Στήν Μονή μας, τοῦ Ὁσίου Γρηγορίου ἔζησε τά τελευταῖα του χρόνια ὁ μοναχός Ἐμμανουήλ Νεοσκητιώτης, ὁ ὁποῖος ἦταν ἀδελφός τοῦ πρώην Μητροπολίτου Μηθύμνης Ἰακώβου Κλεόμβροτου. Εἶχε καί δύο ἀδελφές, οἱ ὁποῖες ἔζησαν ἀσκητικό βίο μέσα στόν κόσμο, χωρίς ποτέ νά φορέσουν τό μοναχικό σχῆμα. Θά ἀναφερθοῦμε στήν Ὁσία Ψυχή, τήν Βασιλική, ὅπως μᾶς διηγήθηκε ὁ π. Ἐμμανουήλ γά τίς τελευταῖες ἡμέρες τῆς ζωῆς της.

«Τώρα θά σοῦ εἰπῶ, ὅ,τι θυμᾶμαι ἀπό τήν ζωή καί τό ὁσιακό τέλος τῆς Βασιλικῆς».

῾Η ἀδελφή μου Βασιλική, ὅπως εἴπαμε, ζοῦσε αὐστηρή ἀσκητική ζωή. ῾Υπηρετοῦσε μέ τήν ἀδελφή της τόν πατέρα μας, τόν ἀδελφό μας, τόν Δεσπότη ἐναλλάξ ὡς οἰκιακή βοηθός. ῞Ολη σχεδόν τήν ἑβδομάδα ἐνήστευε καί ζοῦσε μέ τό ἀντίδωρο καί τόν ἁγιασμό.

Κάθε Σάββατο καί Κυριακή ἔτρωγε μαζί μέ τόν Δεσπότη. Πρός τό τέλος τῆς ζωῆς της, ἐγώ εὑρισκόμουν στήν Ἀθήνα, ὅταν πληροφορήθηκα τό γεγονός. Ἐπῆγα ἀμέσως στήν Μυτιλήνη καί ἐπί 4 ἡμέρες δέν ἔφυγα καθόλου ἀπό κοντά της.

Στίς 30 Ἰανουαρίου 1965, εἶχε πολύ ἐπιδεινωθῆ ἡ κατάστασίς της. Τότε εἶχαν συμπληρωθῆ 40 ἡμέρες ἀπό τότε πού ἡ Παναγία τήν εἶχε πληροφορήσει, ὅτι θά ἀναχωρήσῃ γιά τίς αἰώνιες Μονές. ῞Οταν ἡ ἴδια ἄκουσε τούς ἰατρούς νά προτείνουν ἐπίμονα τήν μεταφοράν της στό Νοσοκομεῖο, ἐκείνη ἀντέδρασε λέγοντας:

῎Οχι ὄχι στό Νοσοκομεῖο. ῾Η Παναγία θά μέ πάρῃ σέ λίγο. ῏Ηλθε ἡ ὥρα μου. Νά μοῦ κάνετε μόνο τό Εὐχέλαιο καί ὅτι εἶναι θέλημα τοῦ Θεοῦ θά γίνη.Ἔγινε τό Εὐχέλαιο ἀπό τόν Δεσπότη τόν ἀδελφό μας καί ἡ Βασιλική καθόταν εἰρηνική στό κρεββάτι της. Ἀπέναντί της εἶχε τό εἰκονοστάσι πρός τό ὁποῖο συνεχῶς ἐνατένιζε.

Ξαφνικά μέ συγκρατημένη ἀναπνοή, μέ ἐκστατικά τά μάτια της καί τό φαιδρό πρόσωπό της, ἔβλεπε τούς πολίτες τῆς Οὐρανίου Ἐκκλησίας νά κατέρχωνται κατά τάγματα καί ὁμίλους ἐνώπιόν της. Πρῶτοι οἱ Προφῆται, μετά οἱ Ἀπόστολοι, Μάρτυρες, ῾Ιεράρχαι, ῞Οσιοι, ῎Αγγελοι μετά ἡ Θεοτόκος καί τέλος ὁ Χριστός, κατέβαινε μέ πολλή δόξα καί ἀνέκφραστη ὡραιότητα.

Στό ἀντίκρυσμά Του, ἕνα δυνατό ἐπιφώνημα θαυμασμοῦ καί ἐκπλήξεως ἄφησε νά ξεφύγῃ ἀπό τά χείλη της: «Ρηνούλα Ρηνούλα (ἡ ἀνιψιά της) ἦλθε ὁ Χριστός νά μέ πάρῃ μέ ὅλα τά τάγματα τῶν ῾Αγίων Του….». Μέ τά λόγια αὐτά ὁ Χριστός, ἐπῆρε τήν ἁγία ψυχή της καί ἀνέβηκε στούς Οὐρανούς, ἐνῶ τό κεφάλι της ἔγειρε στά χέρια μου.

Ποτέ, ἀδελφέ μου, ἔλεγε ὁ Γέρο Ἐμμανουήλ, δέν ἐπερίμενα νά καταδεχόταν ὁ Χριστός νά κατέβῃ σ᾿ ἕνα τόσο μικρό καί ταπεινό κελλάκι νά παραλάβῃ τήν ψυχήν τῆς ἀοιδίμου ἀδελφῆς μου.

Ἐφώναξα ἀμέσως νά ἔλθουν μερικές εὐσεβεῖς γυναῖκες νά τήν ἐνδύσουν. Καθώς τίς ἄλλαζαν τά ροῦχα, εἶδαν ὅτι κατάσαρκα φοροῦσε ἡ εὐλογημένη, ἕνα κοντό σαμαροσκούτι, ἀπ᾿ αὐτό δηλαδή πού βάζουν στά σαμάρια τῶν ζώων.

Ἀπ᾿ ἔξω ἀπ᾿ αὐτό φοροῦσε ἁλυσίδες σταυρωτά, πού τίς εἶχαν καταφάγει τίς σάρκες της.Ἐμεῖς κυττάζαμε ἔκθαμβοι, διότι δέν ἐγνωρίζαμε τί κρυφούς ἀγῶνας ἔκανε. Τίς νύκτες, κοιμόταν λίγο στό πάτωμα καί ἀντί γιά προσκέφαλο εἶχε ἕνα ξύλο, ἐνῶ τά τριήμερα καί πενθήμερα τῶν νηστειῶν της δέν τά παρέλειπε ποτέ.

῾Ο Θεός, θέλοντας νά δείξῃ τήν εὐαρέσκειά του γιά τήν ἁγιότητά της, ἐπέτρεψε καί ἔγιναν θαύματα στό κρεβάτι της καί μετά καί εἰς τόν τάφο της. ῾Ο ἀδελφός μου ὅμως ὁ Δεσπότης, μᾶς ἀπηγόρευσε νά δημοσιεύσωμε κάτι ἀπ᾿ αὐτά γιά νά μή παραξηγηθοῦμε, ὅτι τό κάνουμε γιά ἐκμετάλλευσι καί ἀπόκτησι αἰσχροῦ κέρδους, λόγῳ τοῦ ὅτι εἴμαστε ἀδέλφια.

Μά ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ δέν ἔπαυσε νά ἀντιδοξάζῃ τούς ῾Αγίους του. Ἐπάνω στό φέρετρό της, ἦλθε καί στάθηκε μία φωτεινή στήλη ἀΰλου πυρός, ἡ ὁποία πρός τό μέρος τοῦ στήθους της ἐκάμπτετο πρός τά ἄνω γιά νά μή σκεπάζῃ τό πρόσωπό της.

Αὐτή ἡ στήλη ἐστέκετο μισό μέτρο ἐπάνω ἀπό τό σκήνωμά της, καί ἐστάθη ἐκεῖ μέχρι τήν ὥρα τοῦ ἐνταφιασμοῦ. Αὐτή ἡ στήλη φωτός φωταγωγοῦσε μέρα καί νύκτα ὅλο τό χῶρο.

Αὐτή ἡ Ψυχή, ἡ ἀδελφή μου Βασιλική, ἁγίασε μέ τήν ὑπακοή της στόν Θεό στόν Πνευματικό της καί στόν Δεσπότη τόν ἀδελφό μας ταπεινώθηκε καί ἔφθασε στά μέτρα τῆς ἀπαθείας. Κοιμήθηκε σέ ἡλικία 55 ἐτῶν.

Εκκλησία Online
Γράψε το σχόλιό σουΣχόλια (-1)

Αφήστε μια απάντηση

Comment moderation is enabled. Your comment may take some time to appear.