Οι κακοποιητές συνήθως βρίσκονται σε θέση υπεροχής, (γονείς, δάσκαλοι, ιερείς, προϊστάμενοι, χειριστικοί σύζυγοι), οπότε χρησιμοποιούν το αφήγημα του ενδιαφέροντος και της αγάπης, για να κακοποιούν.
Τα θύματα συνήθως σύντομα καθίστανται ευάλωτα, και δέχονται την κακοποίηση ως διαδικασία που ενεργείται για το “καλό” τους.
Οι κακοποιήσεις που λήγουν ή με καταγγελία ή με αποχώρηση του θύματος, είναι ελαχιστότατες, σε σχέση με το σύνολο των περιπτώσεων.
Αναρίθμητα ισόβια θύματα κακοποίησης, πεθαίνουν έχοντας τους κακοποιητές τους για θεούς.
Το έχω δει να συμβαίνει πολλές φορές.
Αν τολμήσεις να πεις σε έναν τέτοιο άνθρωπο ότι αυτό που του συνέβαινε στο παρελθόν ή τώρα, είναι ξεκάθαρη κακοποίηση, θα σε κάνει εχθρό του.
Παιδιά που βασανίστηκαν άγρια από τους γονείς τους, μιλάνε όχι με ευγνωμοσύνη γι’ αυτούς.
Άνθρωποι που ιερείς τους έχουν εγκαταστήσει μέσα τους το φόβο της κόλασης για τα πάντα και έχουν μετατρέψει την ίδια τους τη ζωή σε κόλαση, πίνουν νερό στο όνομα του γέροντα.
Παιδιά που στην εκπαίδευση δέχτηκαν ξυλοδαρμούς, υποτίμηση, χειραγώγηση, μιλάνε για τους βασανιστές τους με “ερωτικό” σχεδόν λεξιλόγιο.
Σύζυγοι που υποτάχτηκαν ισόβια στην εξουσία του “ετέρου ήμισυ”, μακαρίζουν το μακαρίτη για την “αγάπη” και τη “φροντίδα” του.
Ο αναστοχασμός και οι συνειδητοποιήσεις και αφυπνίσεις που συνεπάγεται, δεν αντέχονται εύκολα.