Σήμερα, η Εκκλησία εορτάζει τα Προεόρτια της Παγκοσμίου Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού και τα Εγκαίνια του Ναού της αγίας του Χριστού Αναστάσεως, το 336 μ.Χ.
Ο υμνογράφος εκφράζεται θεολογικά με την ευκαιρία των εγκανίων του ναού της Αναστάσεως, της νέας Σκηνής και του ζωηφόρου Σταυρού:
«Σήμερον ὁ δεύτερος Ἀδάμ, Χριστὸς ἀνέδειξε, Παράδεισον νοητόν, τὴν νέαν ταύτην σκηνήν, φέρουσαν κατὰ ξύλου τοῦ τῆς γνώσεως, τὸ ζωηφόρον τοῦ Σταυροῦ, ὅπλον τοῖς ψάλλουσιν· Εὐλογεῖτε, πάντα τὰ ἔργα Κυρίου τὸν Κύριον.» (Κανὼν β’, ᾨδὴ η’, τῶν Ἐγκαινίων. Ἦχος δ’).
Επίσης, τιμούμε τη μνήμη του Ιερομάρτυρος Κορνηλίου, ο οποίος ήταν Ρωμαίος εκατόνταρχος και θεοσεβούμενος άνθρωπος. Ομολόγησε τη πίστη και εντάχθηκε στη Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία χάρη στο κήρυγμα του Απ. Πέτρου. Με την απόκτηση της γνήσιας εμπειρίας του εκκλησιαστικού φρονήματος, ξεκίνησε να διδάξει και ο ίδιος στη Φοινίκη, Κύπρο, Αντιόχεια και Έφεσο.
Χειροτονήθηκε ιεράρχης της Εκκλησίας Σκήψης της Μυσίας. Χάρη στη θαρραλέα ομολογία του ανάμεσα στους ειδωλολάτρες, πολλοί ήσαν εκείνοι που θέλησαν και βαπτίστηκαν. Αυτό, όπως ήταν φυσικό, προκάλεσε θύελλα αντιδράσεων και ζηλοφθονία.
Έτσι, ο Έπαρχος Δημήτριος τον συνέλαβε, τον οδήγησε σε ειδωλολατρικό ναό όπου τον πίεσε δημόσια να αρνηθεί το Χριστό. Εκείνος όμως βρήκε την ευκαιρία να διδάξει το Ευαγγέλιο και να προαναγγείλει ένα σεισμό, από τον οποίο θα εσώζοντο ο έπαρχος, η σύζυγος και ο γιος τους. Μετά το γεγονός πείστηκαν, ομολόγησαν τον αληθινό Θεό και βαπτίστηκαν χριστιανοί.
Μετά την απελευθέρωση του από τον Έπαρχο Δημήτριο, ο Κορνήλιος συνέχισε το έργο του και πέθανε σε βαθιά γεράματα. Τόσο οι θερμές προσευχές, όσο και η ελεημοσύνη και το φιλανθρωπικό έργο που φανερώνουν την αγάπη προς το συνάνθρωπο, είναι πολύτιμες αρετές και καρποί της χάρης του αγίου Πνεύματος.
Ο άνθρωπος είναι όντως ναός του Αγίου Πνεύματος. Διαρκώς φέρει τον προσωπικό του σταυρό αγόγγυστα προσβλέποντας στον Εσταυρωμένο και Αναστημένο Κύριο.
Του Επισκόπου Μεσαορίας Γρηγορίου