τρόπο ζωής της Βασιλείας του Θεού, στην οποία με το Βάπτισμα πολιτογραφείται.

Κάνοντας ο Χριστός διευκρίνιση για το θέμα, μας διαβεβαιώνει ότι «ὁ πιστεύσας καί βαπτισθείς σωθήσεται». Και η πράξη της Εκκλησίας λέει και είναι (ακόμα και στην σημερινή τυπική διάρθρωση του Μυστηρίου) ότι πρώτα κατηχούμε και μετά βαπτίζουμε.

Πρώτα γραφόταν κάποιος στον κατάλογο των προς κατήχησιν (Κατηχούμενοι), με διαβεβαίωση στον επίσκοπο-πρεσβύτερο ενός ήδη χριστιανού, για την ειλικρίνεια των κινήτρων και της διαθέσεώς του επιθυμούντος το Βάπτισμα. Αυτός ήταν όλος κι όλος ο ρόλος του αναδόχου. Δεν έκανε κατήχηση στον… αναδεξιμιό!

Την κατήχηση έκαναν συνήθως οι κληρικοί ή άλλα πρόσωπα εκκλησιαστικά στα οποία ανετίθετο από την τοπική εκκλησιαστική κοινότητα κάτι τέτοιο. Η κατήχηση διαρκούσε τουλάχιστον μια διετία, διάστημα στο οποίο ο κατηχούμενος συμμετείχε και συμπροσευχόταν στην σύναξη των ήδη χριστιανών, μέχρι την ανάγνωση των Ευαγγελικών κειμένων, το κήρυγμα, και τις προσευχές για τους κατηχουμένους, μετά τις οποίες αποχωρούσε, γιατί ως αμύητος δεν γινόταν να παρίσταται στην προσφορά της

Ευχαριστίας, ούτε φυσικά να μετέχει (πράγμα αυτονόητο για τους ήδη χριστιανούς) στο Μυστήριο. Η αναχώρηση των κατηχουμένων είχε “εντάξει” το κήρυγμα μετά την ανάγνωση του Ευαγγελικού αποσπάσματος, λόγω ακριβώς της αναχώρησής τους και όχι γιατί πρέπει να γίνεται εκεί, όπως σήμερα κάμποσοι φαντάζονται.

Κατήχηση είναι το τελευταίο και καταληκτικό κεφάλαιο και τμήμα του κηρύγματος. Κηρύττω, σήμερα πλέον, σημαίνει αναγγέλω το γεγονός της σωτηρίας, παραινώ και διδάσκω, ενώ στην αρχαία Εκκλησία ήταν η ανακοίνωση του γεγονότος ότι ο Ιησούς είναι Κύριος και Σωτήρας. Και ο Βαπτιστής και ο Χριστός και οι Απόστολοι έχουν στο κήρυγμα τον ίδιο προσανατολισμό: Καλούν σε μετάνοια (αλλαγή νοοτροπίας-κριτηρίων) και αναγγέλουν το γεγονός της ενσάρκωσης του Ιησού σε όλες τους τις πτυχές.

“Μετανοείτε” είναι η επαναλαμβανόμενη προτροπή. Είναι κάλεσμα στον λόγο και την Αλήθεια, που αν δεν καταλήγει σε κάτι τέτοιο κινδυνεύει να μην είναι Ευαγγέλιο, αλλά διάλεξη! Το κήρυγμα “απαιτεί” μεταστροφή όχι στο όνομα μια ηθικολογικής προτροπής, αλλά για μετοχή στο γεγονός της σωτηρίας. «Ἤγγικεν ἡ Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν» (Χριστός, Ματθ. 4, 17 – Πρόδρομος, Ματθ. 3, 2). Το κήρυγμα θέτει μπροστά μας το πρόσωπο του Χριστού, το Αναστάσιμο μήνυμα, και την αποκάλυψη του μυστηρίου της ιστορίας.

Την νίκη του Χριστού πάνω στο θάνατο, που δίνει στο παρόν την διάσταση της αιωνιότητας. Το κήρυγμα παρουσιάζει τα δεδομένα που προϋποθέτει η βιβλική πίστη σ’ όσους δεν πιστεύουν στον αληθινό Θεό και άμεσα ή έμμεσα καταλήγει στον Χριστό, τον Κύριο της ιστορίας. Οι ακούοντες βέβαια, και παλαιότερα και σήμερα, δεν έχουν γνωρίσει τον Ιησού όσο ζούσε! Το κήρυγμα κάνει μια λιτή παρουσίαση της ύπαρξής Του, και σκιαγραφεί την υφή της Ευαγγελικής ζωής.

Όλα αυτά λοιπόν γίνονται κατήχηση-διδασκαλία σ’ όσους θέλουν να βαπτισθούν. Απορίες, αντιρρήσεις, διευκρινήσεις, αγωνίες, η πίστη της Εκκλησίας, επαναλαμβάνονται ώστε να μείνουν οι κατηχούμενοι σωστά προσανατολισμένοι στο πρόσωπο του Χριστού και στο Μυστήριο της Αναστάσεως, στην διευκρίνιση της σοφίας του Σταυρού και στη συμμετοχή στον θάνατο και την Ανάσταση του Χριστού. Οι κατηχούμενοι βρίσκονται μπροστά στον νεκρό και αναστημένο Χριστό, που έγινε Κύριος της ιστορίας. Παύει να ενδιαφέρει ο αναγγέλων… το θέμα είναι ο Αναγγελόμενος. Το κύρος του αναγγέλοντος προέρχεται από την μαρτυρία, που ο ίδιος παρέχει για το μυστήριο της Αναστάσεως. «Κανένας δεν μαρτυρεί για τον μάρτυρα».

Στην εποχή μας πλέον οι όροι: Κατήχηση, κατηχητικό, απολογητική, είναι σχεδόν κακόφημοι! Φαντάζουν ως εκφράσεις φανατισμού που θέλουν να δικαιολογήσουν τα αδικαιολόγητα μιας αυθαίρετης πίστης. Η σημασία τους όμως για την Εκκλησία συνεχίζει να είναι: Η εξήγηση στον άσχετο αναζητητή αλλά και στον πολέμιο της πίστης, της Σταυρωμένης Χριστιανικής Αλήθειας και Αγάπης.

Αυτό είναι η κατήχηση. Η γνωριμία με την Σταυρωμένη Αγάπη. Με την Αγάπη που αποφασίζουμε να είναι Ζωή μας. Χριστιανός δεν γεννιέσαι γίνεσαι.

Σχολιάζοντας πάντως τον δεύτερο κανόνα της Πρώτης Αγίας Συνόδου ο Νικόδημος ο αγιορείτης επεξηγεί ότι «ὁ καιρός τῆς κατηχήσεως δέν διορίζεται ἀπό ὅλους εἷς καί ὁ αὐτός» και παραθέτει χρονικά πλαίσια:… των Αποστολικών Διαταγών, ένα χρόνο…! Της «εν τη Ἱσπανικῇ πόλει Ἰλλιβυρίᾳ» συνόδου, δύο χρόνια…! Της Νεαράς 144 του Ιουστιανού δύο χρόνια…! Του 25ου κανόνος της εν Αγάθῃ Συνόδου οκτώ μήνες και καταλήγει ότι «εἶναι κάλλιον νά ἀπερνᾶ καιρός πολύς, ὅσος ἀρκεῖ εἰς δοκιμήν τοῦ κατηχουμένου περισσοτέρως» (Πηδάλιον ΑΣΤΕΡΟΣ, σελ. 124, υποσ. 1).

Όταν μετά το βάπτισμα οι βαπτισθέντες έβγαιναν από τα νερά της κολυμβήθρας, στα οποία συμβολικά βυθιζόντουσαν γυμνοί (“εγκαταλείποντες” προλήψεις αντιλήψεις πιστεύματα δεισιδαιμονίες) τους ενέδυαν με τους λεγόμενους «ἐμφώτιους χιτώνες», δηλαδή με λευκά ενδύματα συμβολίζοντα την Χάρη και το φως του Χριστού. Τα φορούσαν επί μία εβδομάδα. Πολλοί άγιοι μάρτυρες σ’ αυτή την μεταβαπτισματική εβδομάδα της ζωής τους συνέβαινε να συλληφθούν από τους ειδωλολάτρες και να μαρτυρήσουν, και έτσι υπάρχουν στις κατακόμβες τάφοι, που επιγράφουν το γεγονός δηλώνοντας ότι ο τάδε μαρτύρησε in albis! Δηλαδή με τα λευκά ενδύματα του βαπτίσματος!

Φορούσαν λευκά ενδύματα για την επισήμανση της καινούργιας ζωής που άρχισε. Ένα σημείο ότι ο Θεός αγιάζει τον λαό Του. Μια ανάπαυση πριν την έναρξη της νέας ζωής. Έτσι οι λατινόφωνοι δυτικοί χριστιανοί ονόμαζαν την εβδομάδα που ακολουθούσε το Βάπτισμα, το οποίο συνήθως γινόταν στη νυχτερινή λειτουργία της Αναστάσεως του Πάσχα, Sabbatum in albis, ενώ οι ανατολικοί χριστιανοί, Διακαινήσιμο εβδομάδα. Καινούργια, άλλης ποιότητας εβδομαδιαία περίοδο!

Ας έρθουμε όμως στην πεζότητα της συνήθους τωρινής καθημερινότητας σ’ αυτό το θέμα! Η Διοίκηση της Εκκλησίας ήδη πολύ νωρίς γοητευμένη από την είσοδο πλήθους ανθρώπων στην Εκκλησία (ο Αυγουστίνος το είχε τεκμήριο αληθείας της Εκκλησίας «…γεμίζουν οι χριστιανικοί ναοί και αδειάζουν τα θέατρα και τα ειδωλολατρικά ιερά…» άρα; Πού να ήταν σήμερα….!!!) μείωσε τις απαιτήσεις, δέχθηκε ευκολότερα νέα μέλη, χρησιμοποίησε την αυτοκρατορική ισχύ [Ιουστινιάνειος Κώδιξ «…πρέπει να δεχθούν το σωτήριο Βάπτισμα, διαφορετικά δεν θα έχουν κανένα απολύτως πολιτικό δικαίωμα…» (και άλλα απαράδεκτα θεολογικώς και εκκλησιαστικώς…)] και ήδη από τον έκτο αιώνα άρχισε τον νηπιοβαπτισμό ο οποίος τον 13ο αιώνα είχε πλέον γενικευθεί ως τάξη καθιερωμένη και αυτονόητη!

«Το αργότερο από τον έκτο αιώνα και μετά, η Εκκλησία επέτρεψε το βάπτισμα των παιδιών, με τη δέσμευση ότι την ευθύνη της κατήχησης τους θα την αναλάμβανε ένας ενήλικας Χριστιανός. Το έθιμο του βαπτίσματος των βρεφών, αμέσως μετά τη γέννηση, έγινε δημοφιλές τον δέκατο ή τον ενδέκατο αιώνα και έγινε γενικά αποδεκτό από τον δέκατο τρίτο αιώνα». (Encyclopedia of Religion (Second ed.), 2004, Publ. Macmillan Reference, Τόμ. 2, σελ. 782)

«Η χριστιανική διαπαιδαγώγηση των παιδιών που δεν προέρχονταν από αριστοκρατική οικογένεια ή που δεν προορίζονταν να γίνουν στο μέλλον κληρικοί ή μοναχοί δεν ήταν τακτική. Ενώ στην αρχαιότητα η κατηχητική διδασκαλία οργανωνόταν ειδικά για τους ενήλικες λαϊκούς, μετά τον 5ο αιώνα όλο και περισσότερα παιδιά και στη συνέχεια νήπια βαπτίζονταν, και, αφού βαπτίζονταν, το παιδί δεν χρειαζόταν να λάβει κάποια ιδιαίτερη θρησκευτική εκπαίδευση. Οι γονείς και οι νονοί του θα τον βοηθούσαν να μάθει τα βασικά, και ίσως ούτε και αυτό. Μόνο παρακολουθώντας τις λειτουργίες της εκκλησίας και ακούγοντας κηρύγματα το παιδί αποκτούσε τη θρησκευτική του κουλτούρα». (Encyclopædia Britannica 2006, Ultimate Reference Suite, λήμμα «Εκπαίδευση, ιστορία: Από τον 5ο έως τον 8ο αιώνα»).

Εδώ αρχίζει η σύγχυση και το πρόβλημα. Η Εκκλησία θεωρητικά επέβαλε δέσμευση για την ευθύνη κατήχησης στους γονείς! Αποποιήθηκε την δική της ποιμαντική ευθύνη και την επιφόρτωσε σε αναρμόδιους! Και να ήταν μόνο αυτό;! Πότε και πού έγινε έλεγχος στο αν τηρείται η δέσμευση κατήχησης; Η ύπαρξη αναδόχου για την περίπτωση αγράμματων γονέων, πώς εξασφαλίζεται; Γιατί εκείνος θα ξέρει γράμματα όντας, φυσικῷ τῷ λόγῳ, από το ίδιο περιβάλλον; Οι ιερείς, πάλι φυσικῷ τῷ λόγῳ, στοιχειωδώς μπορούσαν να κατηχήσουν! Η πλειονότητα των γονέων αδυνατούσε.

Η ευσεβής αφέλεια μπορεί τυχόν να μας αντείπει ότι η ευσέβεια δεν είναι θέμα γνώσεων, αλλά ότι η ευλάβεια είναι το απαιτούμενο!! Έστω κι αν δεχθεί κανείς αυτή την ψευδευλαβή αντίρρηση, έστω κι αν δεχθεί ότι ίσως κάποτε λειτούργησε και ίσχυσε, πιστεύουμε στα σοβαρά ότι κάτι τέτοιο μπορεί να ισχύσει σήμερα;

Σήμερα, η ελληνική κοινωνία είναι στην πλειοψηφία της βαπτισμένη, αλλά δεν είναι χριστιανική.

Σήμερα, θεσμικά αυτονόητα, κατοχυρωμένα με πολιτειακούς νόμους, αποδομούν την πίστη της Εκκλησίας!

Σήμερα, καθιστά νόμιμη απαίτηση την τέλεση θρησκευτικού γάμου, βαπτίσματος ή κηδείας, η παράθεση από βαπτισμένους πιστοποιητικών εγγράφων θρησκευτικών πράξεων, αλλά όχι φυσικά πίστεως που φυσικά δεν αποδεικνύεται… εγγράφως! Η τυχόν αντίρρηση εκ μέρους ιερέως να τελέσει κάτι από τα παραπάνω, όταν υπάρχουν τα απαραίτητα τυπικά δικαιολογητικά, συνιστά ποινικό αδίκημα!

Σήμερα, ο ΟΠΟΙΟΣΔΗΠΟΤΕ ΑΓΝΩΣΤΟΣ στον ιερέα, απαιτεί βάσει προσκομιζομένων βεβαιώσεων, μετοχή στα Μυστήρια! Τα Μυστήρια καταντούν (μάλλον τα καταντάμε) διαδικασίες θρησκοληπτικές με επικρατούσα [κατά την (εκ)τέλεση τους] φαιδρή και εύθυμη (και βλάσφημη) ατμόσφαιρα.

Ο γάμος γίνεται σκηνογραφικό περιβάλλον-ταπετσαρία για φωτογραφίες του μόνου τελεταρχούντος φωτογράφου, συν τα γελοία τσαλαπατήματα των νυμφευομένων και την προληπτική “σπορά” ρυζιού εκ μέρους των συμπαρόντων… για να ριζώσει ο γάμος! Οι ιερείς από την άλλη ισχυρίζονται ότι δεν είναι γάμος ο πολιτικός γάμος, διεκδικούντες για την πλευρά τους τον προσδιορισμό “γάμος”, ασυναισθήτως αγνοούντες ότι η Εκκλησία τελεί Μυστήρια και δεν την απασχολεί πώς ονομάζεται κοινωνικά κάτι τέτοιο! Ενώ από την άλλη, το βάπτισμα καταντά παιδική γιορτή με ατμόσφαιρα ανάλαφρη “παιδική” και προσιδιάζουσα σε πάρτυ νηπίων, και όχι σε Μυστήριο!

Σήμερα επίσης, έρχεται και ο μηδέποτε συμπροσευχηθείς με την (τάδε) ενοριακή κοινότητα, και πάλι επί τῇ ἐπιδείξει εγγράφων, ζητάει να βαπτίσει το παιδί του! Το ότι έχει βαπτισθεί (ο πατέρας-η μητέρα) “αποδεικνύεται”. Το αν είναι ή όχι χριστιανοί, αν πιστεύουν στον Χριστό ή τον θεωρούν «μεγάλο άνθρωπο», πώς ελέγχεται; Αν δεν πιστεύουν, θα μεταδώσουν την πίστη της Εκκλησίας, την οποία οι ίδιοι αγνοούν, στον βαπτισθησόμενο; Αρχαία απαγόρευση, ακόμα και εκ μέρους αυτών που ήταν ευνοϊκά διατιθεμένοι στον νηπιοβαπτισμό, απαγορεύει το βάπτισμα παιδιών μη χριστιανών γονέων!! Λογικά και αυτονόητα…!! Όμως σήμερα πλέον μένει μόνη φροντίδα ποιμαντικής ασφάλειας ο… έλεγχος μήπως και ο ανάδοχος έχει τελέσει πολιτικό γάμο! Φρῖξον ἥλιε…

Την σύγχυση και τα επιλεγόμενα του νηπιοβαπτισμού πρέπει η Διοίκηση της Εκκλησίας να τα διαλύσει προσδιορίζοντας το θεμελιακό κύτταρό της, που είναι η ενορία, αποσαφηνίζοντας με διαύγεια τους όρους και τις προϋποθέσεις ένταξης και μετοχής.
Αποσαφηνίζοντας το πώς με ελεύθερη επιλογή θα συναπαρτισθούν τα μέλη της ενορίας.

“Επιβάλλοντας” ελεύθερη ενοριακή διοίκηση.

“Χτίζοντας” το ένα και ενιαίο εκκλησιαστικό σώμα (παντός του κλήρου και του λαού…).

Αναγνωρίζοντας αρμοδιότητες αντιμετωπίσεως και λύσεως των ανακυπτόντων προβλημάτων, στο ενοριακό σώμα.

Περιφρουρώντας την μυστηριακή ζωή της κοινότητας, με “απαιτήσεις”-προϋποθέσεις συμμετοχής στην ενοριακή ζωή, από όλους τους θέλοντας “συνομολογεῖν” την πίστη της Εκκλησίας.

Τότε τα Μυστήρια θα γίνουν εκφράσεις της ζωής των μελών της ενορίας και όχι παραδοσιακές φιέστες κοινωνικής προβολής και εθνικού προσδιορισμού!

Τότε το παιδί, είτε ανήκει σε μονογονεϊκή οικογένεια ή σε φυσική ανδρόγυνη οικογένεια ή και στο περίεργο σχήμα συμβιώσεων παντός είδους και τρόπου (δεν φταίει το μωρό για το πού γεννήθηκε ή… βρέθηκε! Κανένας δεν επιλέγει τους γονείς του!), θα αντιμετωπίζεται κατά τα δεδομένα της σχέσεως ή μη, των γονέων (αφού το νήπιο δεν έχει κρίση και λόγο) με την ενοριακή κοινότητα. Και όχι με την εύκολη ρετσέτα… Έχει χαρτια;… Ναι! Δεν έχει;…. Όχι.

Το Μυστήριο του Σώματος του Χριστού στην εποχή μας, όλο και περισσότερο θα περιγράφεται από τον λόγο Του στις παραβολές (Ματθ. 13,4 & 13, 47), της σαγήνης και των ζιζανίων.
Όμως προσοχή!

Στο περιεχόμενο της σαγήνης γίνεται διαλογή από τον αλιέα! Στα ζιζάνια του αγρού επισημαίνεται στους εργάτες «να μη ξεριζώνουν τα ζιζάνια», όχι για κανένα άλλο λόγο, αλλά για τον κίνδυνο να… καταστρέψουν τον… Απόστολο Παύλο…!!

Ἀς εἰρηνεύωμεν ἐν ἑαυτοῖς καί πᾶσιν.

Εκκλησία Online
Γράψε το σχόλιό σου

Αφήστε μια απάντηση

Comment moderation is enabled. Your comment may take some time to appear.