Κοινό Πάσχα: Η προοπτική για κοινό εορτασμό του Πάσχα μεταξύ Ορθοδόξων και Καθολικών, που συζητείται έντονα τα τελευταία χρόνια, αποτελεί μια εξέλιξη με σημαντικές πνευματικές, θεολογικές και κοινωνικές προεκτάσεις. Και έντονες αντιδράσεις !
Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος και ο Πάπας Φραγκίσκος έχουν εκφράσει ανοιχτά τη βούλησή τους να γεφυρωθεί το χάσμα που υφίσταται εδώ και αιώνες όσον αφορά την ημερομηνία του Πάσχα, γεγονός που έχει οδηγήσει σε διπλό εορτασμό της κορυφαίας γιορτής της Χριστιανοσύνης. Αλλά το χάσμα δεν γεφυρώνεται με αυτό τον τρόπο …
Σύμφωνα με τον Πατριάρχη Βαρθολομαίο, ο χωριστός εορτασμός συνιστά «σκάνδαλο» για τη χριστιανοσύνη, ενώ ο Πάπας Φραγκίσκος υπογραμμίζει πως «το Πάσχα ανήκει στον Χριστό, όχι στα ημερολόγια ημών των θνητών». Αυτή η κοινή τοποθέτηση των ηγετών των δύο μεγάλων Εκκλησιών ανοίγει τον δρόμο για μια ιστορική συμφωνία, που μπορεί να οδηγήσει στην καθιέρωση ενιαίου εορτασμού του Πάσχα για όλες τις χριστιανικές εκκλησίες.
Το ερώτημα που προκύπτει είναι ότι θα συνεορτάσουμε με το Ορθόδοξο Πασχάλιο;!
Το ζήτημα έχει τις ρίζες του στην απόφαση του Πάπα Γρηγορίου ΙΓ’ τον 16ο αιώνα, που οδήγησε στη δημιουργία του Γρηγοριανού ημερολογίου. Η αλλαγή αυτή έφερε διάσταση στην ημερομηνία του Πάσχα ανάμεσα στους Καθολικούς και τους Ορθόδοξους, που ακολουθούν ακόμη το Ιουλιανό ημερολόγιο για τον υπολογισμό της γιορτής. Ωστόσο, οι αστρονομικοί υπολογισμοί και η εαρινή ισημερία έχουν ήδη προκαλέσει ορισμένες αναντιστοιχίες στο Ιουλιανό ημερολόγιο, γεγονός που συχνά γίνεται αντικείμενο συζήτησης όσον αφορά την ακρίβεια των ημερομηνιών.
Οι αντιδράσεις
Αν και υπάρχει ημερολογιακή σύμπτωση το 2025, η επιθυμία για σταθερή ενοποίηση των ημερομηνιών του Πάσχα αποτελεί περισσότερο μια ευχή παρά μια άμεση πραγματικότητα. Ο δρόμος προς την καθιέρωση κοινού εορτασμού συναντά σοβαρές αντιδράσεις, ειδικά από πλευρές που αντιστέκονται σε οποιαδήποτε μορφή σύγκλισης των δύο εκκλησιών. Το Πατριαρχείο της Μόσχας, καθώς και κύκλοι εντός του ορθόδοξου χώρου, αντιμετωπίζουν με καχυποψία κάθε απόπειρα συνεννόησης, επιμένοντας στη διατήρηση των παραδόσεων και στη διαφοροποίηση από τους Καθολικούς, τους οποίους πολλοί εξακολουθούν να θεωρούν «αιρετικούς».
Η αντίθεση αυτή υπογραμμίζει πως το ζήτημα του κοινού εορτασμού του Πάσχα δεν είναι μόνο λειτουργικό ή αστρονομικό, αλλά αφορά βαθιά θεολογικά, πολιτισμικά και κοινωνικά θέματα. Οι υποστηρικτές της σύγκλισης βλέπουν σε αυτή την προοπτική ένα βήμα προς την ενότητα της Χριστιανοσύνης και τη συμφιλίωση ανάμεσα σε δύο μεγάλες παραδόσεις που έχουν κοινές ρίζες. Από την άλλη πλευρά, οι σφοδρές αντιδράσεις ορισμένων κύκλων αναδεικνύουν τους φόβους για την απώλεια της ταυτότητας και της παράδοσης.
Παρά τις δυσκολίες, η σύμπνοια ανάμεσα στον Πατριάρχη Βαρθολομαίο και τον Πάπα Φραγκίσκο στέλνει ένα ισχυρό μήνυμα ενότητας και κατανόησης, προσκαλώντας τους πιστούς να δουν πέρα από τις διαφορές και να εστιάσουν στο κοινό μήνυμα της Ανάστασης. Αν η πρόταση αυτή βρει τελικά εφαρμογή, θα μπορούσε να αποτελέσει ένα ιστορικό βήμα προς την αναζωπύρωση της χριστιανικής ενότητας και της ειρήνης.