Σύμφωνα με τον Γενικό Διευθυντή της Εκκλησιαστικής Κεντρικής Οικονομικής Υπηρεσίας της Εκκλησίας της Ελλάδος (ΕΚΥΟ), Δρ. Νικόδημο Φαρμάκη, από το τεράστιο αυτό έργο πρόκειται να προκύψουν 10.000 νέες θέσεις εργασίας, με πολλαπλά οφέλη για την τοπική κοινωνία αλλά και τη χώρα γενικότερα.

Την Τετάρτη, 14 Σεπτεμβρίου, στις 12 το μεσημέρι, ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης και ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Ιερώνυμος, σε ειδική εκδήλωση στο Σχιστό (Ιερά Μονή των Αγίων Πάντων), θα παρουσιάσουν ένα από τα μεγαλύτερα έργα της χώρας, επενδύσεις που πραγματοποιούνται σε έκταση της Εκκλησίας και ήδη έχουν προχωρήσει όλες οι σχετικές διαδικασίες.

Σύμφωνα με τον Γενικό Διευθυντή της Εκκλησιαστικής Κεντρικής Οικονομικής Υπηρεσίας της Εκκλησίας της Ελλάδος (ΕΚΥΟ), Δρ. Νικόδημο Φαρμάκη, από το τεράστιο αυτό έργο πρόκειται να προκύψουν 10.000 νέες θέσεις εργασίας, με πολλαπλά οφέλη για την τοπική κοινωνία αλλά και τη χώρα γενικότερα.

Στη συνέχεια, παρατἰθεται συνέντευξη για αυτή την επένδυση του π. Νικόδημου Φαρμάκη, ο οποίος είχε μιλήσει αναφορικά με την πρωτοβουλία αυτή της Εκκλησίας της Ελλάδος στην έντυπη εφημερίδα «Κιβωτός της Ορθοδοξίας».

Στη συνέντευξή του, ο Γενικός Διευθυντής της Εκκλησιαστικής Κεντρικής Οικονομικής Υπηρεσίας της Εκκλησίας της Ελλάδος (ΕΚΥΟ), Δρ. Νικόδημος Φαρμάκης, του οποίου η θητεία έχει ανανεωθεί για ακόμη τρία χρόνια, ξεκαθαρίζει για πρώτη φορά το τοπίο και αναφέρεται στο όραμα για πρωτοβουλίες που έχουν τον πολίτη στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος.

Έρχονται μεγάλες ανατροπές στο θέμα της αξιοποίησης της Περιουσίας της Εκκλησίας. Αξιοποιούνται ακίνητα. Αλλάζει ο τρόπος προσέγγισης των παρεμβάσεων υπέρ του κοινωνικού συνόλου με πρωτοβουλίες οι οποίες μπορούν να εξασφαλίσουν χιλιάδες θέσεων εργασίας σε επενδύσεις όπως για παράδειγμα στο Σχιστό ( 10.000 νέες θέσεις εργασίας), ενώ για πρώτη φορά επιχειρείται μια εκτεταμένη αξιοποίηση ακινήτων που δεν θα έχει προηγούμενο.

Στη συνέντευξή του στην «Κιβωτό της Ορθοδοξίας», ο Γενικός Διευθυντής της Εκκλησιαστικής Κεντρικής Οικονομικής Υπηρεσίας της Εκκλησίας της Ελλάδος (ΕΚΥΟ), Δρ. Νικόδημος Φαρμάκης, του οποίου η θητεία έχει ανανεωθεί για ακόμη τρία χρόνια, ξεκαθαρίζει για πρώτη φορά το τοπίο και αναφέρεται στο όραμα για πρωτοβουλίες που έχουν τον πολίτη στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος.

-Ποιο το όραμά σας και όραμα της Ιεράς Συνόδου για την αξιοποίηση της περιουσίας;

Πολύ σωστά δεν διαχωρίζετε το όραμα της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος από το όραμα του Γενικού Διευθυντή της Εκκλησιαστικής Κεντρικής Υπηρεσίας Οικονομικών. Κλήθηκα, πριν από τρία περίπου χρόνια, να υπηρετήσω το όραμα της Ιεράς Συνόδου από τη θέση αυτή. Αν θέλετε να μιλήσω προσωπικά, ο στόχος μου είναι να μπορέσω να υλοποιήσω όσο το δυνατόν περισσότερες πτυχές αυτού του οράματος με τον καλύτερο τρόπο. Αν έπρεπε, λοιπόν, να περιγράψω το όραμα της Εκκλησίας της Ελλάδος για την αξιοποίηση της περιουσίας της, θα χρησιμοποιούσα τη λέξη «ανάπτυξη». Δεν είναι εύκολος στόχος η αναπτυξιακή αξιοποίηση της περιουσίας, διότι προϋποθέτει την ολοκλήρωση προηγούμενων σταδίων, όπως η αναθεώρηση των στόχων, η οργάνωση των εσωτερικών διαδικασιών και υποδομών. Όλα αυτά συνεπάγονται άπειρες ώρες μόχθου και βασάνων.

Ο στόχος είναι ξεκάθαρος. Η σύννομη και διαυγής προσαρμογή και δυναμική ανταπόκριση στα ραγδαίως μεταβαλλόμενα δεδομένα της οικονομίας και, γιατί όχι, στην ενίσχυση της επιρροής της Εκκλησίας της Ελλάδος στη διαμόρφωση θετικών δεδομένων για την ίδια την Εκκλησία, αλλά και την εθνική μας οικονομία.

–Πρόσφατα η Ιερά Σύνοδος ανανέωσε για ακόμη τρία έτη τη θητεία σας. Θεωρείτε ότι η ΕΚΥΟ είναι έτοιμη για το ταξίδι προς την ανάπτυξη;

Ο σχεδιασμός και ο προγραμματισμός είναι μέρος της ανάπτυξης. Όταν ανέλαβα τη θέση του Γενικού Διευθυντή της Ε.Κ.Υ.Ο., τον Ιούνιο του 2019, νόμιζα ότι η τριετής θητεία μου ήταν ένα εύλογο διάστημα για την κατάκτηση ενός πρώτου επαρκούς, υγιούς και ανθεκτικού πλαισίου θεμελίωσης του αναπτυξιακού οικοδομήματος, ώστε ο οικονομικός οργανισμός της Εκκλησίας της Ελλάδος να στηριχθεί σε ρεαλιστικές και σταθερές βάσεις. Τελικά δεν χρειάστηκε περισσότερο από ένα έτος για να νιώσουμε έτοιμοι και να αρχίσουμε να χαράσσουμε την πορεία της Ε.Κ.Υ.Ο. επί χάρτου και με συγκεκριμένα βήματα προς την υλοποίηση μεγαλόπνοων σχεδιασμών. Λάβετε δε υπόψη σας ότι είμαστε στην αρχή της πανδημίας με ό,τι σημαίνει αυτό για την απαρτία των εργαζομένων στην υπηρεσία, ακόμα και της δυσκολίας των μετακινήσεων μας.

Η συντόμευση του χρόνου αναδιοργάνωσης της Ε.Κ.Υ.Ο. οφείλεται σε ορισμένες αφορμίσεις για την επίλυση χρονιζουσών υποθέσεων και εκκρεμοτήτων, οι οποίες υπήρξαν εξαιρετικά διαφωτιστικές. Στην προσπάθεια ανεύρεσης λύσεων, αναδείχθηκαν προβλήματα δομικού χαρακτήρα. Η Υπηρεσία, εκ των πραγμάτων, υποβλήθηκε σε μια γόνιμη διαδικασία ορθολογικής ενδοσκόπησης, σύμφωνα με τα σύγχρονα πρότυπα ποιότητας. Αναζητώντας τις αιτίες των προβλημάτων με τις καθιερωμένες αρχές του root-cause analysis (ανάλυση των βαθύτερων αιτίων), προβήκαμε σε διορθωτικές ενέργειες και αναθεωρήσεις των διαδικασιών μας, ώστε να λύσουμε δια παντός πολλά αιωρούμενα προβλήματα και να αποκλείσουμε την επανεμφάνισή τους στο μέλλον.

-Πόσο χρόνο σας πήρε για να περάσετε στο στάδιο της ανάπτυξης;

Τον πρώτο χρόνο εναρμονίσαμε τις διαδικασίες μας στο σύγχρονο πρότυπο ISO 9001: 2015, προβήκαμε σε μια άτυπη αλλά ουσιαστική αξιολόγηση του υπάρχοντος προσωπικού και με ελαχιστότατες, αλλά κομβικής σημασίας νέες προσλήψεις και ανακατατάξεις στο οργανόγραμμα, γίναμε πιο λειτουργικοί, αποδοτικοί και αποτελεσματικοί. Ένα κύμα ενθουσιασμού, όπως συμβαίνει σε κάθε ξεκίνημα, έδωσε πνοή στην Υπηρεσία και ανέβασε το ηθικό των εργαζομένων. Σε κάθε οργανισμό που θέλει να αναπτυχθεί, κατά την άποψη μου, ο πιο σημαντικός παράγοντας εξέλιξης είναι ο άνθρωπος. Για την Εκκλησία, αυτό είναι το πυρηνικό δόγμα της ζωής και της ανάπτυξής της, και αυτή η ιδέα πέρασε μετά από αιωνόβιες ζυμώσεις και στον κοσμικό οικονομικό πολιτισμό. Τελικά, τοποθετώντας τον άνθρωπο στο επίκεντρο, ενθαρρύνοντας και εμπνέοντας το ανθρώπινο δυναμικό της Υπηρεσίας, κατορθώσαμε μετά από πολλά «άλματα πίστης» να βιώσουμε το θαύμα της αφυπνίσεως και της εγέρσεως προς μια ανοδική πορεία των οικονομικών της Εκκλησίας σε μια πολύ δύσκολη εποχή.

Ανανεώσαμε και εκσυγχρονίσαμε την Κανονιστική μας Νομοθεσία – να φανταστείτε ότι για τις μισθώσεις ακολουθούσαμε έναν Κανονισμό του 1969 – ώστε να εναρμονίζεται με το ISO, τη σύγχρονη μετά του μνημονίου εποχή νομοθεσία για τη διαχείριση των ακινήτων των ΝΠΔΔ. Δώσαμε έμφαση στη σε βάθος νομική επεξεργασία της επιχειρησιακής συμπεριφοράς του οικονομικού οργανισμού του ΝΠΔΔ της Εκκλησίας της Ελλάδος, και ιδρύσαμε νέες Διευθύνσεις με αρμοδιότητες που αφορούν την ανάπτυξη, τη διαχείριση ευρωπαϊκών κονδυλίων, τη διασύνδεση με την αγορά και τη συνέργεια και την ηλεκτρονική διακυβέρνηση.

Όλα αυτά, σε συνδυασμό με την ταχεία επίλυση ορισμένων χρονιζουσών υποθέσεων, ορισμένων δια της συμβιβαστικής οδού και ορισμένων δια της άρσεως της διστακτικότητας μας να ασκήσουμε τα έννομα δικαιώματα μας, ανακαλύψαμε πολλά εργαλεία για να γίνουμε καλύτεροι, αποδοτικότεροι και πιο αποτελεσματικοί, προς όφελος της Εκκλησίας. Έτσι, οι πρώτες αχτίδες ανάπτυξης φάνηκαν να ανατέλλουν ήδη από τον δεύτερο χρόνο της θητείας μας, δηλαδή πολύ νωρίτερα από το αρχικό χρονοδιάγραμμα.

-Πέραν όλων των παραπάνω, έχει προχωρήσει η καταγραφή της εκκλησιαστικής περιουσίας σε όλη τη χώρα;

Θα έλεγα, ότι το ISO, η αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού και η αναθεώρηση της Κανονιστικής Νομοθεσίας είναι στοιχεία γενικής υποδομής, και βεβαίως όταν ανέλαβα τη Γενική Διεύθυνση, η καταγραφή της περιουσίας της Εκκλησίας της Ελλάδος ήταν σε ένα πολύ ώριμο στάδιο ολοκλήρωσης. Για του λόγου το αληθές, η Εκκλησία της Ελλάδος έχει πλήρως καταγεγραμμένη την περιουσία της και τη δηλώνει, ως οφείλει, στο έντυπο του Ε9, όπως όλα τα νομικά και φυσικά πρόσωπα που έχουν ακίνητη περιουσία στην Ελλάδα.

Υπάρχει βέβαια και η ρευστοποιητέα περιουσία των Ιερών Μονών σε όλη την ελληνική επικράτεια, των οποίων είναι νόμιμος Διοικητής από την εποχή των διαχωριστικών διαταγμάτων του 1930, όπου εκεί τα πράγματα είναι πιο δύσκολα, διότι πολλά από τα κτήματα αυτά, από τότε ή και αργότερα, καταπατήθηκαν ή τέθηκαν σε επιδικία, λόγω της φυσικής αδυναμίας επιστασίας τόσων εκτάσεων διάσπαρτων σε όλο το μήκος και το πλάτος της Ελληνικής επικράτειας. Στην Ε.Κ.Υ.Ο. λειτουργεί ειδικό τμήμα «ανακαλύψεως χαμένων μοναστηριακών περιουσιών» μέσα από την μελέτη παλαιών αρχείων και έρευνας στα υποθηκοφυλακεία, κτηματολογικά γραφεία και αρχεία του Κράτους.

Όμως, για να επανέλθουμε στο ζήτημα της καταγραφής της εν όλω εκκλησιαστικής περιουσίας και όχι μόνο του ΝΠΔΔ της Εκκλησίας της Ελλάδος, θα ήθελα να σας πληροφορήσω ότι η Εκκλησία της Ελλάδος, ως Εκκλησία που αποτελεί τον φορέα της επικρατούσας θρησκείας κατά το άρθρο 3 του Συντάγματος, δεν απαρτίζεται από ένα και μοναδικό νομικό πρόσωπο. Οι Μητροπόλεις, οι Ενορίες, οι Μονές, τα εκκλησιαστικά νομικά πρόσωπα ιδρυματικής μορφής συναριθμούνται με το νομικό πρόσωπο της Εκκλησίας της Ελλάδος, και υπερβαίνουν σε αριθμό τα 10.000. Η συγκεντρωτική, λοιπόν, καταγραφή της περιουσίας όλων αυτών των νομικών προσώπων είναι ένα εγχείρημα τεραστίων διαστάσεων. Το 2020 πετύχαμε να λάβουμε ευρωπαϊκή χρηματοδότηση για τη συνέχιση ενός προγενέστερου Έργου της Ιεράς Αρχιεπισκοπής, στο οποίο συμμετείχαν μόλις 20 από το σύνολο των Ιερών Μητροπόλεων. Έτσι, δόθηκε η σκυτάλη στην Ε.Κ.Υ.Ο., ώστε να συνεχιστεί η προσπάθεια από τον κεντρικό οργανισμό της Εκκλησίας της Ελλάδος. Στο πλαίσιο αυτό, συνεργαστήκαμε και με την Πολιτεία και με την Τοπική Αυτοδιοίκηση. Υπογράψαμε παρουσία του Υπουργού Ανάπτυξης Προγραμματική Σύμβαση με τον ΔΕΠΑΝ, ο οποίος μας παρέχει υποστήριξη και τεχνογνωσία, και θέσαμε πλέον τον πολύχρονο σχεδιασμό της καταγραφής της εκκλησιαστικής περιουσίας των Ιερών Μητροπόλεων, Ενοριών και Μονών σε τροχιά πραγματικής υλοποίησης. Είμαστε πολύ περήφανοι για αυτό το κατόρθωμα, όχι μόνον για τα αποτελέσματά του, αλλά και γιατί ενισχύθηκε ο θεσμός της κεντρικής διαχείρισης ζητημάτων που έχουν κατευθυντήρια σημασία και που προαπαιτούν συνεννόηση στρατηγικών σχεδιασμών μεταξύ των πολυάριθμων εκκλησιαστικών νομικών προσώπων με την Πολιτεία. Αποδεικνύεται ότι με την ανάληψη εξουσιοδοτήσεων, επιχειρησιακού χαρακτήρα από την Ε.Κ.Υ.Ο. αντιμετωπίζεται το φαινόμενο της πολυδιάσπασης στην επικοινωνία Κράτους και Εκκλησίας, η οποία στο παρελθόν έχει καταγράψει δραματικό κόστος σε απώλεια χρόνου, κόπου και ενέργειας, ενώ πολύ συχνά καταλήγει σε ματαιώσεις στόχων και επιδιώξεων.

Επενδύσεις σε ακίνητα για πρώτη φορά στην ιστορία της Εκκλησίας

-Ποιες επιδιώξεις έχουν ωριμάσει για το επόμενο διάστημα;

Είμαστε στην τελική ευθεία για την ολοκλήρωση των νομίμων διαδικασιών διενέργειας δημοσίων διαγωνισμών με αντικείμενο την αξιοποίηση 20 επενδυτικών ακινήτων μας, σε Αττική και Θεσσαλονίκη, μετά από δημόσια ανοικτή πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος, η οποία μας παρείχε πραγματικά δεδομένα ζήτησης.

Έχει πλέον εμπεδωθεί η ανάγκη συνεργασίας της Ε.Κ.Υ.Ο. με τις Ιερές Μητροπόλεις για την παροχή τεχνογνωσίας προς αξιοποίηση της περιουσίας τους. Ήδη, κατά την τελευταία διετία, πυκνώνουν οι συνεργασίες σε θέματα δασικά, περιβαλλοντικά, κτηματολογικά και, ειδικότερα, ζητήματα νομικής τάξης.

Έχει πλέον ωριμάσει η αντίληψή μας σχετικά με το πώς πρέπει να εκδηλώνεται η συνέργεια μεταξύ εκκλησιαστικών και κρατικών ή άλλων δημόσιων ή δημοτικών νομικών προσώπων. Ήδη, εφαρμόζουμε μια νέα προσέγγιση διακριτών ρόλων στη συνεργασία της Εκκλησίας και της Πολιτείας, αφού ο παλαιότερος σχεδιασμός της ίδρυσης εταιρείας για την από κοινού αξιοποίηση της εκκλησιαστικής περιουσίας με το Κράτος ουδέποτε προχώρησε στην πράξη. Πρώτος καρπός αυτής της συνεργασίας διακριτών ρόλων είναι η ένταξη του αναπτυξιακού έργου σε μεγάλο εκκλησιαστικό ακίνητο στο Σχιστό στα έργα στρατηγικής σημασίας από την αρμόδια Κυβερνητική Επιτροπή, και την συνεργασία της Εκκλησίας με το ΤΑΙΠΕΔ για την ωρίμανση του Έργου.

Βρισκόμαστε, επίσης, σε στάδιο ώριμων διαπραγματεύσεων για την αξιοποίηση ακινήτων μας σε εμβληματική επένδυση που δεν έχει προηγούμενο στην Ελλάδα. Θα προσελκύσει κεφάλαια του εξωτερικού και θα δημιουργήσει θέσεις εργασίας που από την πρώτη ημέρα θα υπερβαίνει τις 3.500. Στη δε πλήρη ανάπτυξή του θα αυξήσει σημαντικά το εθνικό προϊόν. Η επένδυση αυτή, βέβαια, προαπαιτεί νομοθετική ρύθμιση. Μετά από την επιτυχία στο Σχιστό, όλα δείχνουν ότι και σε αυτή την επένδυση θα έχουμε σύμμαχο και αρωγό μας την Πολιτεία για το καλό της εθνικής οικονομίας.

Επίσης, εκτός των άλλων project που επεξεργαζόμαστε για την αξιοποίηση περιουσίας που έχει μείνει στα αζήτητα, βρίσκεται στα «σκαριά» και ένα επίσης μεγαλεπήβολο project που σηματοδοτεί μια στροφή και προς μια αγορά που δεν αφορά ακίνητα. Δυστυχώς, δεν μου επιτρέπεται να πω περισσότερα στην παρούσα φάση.

Το όραμα για την επένδυση στο Σχιστό

Έχει γραφτεί ότι υπάρχουν αντιδράσεις τοπικών Δήμων για την ανάπτυξη στο Σχιστό.

Το ακίνητο στο Σχιστό είναι μία έκταση 3.000 χιλιάδων στρεμμάτων, η μισή δηλαδή από την αρχική έκταση της περιουσίας μας στην περιοχή. Αναρωτήθηκε κανείς πού έχουν παραχωρηθεί τα άλλα τρεις χιλιάδες στρέμματα, ή γινόμαστε επιλήσμονες των ευεργεσιών της Εκκλησίας; Η Εκκλησία της Ελλάδος σταδιακά διέθεσε την περιουσία αυτή σε διάφορους κοινωφελείς φορείς της τοπικής αυτοδιοίκησης, αλλά και ευρύτερους, για την εξυπηρέτηση των σκοπών τους. Αυτό το οποίο διαπιστώθηκε είναι εν πολλοίς οι εκτάσεις που παραχωρήθηκαν έμειναν αναξιοποίητες ή διατέθηκαν για την εξυπηρέτηση αλλότριων σκοπών, που σίγουρα δεν συνάδουν με την αρχική απόφαση της δωρήτριας Εκκλησίας. Μέρος της ευθύνης φέρουν και οι όμοροι δήμοι, οι οποίοι σήμερα διαθέτουν στελέχη με θετική προαίρεση προς το εγχείρημα, αλλά, δυστυχώς, δεν λείπουν και οι πολιτικές κορώνες που αναθεματίζουν και αφορίζουν την επένδυση στο Σχιστό, πριν ακόμα προλάβουμε να ενημερώσουμε επισήμως τους Δημάρχους της περιοχής, η οποία θα ακολουθήσει μετά την επίσημη παρουσίαση του σχεδιασμού στον Πρωθυπουργό και στην υπόλοιπη πολιτική ηγεσία των κομμάτων που είναι στη Βουλή της χώρας. Θεωρώ σκόπιμο να συστήσω νηφαλιότητα και σοβαρότητα και όχι επιρρέπεια προς τον αρνητισμό. Η Εκκλησία, το πρώτο που έχει στη σκέψη της, όσον αφορά τους αναπτυξιακούς της σχεδιασμούς στο Σχιστό, είναι ο άνθρωπος, ο πολίτης, ο κάτοικος, και κυρίως ο βιοπαλαιστής και ο άνεργος. Κάθε άλλη παραπληροφόρηση είναι τουλάχιστον εκ του πονηρού και ανοίκεια προς το ρόλο εκείνων που εκλέγει η τοπική κοινότητα για να προασπίσει το συμφέρον των πολιτών και των κατοίκων της.

Η Εκκλησία και η συμμετοχή της σε επιχειρήσεις

–Θα μπορούσε η Εκκλησία να ιδρύσει ή να μετέχει σε επιχειρήσεις για να ανταποκριθεί στις οικονομικές της ανάγκες;

Και βεβαίως μπορεί, σύμφωνα με τον νόμο, αν και η ίδρυση εταιρειών με οικονομικό σκοπό που δεν επεκτείνεται υποχρεωτικά στην ενίσχυση του μορφωτικού, φιλανθρωπικού ή πνευματικού έργου του εκκλησιαστικού νομικού προσώπου επιφυλάσσεται από τον νόμο μόνο στο ΝΠΔΔ της Εκκλησίας της Ελλάδος και όχι στις Μητροπόλεις και τις Ενορίες. Πάντως, όλα τα εκκλησιαστικά νομικά πρόσωπα μπορούν να μετέχουν σε επιχειρήσεις που συνάδουν με το εκκλησιαστικό ήθος για την ενίσχυση του κοινωφελούς, κοινωνικο-προνοιακού, φιλανθρωπικού και πνευματικού τους έργου.

Υπάρχει προηγούμενο ιστορικά; Τι γινόταν στο παρελθόν;

Στο Βυζάντιο, την εποχή που θεσπίστηκαν οι Ιεροί Κανόνες, υπήρχε το «εργόχειρο» και η αγροκαλλιέργεια και εν γένει οικονομική εκμετάλλευση των λεγόμενων “Κυριακών”, δηλαδή των κινητών και ακινήτων κτημάτων που ανήκαν στην Εκκλησία από δωρεές των μελών της. Στη σημερινή εποχή, η οικονομία προσφέρει και άλλα είδη περιουσιακών στοιχείων, όπως μερίσματα, μετοχές, ομόλογα κ.α. Δεν υπάρχει ουδείς Ιερός Κανόνας που να απαγορεύει τη λήψη θεμιτών δωρεών, δηλαδή δωρεών που προέρχονται από νόμιμη πηγή εσόδων ή νόμιμη δραστηριότητα. Βέβαια, δεν αρκεί μόνον το νόμιμο. Η Εκκλησία δεν θα μπορούσε να συμμετέχει σε επιχείρηση που έχει ως αντικείμενο την παροχή υπηρεσιών ή προϊόντων των οποίων η λήψη ή χρήση τους προσκρούει στο χριστιανικό ήθος. Όσοι νομίζουν ότι η μόνη θεμιτή οικονομική δραστηριότητα για την Εκκλησία, με σκοπό την παραγωγή εισοδήματος, είναι η μίσθωση και εκποίηση κινητών και ακινήτων, γιατί θεωρούν ότι οι δραστηριότητες αυτές δεν έχουν εμπορικό χαρακτήρα, είναι υπόλογοι στον νόμο της αντίφασης, γιατί σήμερα η αξιοποίηση της κινητής και ακίνητης περιουσίας αποτελούν αντικείμενο επιχειρήσεων και μια κατεξοχήν εμπορική δραστηριότητα. Είναι δύσκολο αυτό να γίνει κατανοητό, μόνον αν κάποιος κινείται στη σφαίρα του «οὐ με πείσεις καν με πείσεις» και του «εθελοτυφλείν».

– Πολλοί λένε ότι επιχειρείτε να «ξυπνήσετε» έναν κοιμώμενο γίγαντα. Να επανέλθουμε στην επένδυση στο Σχιστό στην οποία αναφερθήκατε;

Πολύ ωραία η παρομοίωση του κοιμώμενου γίγαντα, ο οποίος είναι καλοκάγαθος και ανιδιοτελής. Όλα αυτά δεν γίνονται προς τον ίδιον όφελος της Εκκλησίας, η οποία έχει αποδείξει ότι συντηρείται τηρώντας το «ασκητικό μοντέλο» ή αυτό που ονομάζει σήμερα η οικονομική κοινωνιολογία όσον αφορά το λειτουργικό κόστος ενός οργανισμού ως «μινιμαλισμό». Όλα αυτά γίνονται προς όφελος της κοινωνίας για την ανάπτυξη δομών πρόνοιας και φιλανθρωπίας, για τη δημιουργία θέσεων εργασίας και τη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου του λαού, για την ενίσχυση του εθνικού πλούτου και της θέσης της χώρας μας στη διεθνή οικονομία. Η αλήθεια είναι ότι, μέχρι να λάβουν σάρκα και οστά και να είναι ανακοινώσιμα τα επόμενα μεγάλα project, το project της Σχιστό Α.Ε. αποτελεί τη ναυαρχίδα μας.

Συστήσαμε την Σχιστό Α.Ε. με μέλη του Δ.Σ. επιφανείς επιστήμονες και ανθρώπους με βαρύ βιογραφικό στον κόσμο των επιχειρήσεων της Ελλάδος και του εξωτερικού και πετύχαμε τον χαρακτηρισμό του έργου αξιοποίησης ως έργου στρατηγικής σημασίας από την αρμόδια Κυβερνητική Επιτροπή. Εντός ολίγου, υπογράφεται η σύμβαση μας με το ΤΑΙΠΕΔ, το οποίο θα αναλάβει την ωρίμανση του Έργου.

Ήδη, το επενδυτικό ενδιαφέρον για το Σχιστό, από παγκόσμιους κολοσσούς, έχει θεαματική άνοδο, μετά την ανακοίνωση της εντάξεως του έργου στα στρατηγικής σημασίας. Αναμένεται ότι, σε μια τριετία από τώρα, θα έχει ωριμάσει το έργο και θα μπούμε σε τροχιά αξιοποίησης. Αυτό είναι ένα ρεαλιστικό σενάριο.

Είναι αξιοσημείωτο ότι το εγχείρημα στο Σχιστό ολιστικά, θα δημιουργήσει, στην πρώτη φάση της πλήρους ανάπτυξής του, πάνω από 10.000 θέσεις εργασίας!

Εκκλησία Online
Γράψε το σχόλιό σου

Αφήστε μια απάντηση

Comment moderation is enabled. Your comment may take some time to appear.