Ο ΙΕΡΟΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΡΑΒΟΛΗ ΤΩΝ ΤΑΛΑΝΤΩΝ
Εάν στον ευαγγελιστή Λουκά εκτίθεται με άλλον τρόπο η παραβολή των ταλάντων[Λουκ. 19,12-21], πρέπει να λεχθεί ως απάντηση το εξής, ότι άλλη είναι η παραβολή αυτή και άλλη εκείνη· διότι σε εκείνη μεν από το ίδιο κεφάλαιο προήλθαν διάφορα έσοδα· διότι από ένα χρυσό νόμισμα των εκατό δραχμών(μία «μνᾶ») ο μεν ένας παρουσίασε πέντε, ενώ ο άλλος δέκα, και γι’ αυτό και δεν αμείφτηκαν κατά τον ίδιο τρόπο. Εδώ όμως συνέβη το αντίθετο, γι’ αυτό και η βράβευση ήταν ίση· διότι εκείνος που έλαβε δύο τάλαντα, έδωσε δύο, και εκείνος που έλαβε τα πέντε τάλαντα πάλι το ίδιο. Ενώ εκεί, επειδή υπό τις ίδιες προϋποθέσεις ο μεν ένας παρουσίασε περισσότερα, ενώ ο άλλος λιγότερα έσοδα, ορθώς και στα έπαθλα δεν τιμώνται και οι δύο εξίσου.
Πρόσεξε επίσης ότι παντού δεν απαιτεί αμέσως αυτά που τους εμπιστεύθηκε. Διότι στην παραβολή του αμπελώνα[βλ. Ματθ.21,33: «Ἄλλην παραβολὴν ἀκούσατε. ἄνθρωπός τις ἦν οἰκοδεσπότης, ὅστις ἐφύτευσεν ἀμπελῶνα καὶ φραγμὸν αὐτῷ περιέθηκε καὶ ὤρυξεν ἐν αὐτῷ ληνὸν καὶ ᾠκοδόμησε πύργον, καὶ ἐξέδοτο αὐτὸν γεωργοῖς καὶ ἀπεδήμησεν(:άλλη παραβολή ακούστε: Ήταν κάποιος νοικοκύρης (:ο Θεός δηλαδή), ο οποίος φύτεψε αμπέλι(:δηλαδή το ιουδαϊκό έθνος). Κι έδειξε ιδιαίτερη φροντίδα γι’ αυτό. Έβαλε δηλαδή τριγύρω του φράκτη κι έσκαψε μέσα σε αυτό πατητήρι, έκτισε πύργο για να μένουν οι φύλακες και εργάτες, και το εμπιστεύθηκε σε γεωργούς (:στους αρχιερείς και στους άρχοντες του λαού), και αναχώρησε σε άλλη χώρα)»], αφού τον παρέδωσε στους γεωργούς, αποδήμησε· και στη σημερινή παραβολή των ταλάντων εμπιστεύθηκε τα τάλαντα και αποδήμησε, για να μάθεις τη μακροθυμία Του.
Εγώ πάλι νομίζω ότι λέγοντας αυτά υπαινίσσεται και την Ανάσταση. Μόνο που εδώ δεν αναφέρονται πλέον γεωργοί και αμπελώνας, αλλά όλοι είναι εργάτες· διότι δεν αναφέρεται μόνο στους άρχοντες, ούτε στους Ιουδαίους, αλλά σε όλους. Και εκείνοι μεν που προσφέρουν, ομολογούν με ευγνωμοσύνη και τα δικά τους αλλά και όσα τους έδωσε ο δεσπότης. Έτσι ο μεν ένας λέγει: «Κύριε, πέντε τάλαντά μοι παρέδωκας(:Κύριε, πέντε τάλαντα μου παρέδωσες)»,ο δε άλλος λέγει:«Κύριε, δύο τάλαντά μοι παρέδωκας(:‘’Κύριε, δύο τάλαντα μου παρέδωσες)», δείχνοντας ότι από Εκείνον έλαβαν το κεφάλαιο της εργασίας τους και Του αναγνωρίζουν μεγάλη χάρη και αποδίδουν το παν σε Αυτόν. Τι λέγει λοιπόν ο δεσπότης; «Εὖ, δοῦλε ἀγαθὲ καὶ πιστέ!(:Πολύ καλά, δούλε καλέ και πιστέ!)»-διότι αυτό είναι γνώρισμα του αγαθού, το να βλέπει στον πλησίον- «ἐπὶ ὀλίγα ἦς πιστός, ἐπὶ πολλῶν σε καταστήσω· εἴσελθε εἰς τὴν χαρὰν τοῦ κυρίου σου (:σε λίγα ήσουν πιστός, σε πολλά θα σε εγκαταστήσω. Μπες μέσα για να απολαύσεις την ίδια χαρά με τον κύριό σου. Αφού φάνηκες πιστός στα πέντε τάλαντα, έλα να γίνεις συγκυρίαρχος στη μεγάλη περιουσία μου. Έλα να απολαύσεις την απεριόριστη μακαριότητα του ουρανού)»[Ματθ.25,23], δηλώνοντας με την απάντηση αυτήν όλη τη μακαριότητα.
Δεν ομιλεί όμως και ο άλλος έτσι, αλλά πώς; «Κύριε, ἔγνων σε ὅτι σκληρὸς εἶ ἀνθρωπος, θερίζων ὅπου οὐκ ἔσπειρας καὶ συνάγων ὅθεν οὐ διεσκόρπισας· καὶ φοβηθεὶς ἀπελθὼν ἔκρυψα τὸ τάλαντόν σου ἐν τῇ γῇ·ἴδε ἔχεις τὸ σόν(:Κύριε, σε κατάλαβα ότι είσαι άνθρωπος σκληρός· διότι θερίζεις εκεί που δεν έσπειρες και μαζεύεις στην αποθήκη σου από εκεί που δεν σκόρπισες και δεν λίχνισες τον αλωνισμένο καρπό. Και επειδή φοβήθηκα, πήγα και έκρυψα το τάλαντό σου μέσα στη γη. Ορίστε, έχεις το χρήμα σου)»[Ματθ.25,24-25]. Τι του απαντά λοιπόν ο δεσπότης; «Ἒδει οὖν σε βαλεῖν τὸ ἀργύριόν μου τοῖς τραπεζίταις (:έπρεπε λοιπόν εσύ να καταθέσεις το χρήμα μου στους τραπεζίτες)», δηλαδή, έπρεπε να ομιλήσει, να παραινέσει, να συμβουλεύσει. Αλλά δεν πείθονται όσοι ακούνε αυτά που τους συμβουλεύεις; Αυτό δεν αφορά εσένα. Τι θα μπορούσε να γίνει περισσότερο λογικό από αυτό;
Οι άνθρωποι όμως δεν κάνουν έτσι, αλλά καθιστούν υπεύθυνο του απαιτούμενου εισοδήματος τον ίδιο τον δανειστή τους. Αυτός όμως δεν ενεργεί έτσι, αλλά λέγει ότι «εσύ έπρεπε να πληρώσεις και να μου επιστρέψεις το απαιτούμενο κέρδος». «Καὶ ἐλθὼν ἐγὼ ἐκομισάμην ἂν τὸ ἐμὸν σὺν τόκῳ(:κι όταν θα ερχόμουν εγώ, θα έπαιρνα με τόκο αυτό που μου ανήκει)»· ως «τόκο» εννοεί την επίδειξη των έργων. «Εσύ έπρεπε να κάνεις το ευκολότερο και να αφήσεις το δυσκολότερο σε εμένα». Επειδή λοιπόν δεν έκανε αυτό, λέγει: «ἄρατε οὖν ἀπ᾿ αὐτοῦ τὸ τάλαντον καὶ δότε τῷ ἔχοντι τὰ δέκα τάλαντα. τῷ γὰρ ἔχοντι παντὶ δοθήσεται καὶ περισσευθήσεται, ἀπὸ δὲ τοῦ μὴ ἔχοντος καὶ ὃ ἔχει ἀρθήσεται ἀπ᾿ αὐτοῦ(:Πάρτε λοιπόν απ’ αυτόν το τάλαντο και δώστε το σε εκείνον που έχει τα δέκα τάλαντα· διότι σε καθέναν που έχει και αύξησε με επιμέλεια και ζήλο εκείνο που του δόθηκε, θα του δοθούν κι άλλα και θα έχει και περίσσευμα. Από εκείνον όμως που του δόθηκαν χαρίσματα αλλά τα παραμέλησε και δεν τα εργάστηκε ώστε να έχει κι αυτός κάτι με τη δική του εργασία, θα του πάρουν κι αυτό το λίγο που του δόθηκε και το άφησε ακαλλιέργητο)»[Ματθ.25,28-29].
Τι σημαίνει λοιπόν αυτό; Εκείνος που έχει το χάρισμα του λόγου και της διδασκαλίας για να ωφελεί και δεν χρησιμοποιεί το χάρισμά του, θα χάσει και το χάρισμα· ενώ εκείνος που καταβάλλει προσπάθεια, θα δεχθεί περισσότερη δωρεά· όπως εκείνος που χάνει και αυτό που έχει λάβει. Δεν περιορίζεται όμως μόνο μέχρι εδώ η ζημία για εκείνον ο οποίος δεν εργάζεται, αλλά τον αναμένει και ανυπόφορη τιμωρία και μαζί με την τιμωρία και η απόφαση η οποία είναι γεμάτη με βαριά κατηγορία. Διότι λέγει: «καὶ τὸν ἀχρεῖον δοῦλον ἐκβάλετε εἰς τὸ σκότος τὸ ἐξώτερον· ἐκεῖ ἔσται ὁ κλαυθμὸς καὶ ὁ βρυγμὸς τῶν ὀδόντων(:και τον άχρηστο δούλο βγάλτε τον από εδώ και ρίξτε τον στο πιο απομακρυσμένο από τη βασιλεία μου και απομονωμένο σκοτάδι. Εκεί οι άνθρωποι θα κλαίνε και θα τρίζουν τα δόντια τους)»[Ματθ.25,30]. Είδες ότι δεν τιμωρείται μόνο εκείνος που αρπάζει και είναι πλεονέκτης, ούτε εκείνος που προκαλεί κακά, αλλά τιμωρείται με την εσχάτη τιμωρία και εκείνος που δεν κάνει αγαθές πράξεις.
Ας ακούσουμε λοιπόν τα λόγια αυτά. Όσο είναι καιρός ας επιληφθούμε τη σωτηρία μας, ας πάρουμε λάδι στις λαμπάδες, ας καλλιεργήσουμε το τάλαντο· διότι εάν ολιγωρήσουμε και εάν διερχόμαστε τον χρόνο μας εδώ χωρίς να εργαζόμαστε, δεν θα μας ελεήσει κανείς εκεί, έστω και αν χύσουμε μύρια δάκρυα. Κατηγόρησε τον εαυτό του και εκείνος που είχε βρωμερά ενδύματα, αλλά δεν ωφέλησε τίποτε. Επέστρεψε και ό,τι του εμπιστεύθηκε και εκείνος που έλαβε το ένα τάλαντο, και όμως καταδικάστηκε. Παρακάλεσαν και οι πέντε μωρές παρθένοι και προσήλθαν και έκρουσαν τη θύρα αλλά όμως όλα απέβησαν μάταια .
Γνωρίζοντας λοιπόν αυτά, ας προσφέρουμε και χρήματα και προθυμία και προστασία και όλα για την ωφέλεια του πλησίον· διότι ως «τάλαντα» εδώ εννοείται η δύναμη του καθενός, είτε σε προστασία, είτε σε χρήματα, είτε σε διδασκαλία, είτε σε οποιοδήποτε παρόμοιο πράγμα. Ας μην προφασίζεται κανείς ότι «ένα μόνο τάλαντο έχω και δεν μπορώ να κάνω τίποτε»· διότι μπορείς και με ένα να προκόψεις. Διότι δεν είσαι πτωχότερος από εκείνη τη χήρα[Μαρκ.12,42: «καὶ πολλοὶ πλούσιοι ἔβαλλον πολλά· καὶ ἐλθοῦσα μία χήρα πτωχὴ ἔβαλε λεπτὰ δύο, ὅ ἐστι κοδράντης καὶ προσκαλεσάμενος τοὺς μαθητὰς αὐτοῦ εἶπεν αὐτοῖς· ἀμὴν λέγω ὑμῖν ὅτι ἡ χήρα ἡ πτωχὴ αὕτη πλεῖον πάντων ἔβαλε τῶν βαλλόντων εἰς τὸ γαζοφυλάκιον· πάντες γὰρ ἐκ τοῦ περισσεύοντος αὐτοῖς ἔβαλον· αὕτη δὲ ἐκ τῆς ὑστερήσεως αὐτῆς πάντα ὅσα εἶχεν ἔβαλεν, ὅλον τὸν βίον αὐτῆς (:και πολλοί πλούσιοι έριχναν πολλά χρήματα στο ειδικό κουτί για τους φτωχούς. Ήλθε και μια φτωχή χήρα και έριξε δύο λεπτά, δηλαδή έναν κοδράντη. Κάλεσε τότε ο Ιησούς τους μαθητές Του και τους είπε: ‘’Αληθινά σας λέω ότι η φτωχή αυτή χήρα έριξε περισσότερα απ’ όλους αυτούς που ρίχνουν χρήματα στο θησαυροφυλάκιο· διότι όλοι αυτοί έριξαν απ’ το περίσσευμά τους. Αυτή όμως έριξε από το υστέρημά της και από την τέλεια φτώχειά της όλα όσα είχε, όλη την περιουσία της’’)»].
Ούτε είσαι περισσότερο φτωχός και ακαλλιέργητος από τον Πέτρο και τον Ιωάννη[βλ. Πράξ.3,6: «εἶπε δὲ Πέτρος· ἀργύριον καὶ χρυσίον οὐχ ὑπάρχει μοι· ὃ δὲ ἔχω τοῦτό σοι δίδωμι· ἐν τῷ ὀνόματι Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ Ναζωραίου ἔγειρε καὶ περιπάτει(:αλλά ο Πέτρος του είπε: ‘’Ούτε ασημένια ούτε χρυσά νομίσματα έχω. Εκείνο όμως που έχω, αυτό και σου δίνω. Με τη δύναμη που δίνει η επίκληση με πίστη του ονόματος του Ιησού Χριστού του Ναζωραίου, σήκω όρθιος και περπάτα’’)»], οι οποίοι και άπειροι ήσαν και αγράμματοι, αλλά όμως επειδή έδειξαν προθυμία και έκαναν τα πάντα για το κοινό συμφέρον, κέρδισαν τους ουρανούς· διότι τίποτε δεν αγαπά ο Θεός τόσο, όσο το να ζούμε εξυπηρετώντας τους πάντες.
Γι’ αυτό μας έδωσε ο Θεός τον λόγο και τα χέρια και τα πόδια και τη σωματική δύναμη και τον νου και τη φρόνηση, για να τα χρησιμοποιήσουμε όλα αυτά και για τη δική μας σωτηρία, αλλά και για την ωφέλεια του πλησίον· διότι ο λόγος δεν είναι χρήσιμος μόνο για να υμνούμε και να ευχαριστούμε, αλλά είναι χρήσιμος και στο να διδάσκουμε και να παραινούμε. Και εάν μεν τον χρησιμοποιήσουμε για αυτόν τον σκοπό, μιμούμαστε τον Δεσπότη· εάν όμως για τα αντίθετα, τότε μιμούμαστε τον διάβολο.
Διότι και ο Πέτρος, όταν μεν ομολόγησε τον Χριστό, μακαρίστηκε επειδή ομολόγησε τα λόγια του Πατρός[Ματθ.16,16-18: «Ἀποκριθεὶς δὲ Σίμων Πέτρος εἶπε· σὺ εἶ ὁ Χριστὸς ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ τοῦ ζῶντος. καὶ ἀποκριθεὶς ὁ Ἰησοῦς εἶπεν αὐτῷ· μακάριος εἶ, Σίμων Βαριωνᾶ, ὅτι σάρξ καὶ αἷμα οὐκ ἀπεκάλυψέ σοι, ἀλλ᾿ ὁ πατήρ μου ὁ ἐν τοῖς οὐρανοῖς. κἀγὼ δέ σοι λέγω ὅτι σὺ εἶ Πέτρος, καὶ ἐπὶ ταύτῃ τῇ πέτρᾳ οἰκοδομήσω μου τὴν ἐκκλησίαν, καὶ πύλαι ᾅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς(:Ο Σίμων Πέτρος τότε του αποκρίθηκε: ‘’Εσύ είσαι ο Χριστός, ο φυσικός και μονογενής Υιός του Θεού, που δεν είναι νεκρός όπως τα είδωλα, αλλά ζει παντοτινά”. Τότε του αποκρίθηκε ο Ιησούς: “Μακάριος και ευτυχισμένος είσαι, Σίμων, γιε του Ιωνά, διότι την αλήθεια αυτή της ορθής πίστεως δεν σου τη φανέρωσε κανείς άνθρωπος, αλλά ο Πατέρας μου που είναι στους ουρανούς. Κι εγώ λοιπόν σου λέω ότι εσύ είσαι Πέτρος, και επάνω στο βράχο της αληθινής πίστεως που ομολόγησες, κι έγινες με την ομολογία σου αυτή ο πρώτος λίθος της πνευματικής μου οικοδομής, θα οικοδομήσω την Εκκλησία μου. Και ο θάνατος και οι οργανωμένες δυνάμεις του κακού δεν θα υπερισχύσουν και δεν θα νικήσουν την Εκκλησία, η οποία θα είναι αιώνια και αθάνατη”)»].
Αντίθετα, όταν παρακαλούσε τον Κύριο να αποφύγει τη σταύρωση, επιτιμήθηκε πολύ, διότι φρονούσε εκείνα που αρέσουν στον διάβολο[Ματθ.16,22-23:«καὶ προσλαβόμενος αὐτὸν ὁ Πέτρος ἤρξατο ἐπιτιμᾶν αὐτῷ λέγων· ἵλεώς σοι, Κύριε· οὐ μὴ ἔσται σοι τοῦτο. ὁ δὲ στραφεὶς εἶπε τῷ Πέτρῳ· ὕπαγε ὀπίσω μου, σατανᾶ· σκάνδαλόν μου εἶ· ὅτι οὐ φρονεῖς τὰ τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ τὰ τῶν ἀνθρώπων(:Τότε ο Πέτρος, αφού Τον πήρε ιδιαιτέρως, άρχισε ζωηρά να Τον προτρέπει και να Του λέει: ‘’Ο Θεός να σε φυλάξει απ’ αυτό, Κύριε. Δεν πρέπει να συμβεί αυτό που είπες σε σένα τον Μεσσία”. Ο Κύριος όμως στράφηκε στον Πέτρο και του είπε: ‘’Πήγαινε πίσω μου και φύγε από μπροστά μου, σατανά˙ μου είσαι εμπόδιο στο δρόμο του καθήκοντός μου και πειρασμός. Διότι δεν φρονείς εκείνα που αρέσουν στον Θεό, αλλά εκείνα που αρέσουν στους ανθρώπους’’)»]. Και εάν στην περίπτωση εκείνη, που αυτό που ειπώθηκε από τον Πέτρο ήταν συνέπεια άγνοιας, τόση ήταν η κατηγορία, ποια συγνώμη θα έχουμε, όταν αμαρτάνουμε τόσο πολύ με τη θέλησή μας;
Ας ομιλούμε λοιπόν έτσι, ώστε από την ομιλία μας να γίνονται φανερά τα λόγια του Χριστού. Διότι δεν λέγω τα λόγια του Χριστού εάν πω μονάχα: «Ἀργύριον καὶ χρυσίον οὐχ ὑπάρχει μοι· ὃ δὲ ἔχω τοῦτό σοι δίδωμι· ἐν τῷ ὀνόματι Ἰησοῦ Χριστοῦ τοῦ Ναζωραίου ἔγειρε καὶ περιπάτει(:ούτε ασημένια ούτε χρυσά νομίσματα έχω. Εκείνο όμως που έχω, αυτό και σου δίνω. Με τη δύναμη που δίνει η επίκληση με πίστη του ονόματος του Ιησού Χριστού του Ναζωραίου, σήκω όρθιος και περπάτα’’)»[Πράξ.3,6], ούτε αν πω «Ταβιθά, ἀνάστηθι(:Ταβιθά, σήκω)»[Πράξ.9,40]. Αλλά πολύ περισσότερο, όταν ενώ υβρίζομαι, ευλογώ, ενώ απειλούμαι, προσεύχομαι υπέρ εκείνου που με απειλεί[Ματθ.5,44: «Ἐγὼ δὲ λέγω ὑμῖν, ἀγαπᾶτε τοὺς ἐχθροὺς ὑμῶν, εὐλογεῖτε τοὺς καταρωμένους ὑμᾶς, καλῶς ποιεῖτε τοῖς μισοῦσιν ὑμᾶς καὶ προσεύχεσθε ὑπὲρ τῶν ἐπηρεαζόντων ὑμᾶς καὶ διωκόντων ὑμᾶς(:Εγώ όμως σας λέω να αγαπάτε τους εχθρούς σας, να εύχεσθε στο Θεό το καλό γι’ αυτούς που σας καταριούνται, να ευεργετείτε εκείνους που σας μισούν και να προσεύχεσθε για χάρη εκείνων που σας μεταχειρίζονται υβριστικά και περιφρονητικά και σας καταδιώκουν άδικα, ακόμη κι όταν ο διωγμός τους αυτός σας γίνεται για τις θρησκευτικές σας πεποιθήσεις)»].
Άλλοτε μεν λοιπόν έλεγα ότι η γλώσσα μας είναι χέρι το οποίο ψαύει τα πόδια του Θεού· τώρα όμως με πολλή επίταση λέγω ότι η γλώσσα μας είναι γλώσσα, η οποία μιμείται τη γλώσσα του Χριστού, όταν επιδεικνύει την πρέπουσα προσοχή, όταν ομιλούμε όσα Εκείνος θέλει. Ποια λοιπόν είναι αυτά που Εκείνος θέλει να ομιλούμε; Είναι τα γεμάτα επιείκεια και πραότητα λόγια. Όπως λοιπόν ομιλούσε και Εκείνος, λέγοντας προς όσους Τον ύβριζαν: «ἦλθε γὰρ Ἰωάννης μήτε ἐσθίων μήτε πίνων, καὶ λέγουσι· δαιμόνιον ἔχει ἦλθεν ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐσθίων καὶ πίνων, καὶ λέγουσιν· ἰδοὺ ἄνθρωπος φάγος καὶ οἰνοπότης, τελωνῶν φίλος καὶ ἁμαρτωλῶν. καὶ ἐδικαιώθη ἡ σοφία ἀπὸ τῶν τέκνων αὐτῆς! (: Οι άνθρωποι της γενιάς αυτής είναι δύστροποι και δεν μπορεί κανείς να τους βρει πουθενά. Διότι ήλθε ο Ιωάννης, ο οποίος ούτε έτρωγε ούτε έπινε όπως οι άλλοι άνθρωποι, αλλά ζούσε ασκητικά, και είπαν γι’ αυτόν: ‘’Είναι ακοινώνητος και μελαγχολικός και έχει μέσα του δαιμόνιο’’. Ήλθε ο υιός του ανθρώπου, που τρώει και πίνει ως εγκρατής αλλά κοινωνικός άνθρωπος, και λένε: ‘’Να ένας άνθρωπος φαγάς και οινοπότης, φίλος των τελωνών και των αμαρτωλών’’. Κι έτσι θαυμάσθηκε η θεία σοφία επειδή είναι δίκαιη και εργάσθηκε σοφά για τη σωτηρία των ανθρώπων όχι από όλους, όπως θα έπρεπε, αλλά μόνο απ’ τους ανθρώπους που είναι πραγματικά συνετοί κι έχουν πνεύμα σοφίας)»[Ματθ.11,18-19], και αλλού: ἀπεκρίθη αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· εἰ κακῶς ἐλάλησα, μαρτύρησον περὶ τοῦ κακοῦ· εἰ δὲ καλῶς, τί με δέρεις;(:Του αποκρίθηκε ο Ιησούς: ’’Εάν είπα κάτι κακό, απόδειξε ενώπιον του δικαστηρίου με κανονική μαρτυρία ποιο ήταν αυτό το κακό. Εάν όμως μίλησα καλά, γιατί με χτυπάς;’’)» [Ιω.18,23], εάν έτσι ομιλείς και εσύ, εάν ομιλείς αποβλέποντας στη διόρθωση του πλησίον, έχεις γλώσσα η οποία ομοιάζει προς Εκείνη.
Και αυτά τα λέγει ο ίδιος ο Θεός· διότι λέγει: «διὰ τοῦτο τάδε λέγει Κύριος· ἐὰν ἐπιστρέψῃς, καὶ ἀποκαταστήσω σε, καὶ πρὸ προσώπου μου στήσῃ· καὶ ἐὰν ἐξαγάγῃς τίμιον ἀπὸ ἀναξίου, ὡς τὸ στόμα μου ἔσῃ· καὶ ἀναστρέψουσιν αὐτοὶ πρὸς σέ, καὶ σὺ οὐκ ἀναστρέψεις πρός αὐτούς(:για τον λόγο αυτόν αυτά λέει ο Κύριος προς τον προφήτη: ’’Εάν επιστρέψεις προς εμένα με πίστη και ειλικρίνεια, θα σε αποκαταστήσω στην πρότερη θέση σου και θα σου δώσω το δικαίωμα με θάρρος να στέκεις ενώπιόν μου. Εάν ξεχωρίσεις τον αληθινό και τίμιο λόγο μου από τον ανάξιο και ψευδή, θα είσαι εσύ σαν το δικό μου στόμα, και τότε θα επιστρέψουν οι άλλοι προς εσένα, εσύ όμως δε θα επιστρέψεις προς αυτούς’’)»[Ιερ.15,19].
Όταν λοιπόν η γλώσσα σου είναι όπως η γλώσσα του Χριστού, και το στόμα σου γίνει στόμα του Πατρός, και είσαι ναός του Αγίου Πνεύματος, ποια τιμή θα μπορούσε να γίνει ισάξια προς αυτήν; Διότι ούτε εάν το στόμα σου ήταν κατασκευασμένο από χρυσάφι, ούτε αν ήταν από πολύτιμους λίθους, θα έλαμπε τόσο, όπως τώρα, φωτιζόμενο από τον κόσμο της επιείκειας. Διότι, τι είναι πιο ποθητό από ένα στόμα που δεν ξέρει να υβρίζει, αλλά έχει μάθει να ευλογεί και ομιλεί χρηστά; Εάν όμως δεν ανέχεσαι να ευλογείς εκείνον που σε καταριέται, σώπα, και αυτό κάνε το στην αρχή. Έπειτα βαδίζοντας στην οδό και προσέχοντας όπως πρέπει, θα φτάσεις και σε εκείνο και θα αποκτήσεις στόμα τέτοιο που είπαμε.
Και μη νομίσεις πως είναι τολμηρό αυτό που είπα· διότι ο Δεσπότης είναι φιλάνθρωπος και αυτό θα σου δοθεί σαν δώρο της αγαθότητάς Του. Τολμηρό είναι να έχει στόμα που να ομοιάζει τον διάβολο, να έχει γλώσσα όμοια προς πονηρό δαίμονα, ιδιαίτερα μάλιστα εκείνος ο οποίος συμμετέχει σε τόσο μεγάλα μυστήρια και κοινωνεί την ίδια τη σάρκα του Δεσπότου. Αναλογιζόμενος λοιπόν αυτά, γίνε όπως ταιριάζει σε Εκείνον όσο μπορείς. Όταν λοιπόν γίνεις τέτοιος, δε θα μπορέσει ο διάβολος πλέον να σε δει κατά πρόσωπο. Διότι διακρίνει τον χαρακτήρα τον βασιλικό· γνωρίζει τα όπλα του Χριστού, με τα οποία ηττήθηκε. Και ποια είναι αυτά; Η επιείκεια και η πραότητα· διότι όταν κατά τους πειρασμούς τον ξέσχισε ο Κύριος στο όρος και τον εξέπληξε[βλ.Ματθ.4,1-11], δεν ήταν γνωστό ότι ήταν Χριστός, αλλά τον έδιωξε με τα λόγια μόνο, τον νίκησε με την επιείκεια, τον κατατρόπωσε με την πραότητα.
Αυτό κάνε και εσύ. Όταν δεις άνθρωπο ο οποίος έγινε διάβολος και σε πλησιάζει, έτσι νίκησέ τον και εσύ. Σου έδωσε ο Χριστός τη δύναμη να του μοιάσεις όσο εξαρτάται από εσένα. Μη φοβηθείς ακούγοντας αυτό. Φόβος είναι να μη γίνεις όπως Εκείνος. Μίλα λοιπόν όπως Εκείνος και έγινες ως προς αυτό τέτοιος που είναι Εκείνος, όσο μπορεί κανένας άνθρωπος να γίνει. Για τον λόγο αυτόν είναι ανώτερος εκείνος που ομιλεί έτσι, δηλαδή με επιείκεια και πραότητα απέναντι σε όλους, παρά εκείνος που προφητεύει. Διότι η μεν προφητεία ολόκληρη είναι χάρισμα· εδώ όμως χρειάζεται και κόπος δικός σου και ιδρώτας. Δίδαξε την ψυχή σου να σου διαπλάσει το στόμα έτσι που να μοιάζει το στόμα του Χριστού. Διότι μπορεί να δημιουργήσει τέτοια, εάν θέλει. Γνωρίζει τον τρόπο, εάν ο άνθρωπος αυτός δεν είναι ράθυμος. «Και πώς διαπλάθεται ένα τέτοιο στόμα;», ίσως ρωτήσει κάποιος. «Με ποια χρώματα; Με ποιο υλικό;». Με κανένα υλικό βέβαια και χρώμα, παρά μόνο με αρετή και επιείκεια και ταπεινοφροσύνη.
Ας δούμε πώς διαπλάθεται και το στόμα του διαβόλου, για να μην κατασκευάσουμε ποτέ εκείνο. Πώς πλάσσεται λοιπόν; Με κατάρες, με ύβρεις, με βασκανίες, με επιορκίες· διότι όταν κάποιος χρησιμοποιεί τα δικά λόγια του αντικείμενου, λαμβάνει και τη γλώσσα του. Ποια λοιπόν συγχώρηση θα έχουμε, ή μάλλον ποια τιμωρία δε θα υποστούμε, όταν επιτρέπουμε στη γλώσσα, με την οποία αξιωθήκαμε να γευθούμε τη σάρκα του Δεσπότη, να χρησιμοποιεί λόγια του διαβόλου; Ας μην της επιτρέψουμε λοιπόν, αλλά ας καταβάλλουμε κάθε προσπάθεια να την εκπαιδεύσουμε να μιμείται τον Δεσπότη της· διότι αν την διδάξουμε αυτό, με πολλή παρρησία θα μας τοποθετήσει στο βήμα του Χριστού. Εάν κανείς δεν γνωρίζει να ομιλεί έτσι, ούτε ο δικαστής θα τον ακούσει· διότι όπως, όταν συμβεί να είναι Ρωμαίος ο δικαστής, δε θα ακούσει εκείνον που απολογείται και δεν γνωρίζει να ομιλεί ρωμαϊκά, έτσι και ο Χριστός, αν δεν ομιλείς με τον δικό Του τρόπο, δεν θα σε ακούσει, ούτε θα σε προσέξει.
Ας μάθουμε λοιπόν να ομιλούμε έτσι, όπως συνήθισε να ακούει ο βασιλιάς ο δικός μας· ας προσπαθήσουμε να μιμούμαστε τη γλώσσα εκείνη. Και αν βρεθείς σε πένθος, πρόσεχε να μη σου διαστρεβλώσει το στόμα η μεγάλη λύπη, αλλά να ομιλήσεις όπως ο Χριστός· διότι πένθησε και Αυτός τον Λάζαρο[Ιω.11,33-35: «Ἰησοῦς οὖν ὡς εἶδεν αὐτὴν κλαίουσαν καὶ τοὺς συνελθόντας αὐτῇ Ἰουδαίους κλαίοντας, ἐνεβριμήσατο τῷ πνεύματι καὶ ἐτάραξεν ἑαυτόν, καὶ εἶπε· ποῦ τεθείκατε αὐτόν; λέγουσιν αὐτῷ· Κύριε, ἔρχου καὶ ἴδε. ἐδάκρυσεν ὁ Ἰησοῦς(:ο Ιησούς λοιπόν, όταν την είδε να κλαίει, και μαζί της να κλαίνε και οι Ιουδαίοι που είχαν έλθει πίσω της, συγκράτησε με δριμύτητα το συναίσθημα της βαθιάς λύπης μέσα στην ψυχή Του και αντέδρασε έντονα για να επιβληθεί σε αυτό. Και με φωνή ήρεμη, που δεν διακοπτόταν από λυγμούς, είπε: ‘’Πού τον έχετε βάλει;’’. Όσοι ήταν εκεί του είπαν: ‘’Κύριε, έλα να δεις’’. Και καθώς πήγαινε στον τάφο, δάκρυσε ο Ιησούς από συμπάθεια για τη θλίψη των δύο αδελφών)»] και τον Ιούδα.
Αν βρεθείς σε φόβο, φρόντισε πάλι να ομιλήσεις όπως Εκείνος· διότι βρέθηκε και Αυτός σε φόβο για εσένα κατ’ οικονομίαν. Πες και εσύ: «πάτερ, εἰ βούλει παρενεγκεῖν τοῦτο τὸ ποτήριον ἀπ᾿ ἐμοῦ· πλὴν μὴ τὸ θέλημά μου, ἀλλὰ τὸ σὸν γινέσθω(:Πάτερ, εάν είναι θέλημά Σου να απομακρύνεις το ποτήριο αυτό του θανάτου από Εμένα, απομάκρυνέ το. Ας μη γίνει όμως αυτό που θέλει η ανθρώπινη φύση μου λόγω της φυσικής της αποστροφής προς το θάνατο, αλλά αυτό που θέλεις Εσύ)»[Λουκ.22,42]. Και όταν κλαις, δάκρυσε ήρεμα όπως Εκείνος. Και όταν βρεθείς σε σκευωρίες και λύπη, και αυτά αντιμετώπισέ τα όπως ο Χριστός· διότι και μηχανορραφίες αντιμετώπισε και λυπήθηκε, αλλά είπε: «Περίλυπός ἐστιν ἡ ψυχή μου ἕως θανάτου· μείνατε ὧδε καὶ γρηγορεῖτε μετ᾿ ἐμοῦ(:η ψυχή μου είναι τόσο πολύ λυπημένη, ώστε να κινδυνεύω να πεθάνω απ’ τη λύπη. Μείνετε εδώ άγρυπνοι μαζί μου)»[Ματθ.26,38].
Και σου παρείχε όλα τα υποδείγματα, για να τηρείς αυτά ως μέτρο και να μην καταστρατηγείς τους κανόνες που σου έχουν δοθεί. Έτσι θα μπορέσεις να έχεις στόμα, όμοιο με το στόμα Εκείνου. Έτσι, ενώ θα βαδίζεις επάνω στη γη, θα επιδεικνύεις σε μας γλώσσα όμοια προς τη γλώσσα Εκείνου που κάθεται στον ουρανό, διατηρώντας το μέτρο στη λύπη, στην οργή, στο πένθος, στην αγωνία. Πόσοι από σας είναι εκείνοι που επιθυμούν να δουν τη μορφή Του;
Να λοιπόν, ότι είναι δυνατό όχι μόνο να Τον δούμε, αλλά και να γίνουμε σαν Αυτόν, εάν προσπαθήσουμε. Ας μην αναβάλλουμε λοιπόν· διότι δεν αγαπά τόσο το στόμα των προφητών, όσο εκείνο των επιεικών και πράων ανθρώπων. «Πολλοὶ(:Πολλοί)», λέγει, «ἐροῦσί μοι ἐν ἐκείνῃ τῇ ἡμέρᾳ· Κύριε Κύριε, οὐ τῷ σῷ ὀνόματι προεφητεύσαμεν, καὶ τῷ σῷ ὀνόματι δαιμόνια ἐξεβάλομεν, καὶ τῷ σῷ ὀνόματι δυνάμεις πολλὰς ἐποιήσαμεν; (:θα μου πουν εκείνη την ημέρα της κρίσεως: “Κύριε, Κύριε, στο όνομά σου δεν προφητεύσαμε, πιστεύοντας ότι είσαι ο Μεσσίας και Υιός του Θεού; και πιστεύοντας σε σένα δεν βγάλαμε δαιμόνια; Και πιστεύοντας σε σένα δεν κάναμε πολλά θαύματα; Και τώρα λοιπόν δεν θα μπούμε στη βασιλεία σου;”)»[Ματθ.7,22].
Το στόμα επίσης του Μωυσή, επειδή ήταν πολύ επιεικής και πράος(διότι λέγει η Γραφή: «καὶ ὁ ἄνθρωπος Μωυσῆς πραΰς σφόδρα παρὰ πάντας τοὺς ἀνθρώπους τοὺς ὄντας ἐπὶ τῆς γῆς(:ο Μωυσής όμως ήταν άνθρωπος πολύ πράος, πραότερος από όλους τους ανθρώπους που βρίσκονταν στη γη, και δε θύμωσε για όσα έλεγαν εναντίον του οι αδελφοί του)» [Αριθμ.12,3], τόσο πολύ το ποθούσε και το αγαπούσε, ώστε να πει: «Καὶ ἐλάλησε Κύριος πρὸς Μωυσῆν ἐνώπιος ἐνωπίῳ, ὡς εἴ τις λαλήσει πρὸς τὸν ἑαυτοῦ φίλον. καὶ ἀπελύετο εἰς τὴν παρεμβολήν, ὁ δὲ θεράπων Ἰησοῦς υἱὸς Ναυῆ νέος οὐκ ἐξεπορεύετο ἐκ τῆς σκηνῆς(:εκεί μίλησε ο Κύριος προς τον Μωυσή κατά τρόπο προσωπικό και οικείο, όπως ομιλεί κανείς προς τον φίλο του. Όταν ο Μωυσής, αναχωρώντας από τη σκηνή του, επισκεπτόταν το στρατόπεδο, ο Ιησούς, ο υιός του Ναυή, νέος που τον υπηρετούσε, δεν έβγαινε από τη σκηνή, αλλά έμενε μέσα σε αυτήν)» [Εξ.33,11]· βλ. και Αριθμ. 12,8: «Στόμα κατὰ στόμα λαλήσω αὐτῷ, ἐν εἴδει καὶ οὐ δι᾿ αἰνιγμάτων, καὶ τὴν δόξαν Κυρίου εἶδε· καὶ διατί οὐκ ἐφοβήθητε καταλαλῆσαι κατὰ τοῦ θεράποντός μου Μωυσῆ;(: στόμα με στόμα μίλησα προς αυτόν, κατά πρόσωπο και όχι με παραβολές και σύμβολα. Αυτός είδε τη δόξα του Κυρίου. Εσείς γιατί δεν φοβηθήκατε να καταλαλήσετε ένα τέτοιον υπηρέτη μου, όπως είναι ο Μωυσής;’’)»].
Δεν θα διατάσσεις τους δαίμονες τώρα, αλλά θα διατάσσεις τότε το πυρ της γεένης, εάν έχεις το στόμα σου όμοιο προς το στόμα του Χριστού. Θα διατάσσεις την άβυσσο του πυρός και θα λέγεις: «σιώπα, πεφίμωσο(:σώπα, φιμώσου)»[Μάρκ.4,39] και με πολλή παρρησία θα ανεβείς στους ουρανούς και θα απολαύσεις τη βασιλεία, την οποία είθε να επιτύχουμε όλοι εμείς, με τη χάρη και φιλανθρωπία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, στον οποίο ανήκει, μαζί με τον Πατέρα και το άγιο Πνεύμα, η δόξα, η δύναμη, η τιμή, τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων. Αμήν.
ΠΡΟΣ ΔΟΞΑΝ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΤΡΙΑΔΙΚΟΥ ΘΕΟΥ,
επιμέλεια κειμένου: Ελένη Λιναρδάκη, φιλόλογος.
ΠΗΓΕΣ:
· https://greekdownloads3.files.wordpress.com/2014/08/in-matthaeum.pdf
· Αγ. Ιωάννου Χρυσοστόμου Άπαντα τα έργα, Πατερικές εκδόσεις «Γρηγόριος ο Παλαμάς»(ΕΠΕ),εκδ. οίκος «Το Βυζάντιον», Θεσσαλονίκη 1990, τόμος 12, Υπόμνημα στον Ευαγγελιστή Ματθαίο, ομιλία ΟΗ΄, σελίδες 89-103.
· Βιβλιοθήκη των Ελλήνων, Άπαντα των αγίων Πατέρων, Ιωάννου Χρυσοστόμου έργα, τόμος 69, σελ. 18-27 (ή: 6 – 10 του PDF) .
[https:drive.google.com/file/d/0ByZQkrKg4yKLa01IYjNYZEZ3YUk/view]· http://www.greek-language.gr/digitalResources/ancient_greek/tools/liddell-scott/index.html
· Π. Τρεμπέλα, Η Καινή Διαθήκη με σύντομη ερμηνεία (απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2014.
· Η Καινή Διαθήκη, Κείμενον και ερμηνευτική απόδοσις υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τριακοστή τρίτη, Αθήνα 2009.
· Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους εβδομήκοντα, Κείμενον και σύντομος απόδοσις του νοήματος υπό Ιωάννου Κολιτσάρα, εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Η Ζωή», έκδοση τέταρτη, Αθήνα 2005.
· Π.Τρεμπέλα, Το Ψαλτήριον με σύντομη ερμηνεία(απόδοση στην κοινή νεοελληνική), εκδόσεις αδελφότητος θεολόγων «Ο Σωτήρ», έκδοση τρίτη, Αθήνα 2016.
· http://users.sch.gr/aiasgr/Palaia_Diathikh/Biblia/Palaia_Diathikh.htm
· http://users.sch.gr/aiasgr/Kainh_Diathikh/Biblia/Kainh_Diathikh.htm