Σέ προηγούμενο κείμενό μου κατέληξα στό ὅτι σέ ἑπόμενο κείμενο θά ἀσχοληθῶ μέ τόν ὅρο «Αὐτοκέφαλη Ἐκκλησία», πού παρερμηνεύεται. Αὐτό τό κάνω μέ τήν παρούσα μελέτη, μέ τήν ὁποία ἐπεκτείνω τίς σκέψεις μου, πού συνοπτικά εἶχαν διατυπωθῆ καί παλαιότερα.
Ὅταν ἀναφερόμαστε στίς κατά τόπους Ἐκκλησίες τίς ἀποκαλοῦμε Αὐτοκέφαλες, καί στόν Τόμο μέ τόν ὁποῖον χειραφετοῦνται οἱ Μητροπόλεις τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου καί χορηγεῖται σέ αὐτές ἡ αὐτοδιοίκηση γίνεται λόγος γιά Αὐτοκέφαλη Ἐκκλησία.
Θεωρῶ ὅτι ὁ ὅρος Αὐτοκέφαλη Ἐκκλησία πρέπει νά διευκρινισθῆ τό τί σημαίνει ἐκκλησιολογικῶς. Καί αὐτό εἶναι σημαντικό, διότι τό πρόβλημα πού ἀνέκυψε μέ τήν Οὐκρανία εἶναι ἕνα σύμπτωμα, ἀλλά τό αἴτιο τῆς ἀσθενείας βρίσκεται στό πῶς θεωρεῖται σήμερα ἡ λεγόμενη Αὐτοκέφαλη Ἐκκλησία, ἀπό μερικές κατά τόπους Ἐκκλησίες. Αὐτό θά γίνη σαφές μέ ὅσα θά γραφοῦν στήν συνέχεια.
Ὁ Χριστός κεφαλή τῆς Ἐκκλησίας
Κατ᾿ ἀρχάς πρέπει νά τονισθῆ ὅτι κεφαλή τῆς Ἐκκλησίας, καί ἐννοῶ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, εἶναι ὁ Χριστός. Αὐτό τό γράφει κατά τρόπο ἀπόλυτο ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «Καί πάντα ὑπέταξεν ὑπό τούς πόδας αὐτοῦ, καί αὐτόν ἔδωκε κεφαλήν ὑπέρ πάντα τῇ ἐκκλησίᾳ, ἥτις ἐστί τό σῶμα αὐτοῦ, τό πλήρωμα τοῦ τά πάντα ἐν πᾶσι πληρουμένου» (Ἐφ. α΄, 22-23).
Καί στήν συνέχεια γράφει: «Ἀληθεύοντες δέ ἐν ἀγάπῃ αὐξήσωμεν εἰς αὐτόν τά πάντα, ὅς ἐστιν ἡ κεφαλή, ὁ Χριστός, ἐξ οὗ πᾶν τό σῶμα συναρμολογούμενον καί συμβιβαζόμενον διά πάσης ἁφῆς τῆς ἐπιχορηγίας κατ᾿ ἐνέργειαν ἐν μέτρῳ ἑνός ἑκάστου μέρους τήν αὔξησιν τοῦ σώματος ποιεῖται εἰς οἰκοδομήν ἑαυτοῦ ἐν ἀγάπῃ» (Ἐφ. δ΄, 15-16).
Τά ἀποστολικά αὐτά χωρία εἶναι σαφέστατα. Κεφαλή τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὁ Χριστός. Αὐτός συναρμολογεῖ καί συνδέει ὅλο τό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας, καί κάθε μέλος τῆς Ἐκκλησίας, σύμφωνα μέ τό χάρισμα πού διαθέτει, συμβάλλει στήν αὔξηση τοῦ σώματος καί τήν οἰκοδομή του μέ ἀγάπη.
Η συνέχεια στο άρθρο Ὁ ὅρος «Αὐτοκέφαλη Ἐκκλησία»
Προσθήκη σχολίου