Τοῦ Ἀρχιμ. Σωσιπάτρου Πιτούλια.
Οἱ γνήσιοι καὶ ἀληθινοὶ φίλοι του, τὸν ἐνθυμούμεθα καθημερινῶς, ἀδιαλείπτως, προσευχητικῶς.
Τὸν ἐνθυμούμεθα , διηγούμενοι στιγμὲς καὶ περιστατικὰ τῆς λεοντόμορφης, ἐπίγειας, διακονικῆς, ἱερατικῆς καὶ ἀρχιερατικῆς ζωῆς του καὶ πορείας.
Δὲν θὰ μποροῦσε, νὰ τὸν λησμονήσει ὁ Προεξάρχων τῶν γνησίων φίλων του, ὁ Πρῶτος τῆς Ὀρθοδοξίας, ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης κ. Βαρθολομαῖος.
Ἐκεῖ στὴν Παναγία Σουμελᾶ, στὸν Πόντο τῆς καρδιᾶς του. Ἀνήμερα τοῦ Δεκαπενταυγούστου.
Τὸν ἔκλαυσε, τὸν ἐπόνεσε, τὸν ἐμεγάλυνε, τὸν ἐτίμησε… καὶ δικαίως ὁ Πατριάρχης μας.
Σπάνιον τὸ φαινόμενον!!! Ἀξιον θαυμασμοῦ τὸ νοούμενον!!! Ἀνταπέδωσε ὁ Γενάρχης τῶν ἀπανταχοῦ τῆς Οἰκουμένης ὀρθοδόξων χριστιανῶν, τὴν πατρικὴ του ἀγάπη, στὴν δικὴ του ἀληθινή, γνησία καὶ σταθηρά, πρὸς τὸ Οἰκουμενικὸ μας Πατριαρχεῖο τιμή.
Τὸν ἐχαρακτήρισε λιοντάρι τοῦ Πόντου!!! Ἄξιον καὶ Δίκαιον καὶ Ἀληθές!!!
Παναγιώτατε…!!! ἦταν λιοντάρι ἀπὸ διᾶκος, ὁ πολύκλαυστος καὶ γνήσιος φίλος Σας, ὁ Δράμας Παῦλος…!!!
Λιοντάρι, στοὺς ὑψηλὰ ἱσταμένους του, μὲ σεβασμό καὶ ἀνδροπρέπεια. Ὄχι χαμερπὴς καὶ γλοιώδης.
Καὶ ἦταν ἀρνὶ ἄκακο, στοὺς καλοὺς καὶ ἀληθεῖς ὑφισταμένους του.
Ἄρχισα, νὰ τὸν συναναστρέφομαι ἀπὸ ἐτῶν δώδεκα, ἀναγνώστης τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου Βεροίας, ὅταν αὐτός ἦταν πρωτοδιάκονος τοῦ Μακαριστοῦ Μητροπολίτου Βερροίας κυροῦ Παύλου.
Ἡ ἀγάπη του στὸ πρόσωπό μου, συγκεφαλαιώνεται σὲ μία ἔκφρασή του πρὸς ἐμέ «…φίλους ἔχω πολλούς, ἀδελφούς ἐλαχίστους…»
Ἀπὸ διᾶκος ἦταν ἀγέρωχος, ἀπροσποίητος, ἀφτιασίδωτος. Εἶχε θᾶρρος , ὄχι θρᾶσος. Εἶχε τόλμη, ποτὲ δειλία. Εἶχε βούληση καὶ ὄχι παραφροσύνη.
Ἄς, μοῦ ἐπιτρέψει τὸ ἐκκλησιαστικὸ κοινό, νὰ παραθέσω τρία περιστατικά, τὸν λόγον περὶ λέοντος, βεβαιοῦντος.
Πρῶτον.
Ὁ Βεροίας Παῦλος εἶχε μία συνήθεια, ἕνα «τυπικό», τὸ ὁποῖο εἶχε κληρονομήσει ἀπὸ τὸν Γέροντά του Μητροπολίτη Ἐδέσσης κυρὸ Διονύσιο.
Τὴν εἰς πρεσβύτερον τοῦ κάθε διακόνου χειροτονία, τὴν τελοῦσε ξαφνικὰ καὶ ἀπροειδοποίητα.
Μετὰ τὸ χερουβικὸ κι ἐνῶ ὁ διάκονος ἀμέριμνος ἐτοιμαζόταν γιὰ τὰ πληρωτικὰ, ἔλεγε στοὺς συνδιακόνους του, δείχνοτας τὸν ὑποψήφιο πρεσβύτερο… «πιάστε τον», ἐννοῶντας νὰ τὸν κελεύσουν.
Ὁ πρωτοδιάκονος Παῦλος, μετὰ τὴν παρέλευση πενταετοῦς καὶ γνησίας διακονίας πλησίον τοῦ μακαριστοῦ Γέροντός του Μητροπολίτου Βερροίας κυροῦ Παύλου καὶ ἀντιλαμβανόμενος, ὅτι πλησιάζει ἡ εἰς πρεσβύτερον χειροτονία του… λέει κάποια στιγμὴ στὸν αὐστηρὸ καὶ δυσπρόσιτο…ὄχι ἀπρόσιτο… Βερροίας Παῦλο…
Γέροντα, μὲ σεβασμὸ θέλω, νὰ σᾶς ζητήσω μιὰ χάρη…Τὶ θὲς ρὲ παππούλη…(ἡ προσφιλὴς ἔκφραση τοῦ Βερροίας Παύλου, πρὸς κάθε κληρικό…).
Θέλω ὅταν πρόκειται, νὰ μὲ χειροτονήσετε παπᾶ, νὰ μὲ εἰδοποιήσετε νωρίτερα, νὰ καλέσω κάποιους φίλους κλπ…
Ποιοοοοό…τιιιιιί…ὄχι παππούλη μου, ὅπως ὅλοι καὶ σύ, ἐξαιρέσεις ἐγὼ δὲν κάνω…!!!
Ἄν κάνετε κάτι τέτοιο, ἐγὼ θὰ φύγω τὴν ὥρα τῆς λειτουργίας…
Ποὺ θὰ πᾶς παππούλη… ποιὸς σὲ περιμένει…θὰ σὲ στείλω συνοδικό…
Μωρὲ στείλτέ με ὅπου θέλετε…ἐγὼ θὰ φύγω, σᾶς τὸ λέω, νὰ τὸ ξέρετε…!!!
Δὲν θὰ πᾶς πουθενὰ…θὰ «φᾶς» ἀργία ἐπ’ ἀόριστον…!!!
Γιατὶ νὰ μὲ κάνατε ἀργό…; πόρνευσα…; ἔκλεψα..; τὶ ἔκανα…;
Πρόσεξε παππούλη, εἶσαι τὸ αὐγὸ καὶ εἶμαι ἡ πέτρα..ὅτι καὶ νὰ γίνει, τὸ αὐγὸ σπάει…
Ναί…ἀλλὰ καὶ ἡ πέτρα λερώνεται Γέροντα…!!!
Ποιοοοοό…τιιιιιί…καλὰ θὰ δοῦμε…
Κατὰ βάθος ὁ Δεσπότης, ἐκτίμησε τὴν ἀληθινή, ἀντρίκια στάση τοῦ διάκου του…δὲν τοῦ τὸ εἶπε, γιὰ νὰ μὴν πέσει τὸ δεσποτικὸ γόητρο.
Τελικὰ τὸν εἰδοποίησε, γιὰ τὴν χειροτονία…τὴν ὁποία, ἐτέλεσε χαρούμενος τὴν ἡμέρα τῆς ἑορτῆς καὶ τῶν δύο, 29 Ἰουνίου 1988, στὸν Ἱερὸ Μητροπολιτικὸ Ναὸ Βεροίας.
Βέβαια, ὁ Δράμας, πλήρωσε τὸ ἀντίτιμο τῆς «ἀνυπακοῆς» του. Ὁ Παῦλος, δεσπότης καὶ γάρ… τὸν χειροτόνησε τρίτον κατὰ σειρά, ἐνὼ ἦταν πρωτοδιάκονος.
Καὶ χειροτονώντας τοὺς δύο συνδιακόνους του, τὸν π. Παῦλο Συνόλα καὶ τὸν π. Διονύσιο Παπαλέξη…εἶπε στὸν ἀκόμη τότε διάκονο Παῦλο Ἀποστολίδη… ἐσὺ θὰ εἶχες πρεσβεῖα…ἤθελες νὰ ξέρεις πότε…κάλεσέ τους τώρα νὰ σοῦ κάνουν ἕνα εὐχέλαιο γιὰ «περαστικά…»
Εὐχέλαιο θὰ μοῦ κάνουν αὐτοἰ τώρα…εὐχὴ θὰ πάρουν κάποια μέρα ἀπὸ μένα…
Ποιοοοοοό…τιιιιιί…ἄν θέλει ὁ Θεός…
Βέβαια τὸ «τυπικό» αὐτὸ τὸ ἐφήρμοζε κι αὐτός.
Καὶ ὅταν, τὸν ρώτησα, ἐσένα δὲν σ΄ἄρεσε αὐτὸ τὸ τυπικό…ἐσὺ γιατὶ τὸ ἐφαρμόζεις;
Γιὰ νὰ λάβω τὴν ἀπάντηση…Δὲν ἦλθε κανεὶς, νὰ μοῦ πεῖ, νὰ μὴ τὸν χειροτονήσω ἔτσι. Ὅποιος μοῦ πεῖ, θὰ τὸ σεβαστῶ.
Δεύτερον.
Ὁ Βερροίας Παῦλος προήρχετο ἀπὸ τὶς τάξεις τῶν στρατιωτικῶν ἱερέων.
Καλός, φιλακόλουθος, ἱεροπρεπής, ἀφιλάργυρος, ταπεινός, ἀγαποῦσε τοὺς ἱερεῖς του. Φαινομενικὰ αὐστηρὸς καὶ δυσπρόσιτος.
Ἀκόμη καὶ οἱ συνεπίσκοποί του δυσκολευόταν νὰ ἐπικοινωνήσουν μαζί του. Εἶχε κληρονομήσει κάποια χαρακτηριστικὰ ἀπὸ τὸν στρατό.
Γιὰ να τοῦ πεῖ κάποια στιγμή, ὁ σοφὸς Κοζάνης Διονύσιος, τὸν ὁποῖον σεβόταν ὁ Βεροίας Παῦλος…
Παῦλε, ἔχεις μπερδέψει λίγο τὸν στρατώνα μὲ τὸ ἅγιο βῆμα…ἐκεῖ διατάζουν…ἐδὼ εὐλογοῦμε…
Ἔεεε Γέροντα…προσπαθῶ…
Δύσκολα τὸν ζητούσαμε τὸν Βερροίας Παῦλο ἄδεια.
Ὁ Δράμας Παῦλος, αἰτεῖ ἄδειαν, διὰ προσκύνημα στὸν ἅγιο Ραφαὴλ στὴν Μυτιλήνη.
Παίρνει τὴν αἴτηση ὁ γραμματέας τῆς Μητροπόλεως, τὴν πάει στὸν δεσπότη καὶ τοῦ λέει…ὁ π. Παῦλος Ἀποστολίδης αἰτεῖται δεκαήμερον ἄδειαν γιὰ Μυτιλήνη…
Ποιοοοοοό…τιιιιιιί…ὄχι παππούλη δὲν ἐγκρίνεται…
Βγαίνει ὁ γραμματέας ἀπὸ τὸ γραφεῖο τοῦ Δεσπότη καὶ τοῦ λέει, π. Παῦλε δὲν ἐγκρίθηκε ἡ ἄδειά σου…
Φέρε ρὲ ἐδὼ τὸ χαρτί…
Γέροντα τὴν εὐχὴ σας…γιατὶ δὲν μοῦ ἐγκρίνατε τὴν ἄδεια…;;;
Δὲν χρειάζεται παππούλη, ἔχουμε δουλειές, θὰ πᾶς ἀργότερα…
Πότε ἀργότερα Γέροντα, ὅταν θὰ βάλω καθετήρα καὶ δὲν θὰ μπορῶ νὰ πάρω τὰ πόδια μου…καὶ μετὰ ἐγὼ τάχτηκα στὴ χάρη του…
Γέλασε ὁ Δεσπότης μέχρι δακρύων…καλὰ ρὲ παππούλη, νὰ πᾶς… πάρε ν’ ἀνάψεις κι ἕνα κερὶ γιὰ μένα… Ἀλλὰ κοίτα, ἄλλη φορά, ὅταν κάνεις τάμα, νὰ ρωτᾶς πρώτα ἐμένα…
Τρίτον.
Ὁ Βεροίας Παῦλος ἐκοιμήθη 27 Αὐγούστου 1993, συνεπείᾳ καρδιακῆς άνακοπῆς, μετὰ ὰπὸ ἐγχείρηση ἀνοικτῆς καρδιᾶς, στὸ Χιοῦστον τῆς Ἀμερικῆς.
Τοποτηρητὴς ὁ Ἐδέσσης Χρυσόστομος.
Τὸ σκήνωμα τοῦ μακαριστοῦ Παύλου, καταφθάνει στὴ Βέροια, ἀπὸ τὴν Ἀμερική, 31 Αὐγούστου.
Τὸ ὑποδέχονται στὸν Ἱερὸ Ναὸ τοῦ Ἁγίου Ἀντωνίου, ὁ Σεβ. Τοποτηρητὴς Ἐδέσσης Χρυσόστομος, ὁ ἱερὸς κλῆρος οἱ ἄρχοντες, ὁ λαός.
Τὸ φέρετρο εἶναι ἀμπαλαρισμένο ἀπὸ τὴν Ἀμερικὴ σ΄ἕνα σιδερένιο κουτί. Συναισθηματικὰ φορτισμένοι ὅλοι, προσπαθοῦν, ν΄ἀνοίξουν τὸ σιδερένιο κουτί, γιὰ ν΄ἀποκαλυφθεῖ τὸ φέρετρο.
Τὴν προσπάθεια κατευθύνει ὁ Ἀρχιμανδρίτης Παῦλος Ἀποστολίδης. Ἀλλά δυστυχῶς ἡ προσπάθεια ἀποβαίνει ἄκαρπη.
Ὁ Τοποτηρητὴς ἐμφανῶς νευριασμένος, στρέφεται στὸν π. Παῦλο καὶ τοῦ λέει…φύγε ἀπ΄ἐδώ, εἶσαι ἄχρηστος, ἕνα κουτὶ δὲν μπορεῖς ν΄ἀνοίξεις…
Ἄνοιξὲ το ἐσύ, ἄν μπορεῖς, καὶ ἄσε τὴν πατερίτσα, γιὰ νὰ δῶ πόσο χρήσιμος εἶσαι…
Ἐγὼ εἶμαι δεσπότης…ἄλλη εἶναι ἡ ἀποστολὴ μου…
Ἄν εἶσαι δεσπότης, τράβα μέσα στὸ ἱερό, κι ὅταν τελειώσουμε, θὰ σὲ φωνάξουμε , γιὰ τὴν ἀποστολὴ σου…
Στὸ τέλος ὁ π. Παῦλος, ζήτησε συγγνώμη ἀπὸ τὸν ἀμνησίκακο καὶ ἄδολο Ἐδέσσης Χρυσόστομο.
Γιὰ νὰ τοῦ πεῖ ὁ ἄκακος Χρυσόστομος…κι ἐγὼ σοῦ ζητῶ συγγνώμη, εἶναι οἱ στιγμὲς δύσκολες…μὴ κάνεις ἔτσι, ὅλους μιὰ μάνα μᾶς γέννησε…!!!
Τρία χαρακτηριστικὰ περιστατικά, τῆς σύντομης ἐπίγειας ζωῆς, τοῦ τραντέλληνος Ἱεράρχου.
Τρία «λεόντια» γεγονότα, ἀποδεικνύοντα, τῶν Πατριαρχικῶν λογίων, τὸ ἀληθές.
Ὁ λέων τοῦ Πόντου, κατ΄ἔκφρασιν τοῦ Παναγιωτάτου Πατριάρχου , ὁ Δράμας Παῦλος, ἐκοιμήθη, «…κρίμασιν οἴς οἶδε Κύριος…»
Ἀναμένει Τὸν Ἀναπεσόντα Λέοντα, ὅστις ἐγερεῖ αὐτόν, ἐν τῇ ἐσχάτῃ ἡμέρᾳ.
Εὔχεσθε, Παναγιώτατε Δέσποτα, ὑπὲρ μακαρίας καὶ αἰωνίου ἀναπαύσεως τῆς λεοντόκαρδης προσωπικότητάς του.