Την Τρίτη 16 Νοεμβρίου 2021 το απόγευμα ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων χοροστάτησε και κήρυξε τον θείο λόγο, όπως κάθε Τρίτη απόγευμα, στον Εσπερινό και στην Παράκληση του Αγίου Λουκά του Ιατρού στον Ιερό Ναό του στην Ιερά Μονή Παναγίας Δοβρά Βεροίας.

Στην Ιερά Ακολουθία τέθηκε σε προσκύνηση η Τιμία Κάρα της Αγίας Υπομονής από την Ιερά Μονή Οσίου Παταπίου Λουτρακίου Κορινθίας, η οποία μεταφέρθηκε στο Προσκύνημα του Αγίου Νεκταρίου στα Κύμινα Θεσσαλονίκης για να συνεορτάσει με τον Θαυματουργό Άγιο.

Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης κ. Παντελεήμων για ακόμη μία φορά εξέφρασε τις θερμές ευχαριστίες του προς τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Κορίνθου κ. Διονύσιο για την άδεια και την ευλογία του αλλά και προς την Καθηγουμένη της Ιεράς Μονής του Οσίου Παταπίου Γερόντισσα Χρυσοβαλάντη για την πρόθυμη ανταπόκριση να βρίσκεται η Τιμία Κάρα της Αγίας Υπομονής αυτές τις ημέρες στην Ιερά Μητρόπολης μας. Μετά το τέλος της Ιεράς Ακολουθίας η Τιμία Κάρα της Αγίας Υπομονής αναχώρησε για την Ιερά Μονή του Οσίου Παταπίου, όπου αποθησαυρίζεται.

Η Ιερά Ακολουθία μεταδόθηκε απευθείας στην ιστοσελίδα της Ιεράς Μητροπόλεως, την αντίστοιχη σελίδα στο Facebook και τον ραδιοφωνικό σταθμό «Παύλειος Λόγος 90,2 FM».

Ο Σεβασμιώτατος στην ομιλία του ανέφερε μεταξύ άλλων: Τήν περασμένη Κυριακή ἡ Ἁγία μας Ἐκκλη­σία καί ἰδιαιτέρως ἡ το­­­πι­­­κή μας Ἐκκλησία ἑόρτασε τή μνή­­­­­­μη τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Πα­­­λαμᾶ, ἀρχιεπισκόπου Θεσσαλο­­­νί­­­­­­κης, τοῦ θαυματουργοῦ, καί τῆς ἁγίας οἰκογενείας του, τῶν γονέων δηλαδή καί τῶν ἀδελφῶν του.

Καί γνωρίζουμε ἀπό τόν Βίο του, τόν ὁποῖο συνέγραψε ὁ φίλος καί συνασκητής του ἅγιος Φιλόθεος ὁ Κόκκινος, πατριάρχης Κωνσταντι­­­νου­­­πό­­­λεως, πόσο ἀγωνίσθηκε ὁ ἅγιος Γρηγόριος προκειμένου νά κα­­­θά­­­ρει τήν ψυχή καί τό σῶμα του, ὥστε νά γίνει ἄξι­­­ος τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ καί τοῦ μακαρισμοῦ τοῦ Κυ­­­ρίου «μα­κά­­­ριοι οἱ καθαροί τῇ καρ­­­δίᾳ ὅτι αὐ­τοί τόν Θεόν ὄψονται».

Στήν καθαρότητα τῆς καρ­δίας καί τήν ἀναγκαιότητά της γιά τόν κάθε πιστό ἀναφέρεται καί ὁ ἅγιος Λου­­­κᾶς, ὁ ἰατρός καί θαυματουρ­γός, στήν ὁμιλία του γιά τόν ἅγιο Γρη­­­γόριο τόν Παλαμᾶ, καί εἶναι ὠφέ­λιμο γιά ὅλους μας νά ἀκού­σουμε τί λέγει.

«Ἡ βασική διαφορά τῆς διδασκα­λίας τοῦ Χριστοῦ ἀπό ὅλες τίς ἀν­θρώπινες διδασκαλίες εἶναι ὅτι ὁ Κύ­ριος μᾶς δίδαξε γιά τήν καρ­διά μας. Μᾶς τοποθέτησε σέ ἐκεί­νη τή βαθειά καί μεγάλη ἀλήθεια πού ἀκοῦτε στά εὐαγγελικά λό­για». «Ὁ ἀγαθός ἄνθρωπος ἐκ τοῦ ἀγα­θοῦ θησαυροῦ τῆς καρ­δίας αὐτοῦ προσ­­­φέρει τό ἀγαθόν, καί ὁ πονη­ρός ἄν­­­θρωπος ἐκ τοῦ πονη­ροῦ θη­σαυ­­­ροῦ τῆς καρδίας αὐ­τοῦ προσ­φέ­ρει τό πονηρόν· ἐκ γάρ τοῦ πε­ρισ­σεύ­­­μα­­­τος τῆς καρδί­ας λαλεῖ τό στόμα αὐ­­­τοῦ» (Λουκ. 6.45).

«Στήν πνευματική μας ζωή, ἑπο­μέ­­­νως», συνεχίζει ὁ ἅγιος Λου­κᾶς, «καί σέ ὅλη τήν ἐξωτερική μας ζωή πού βρίσκεται σέ ἄμεση σχέση μέ τήν πνευματική ζωή, ἡ καρδιά μας βασιλεύει καί ἐξουσιάζει πά­νω στό μυαλό μας, στό θέλημά μας καί στίς ἐπιθυμίες μας. Σκε­φτό­­μαστε ἔτσι ὅπως ἡ καρδιά θέ­λει, πιστεύ­­­ου­­­­­­με ἐκεῖνο πού τῆς ἀρέ­σει καί κα­­­τευθύνουμε τό θέλη­μά μας σύμ­­­φω­­­να μέ τίς ἐπιθυμίες τῆς καρδιᾶς μας. Τό συναίσθημα, ὑπό τήν ἐξου­­­σία τοῦ ὁποίου εἶναι ἡ καρδιά, κυ­­­ρι­­­αρχεῖ πάνω σέ ὅλες τίς σκέψεις, στήν πίστη, στή γνώ­ση, πάνω σέ ὅλες τίς κοινωνικές καί πολιτικές ἐπιδιώξεις μας. Ὅ­πως εἶναι ἡ καρ­­­διά, τέτοια εἶναι καί ἡ πράξη μας. Ἐάν ἡ καρδιά εἶναι καθαρή, ἁγία, ἐάν ἔχει δια­πο­­­τι­στεῖ μέ διάπυρη ἀγάπη πρός τόν Χριστό, τότε ὅλες οἱ πράξεις μας, ὅλες οἱ σκέψεις μας, θά δια­πο­τισθοῦν μέ αὐτό τό συναί­­­σθημα, μέ αὐτές τίς ἅγιες προστα­­­γές τῆς καρδιᾶς. Καί τότε ἀπό τόν καλό θη­σαυρό τῆς καρδιᾶς μας θά φέ­ρου­­με καρπούς σέ ὅλες τίς πρά­­­ξεις μας καί, πρῶτα ἀπ᾽ ὅλα στήν κα­θη­μερινή ζωή, στήν ἐπικοινω­­­νία μέ τούς γύρω μας.

Ἐάν ὅμως ἡ σκοτεινή κακία βασι­λεύει στήν καρδιά μας, τότε δέν θά ἔχει σημασία ἡ τέλεια κοινω­νι­κή ὀργάνωση, δέν θά ἔχουν ση­μα­σία οἱ δίκαιοι ὀργανωτικοί κα­νό­νες, ἀφοῦ ὅλα θά εἶναι τό ἴδιο, καί ἡ καρδιά μας θά κάνει τό κακό.

Ξέρετε πόσο πολλοί», συνεχίζει ὁ ἅγιος Λουκᾶς, «ἦταν καί εἶναι διε­φθαρμένοι, καί μέ κανένα νόμο δέν μποροῦμε νά πετύχουμε νά γί­νουν καθαροί καί καλοί, ὥστε νά μήν εἶναι ἀκάθαρτοι καί ἐγωιστές.

Αὐτό μπορεῖ νά τό κάνει μόνο ὁ Κύριος Ἰησοῦς, γιατί πρόσφερε σέ μᾶς τή θεϊκή διδασκαλία του γιά τό πῶς πρέπει νά εἶναι ἡ καρδιά μας, πῶς πρέπει νά τήν ἐξαγνί­ζου­με. Καί μέ τό Αἷμα του καί τό Σῶ­μα του πού μεταλαμβά­νουμε, μᾶς δίνει δύ­­­­­­ναμη στή μάχη μέ τό κακό, στήν κάθαρση τῆς καρδιᾶς μας. Για­τί γιά τήν ἐκρίζωση τοῦ κακοῦ ἀπό τήν καρδιά μας χρειάζεται ἡ θεία χάρη, ἡ θεία δύναμη, ὥστε νά ἐξαγνιστεῖ ἡ καρδιά μας.

Ὅλα αὐ­τά μᾶς τά δίνει ὁ Κύριός μας καί κανένας ἐκτός ἀπό Αὐτόν δέν μπορεῖ νά μᾶς τά δώσει.

Πῶς, λοιπόν, ἐμεῖς δέν ἀγαπᾶμε μέ ὅλη μας τήν καρδιά τόν Χριστό, ὁ ὁποῖος μᾶς δίδαξε τήν πιό βα­θειά ἀλήθεια, ὁ ὁποῖος ἔδωσε προ­σοχή στήν καρδιά μας, ὁ ὁποῖ­ος πρόσφε­­­ρε τή θεϊκή καί ἀκτινο­βό­λα διδα­­­σκα­­­λία γιά τήν ἀγάπη στόν πλη­­­σί­­­ον», γιά τήν ὁποία ἀκού­σαμε καί στό εὐαγγελικό ἀνά­­γνωσμα τῆς πε­­­ρασμένης Κυ­ρι­α­κῆς, στήν πα­ρα­­­βολή τοῦ Καλοῦ Σαμαρείτου, διε­­­ρω­τᾶ­ται ὁ ἅγιος Λουκᾶς.

Αὐτή ἡ ἀγάπη εἶναι πού θά μᾶς βοηθήσει νά καθαρίσουμε μέ τή χά­ρη τοῦ Θεοῦ τήν καρδιά μας. Γιατί ὅπου ὑπάρχει ἀγάπη, δέν ὑπάρχει ὑπερηφάνεια, δέν ὑπάρχει ἐγωισμός, δέν ὑπάρχει θυμός, δέν ὑπάρχει κακία.

«Ἄς μήν ξεχνοῦμε, λοιπόν», κα­τα­­­­­λήγει ὁ ἅγιος, «ὅτι χρειάζεται νά κα­θαρίζουμε τήν καρδιά μας, ἐκ­ρι­ζώνοντας ἀπό αὐτήν ὅλους τούς κακούς λογισμούς, ὥστε νά γίνει ἁγία. Ἄς ταπεινωνόμαστε ἐνώ­­­πιον τοῦ Κυρίου, ἄς μετανο­οῦ­με γιά ὅ,τι μολύνει τήν καρδιά μας καί ἄς γεμίζουμε τή ζωή μας μέ τήν ἐπι­­­θυμία τῆς ἀγάπης, τοῦ κα­λοῦ καί τοῦ ἐλέους.

Καί τότε θά ἀναπαυθεῖ καί στή δι­κή μας καρδιά ἡ χάρη τοῦ ἁγίου Πνεύματος, ὅπως καί στήν καρδιά τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Παλα­μᾶ», ὅπως καί στήν καρδιά τῆς ἁγίας Ὑπομονῆς, τῆς ὁποίας τήν τιμία κά­­­­­­­­­ρα ἔχουμε τήν εὐλογία νά προ­­­σκυ­­­­­­νήσουμε καί ἀπόψε, διότι καί ἡ ἁγία Ὑπομονή ἀγω­­­­­­νίσθηκε γιά νά διατηρήσει τήν καρδιά της «καθ­­­α­­­ράν ἀπό τοῦ κό­­­σμου». Καί αὐτό δέν ἦταν εὔκολο, κα­­­θώς, ὡς αὐτοκρά­­­τει­­­ρα ζοῦσε στά ἀνά­­­κτο­­­ρα τῆς Κων­­­­­­­­­στα­­­ντινου­­­πό­­­λε­­­ως, ὅπου εἶχε νά ἀντι­­­με­­­τω­­­πίσει πολλές προ­­­κλή­­­­­­σεις καί πει­­­ρασμούς. Ὅμως ἐκείνη κατόρ­­­θω­­­σε νά διατηρήσει τήν κα­­­θα­­­­­­ρό­­­τη­­­τα τῆς καρδίας της, τήν ὁποία στή συνέ­­­χεια, μετά τόν θά­­­να­­­­­­το τοῦ συ­­­ζύγου της, τοῦ αὐτο­­­κρά­­­τορος Μα­­­­­­νουήλ Παλαιολόγου, τήν ἀφιέ­­­ρω­­­σε ὁλο­­­κλη­­­ρω­­­τικά στόν Χριστό, ἐν­­­δυόμε­­­νη τό μοναχικό ρά­­­­­­σο καί ἔζη­­­σε μέ­­­χρι τήν κοίμησή της, ἐπί 25 χρόνια, ὡς μοναχή Ὑπο­­­μονή, καί ἁγίασε καί ἔλαβε τή χάρη τοῦ Θεοῦ, τήν ὁποία μᾶς προ­­­σφέρει διά τοῦ ἱεροῦ της λειψάνου, ὅπως καί ὁ ἅγιος Λουκᾶς, ὁ ὁποῖος ἐπιτελεῖ κα­­­­­­­­­θημερινά θαύματα. Ἕνα ἀπό τά ὁποῖα θά ἤθελα νά σᾶς ἀναφέρω καί ἀπόψε, ὅπως τό περι­­­γράφει μία κυρία πού τό ἔζησε στόν σύζυγό της.

Πρό ὀλίγων ἐτῶν, γράφει, εἰσή­­­χθη ἐπειγό­­­ντως ὁ σύζυγός μου μέ πόνους στό νοσο­­­κομεῖο. Διαγνώ­­­σθηκε μέ πε­­­ρι­­­ε­­­δρικό ἀπόστημα καί ἔγινε ἀμέ­­­σως ἡ ἐπέμβαση, προκει­­­μένου νά καθα­­­ρισθεῖ. Τίς ἑπόμενες ἡμέρες καί πα­­­ρά τό γεγονός ὅτι εἶχε λάβει ἐξι­­­τή­­­ριο, εἶχε φρικτούς πόνους στήν κοι­­­λιακή χώρα. Ἐπέ­­­στρεψε στό νοσοκομεῖο, ἔκανε ἐξε­­­τάσεις καί διαπιστώ­­­θη­­­καν ση­­­μεῖα σηψαιμίας, πού ἀνά­­­γκα­­­σαν τούς για­­­τρούς νά τόν βάλ­­­λουν ἄμε­­­­­­σα στό χειρουργεῖο. ῾Η κα­­­τά­­­στα­­­ση ἦταν ἐξαιρετικά κρίσιμη καί εἶχε ἀνάγκη ἀπό συνεχεῖς χειρουρ­­­γι­­­κούς κα­­­θα­­­ρι­­­σμούς. Παρέμει­­­νε λοι­­­πόν στό νοσοκομεῖο καί κάθε πρωί ἔμπαινε στό χει­­­ρουρ­­­γεῖο γιά τόν ἀπαραίτητο κα­­­θα­­­ρισμό. Ἡ τα­­­λαι­­­πω­­­ρία ἦταν με­­­γά­­­λη, καθώς 35 ἡμέ­­­ρες μετά τό πρῶτο χειρουργεῖο ἡ κατάστασή του συνέχιζε νά εἶναι σοβαρή, καί γι᾽ αὐτό εἴχαμε ἀρχίσει νά ἀπογοητευόμαστε.

Ἕνα πρωινό, γύρω στίς 10:30, συ­­­νεχίζει ἡ κυρία, καί ἐνῶ ἡ μητέρα μου ἦταν καθισμένη δίπλα στόν σύ­­­ζυγό μου, ἐμφανίσθηκε μπροστά τους ἕνας ἄνδρας, περίπου 30 ἐτῶν, ρασοφόρος, μέ μαῦρα μαλιά καί γένια καί φοροῦσε στρογγυλά σι­­­δερένια γυαλιά. Κρατοῦσε ἕνα βι­­­βλίο καί διάβαζε. Ἡ μητέρα μου ἀμέσως μόλις τόν εἶδε, τόν ρώτησε:

«Ποιός εἶστε; Δέν σᾶς γνωρίζω».

Ἀμέσως τότε τά μαλλιά καί τά γέ­­­νια τοῦ ρασοφόρου ἀπό μαῦρα πού ἦταν ἀρχικά, ἄρχισαν σιγά-σιγά νά ἀσπρίζουν. Τότε ἐκείνη τόν ἀνα­­­γνώ­­­­­­ρισε, γιατί κάθε πρωί πρίν νά μπεῖ ὁ σύζυγός μου στήν πόρτα τοῦ χειρουργείου, τοῦ ἔδινε καί προ­­­σκυ­­­νοῦσε τήν εἰκόνα του. Ἦταν ὁ ἅγιος Λουκᾶς!

Ὁ σύζυγός μου ἀκούοντας τή συ­­­νομιλία τῆς μητέρας μου τήν ρώ­­­τησε:

«Μέ ποιόν μιλᾶς, μητέρα;»

Καί ἐκείνη τοῦ ἀπήντησε:

«Δέν τόν βλέπεις; Εἶναι ὁ ἅγιος Λου­­­κᾶς!»

Ξαφνικά ἡ ὄψη τοῦ Ἁγίου ἄρχισε νά ἐξαφανίζεται σιγά-σιγά, καί ἡ μητέρα μου κάνοντας τόν σταυρό της εἶπε στόν σύζυγό μου νά μήν φοβᾶται πλέον, γιατί ὁ Ἅγιος θά τόν κάνει καλά.

Πράγματι, κατά ἕνα θαυμαστό τρό­­­πο, ἐνῶ μέχρι τότε ὁ ὀργανι­­­σμός του δέν ἀντιδροῦσε στή θερα­­­πευ­­­τική ἀγωγή, ἀπό τήν ἡμέρα ἐκείνη ἄρχισε νά βελτιώνεται ἡ ὑγεία του καί ἑβδομήντα ἡμέρες ἀργότερα πῆρε ἐξιτήριο. Ὅλοι μι­­­λοῦ­­­σαν γιά θαῦμα καί ἐμεῖς, κατα­­­λήγει ἡ κυρία, εἴμεθα βέβαιοι ὅτι ὁ ἅγιος Λουκᾶς ἔκανε καί στόν σύζυ­­­γό μου τό θαῦμα του!

Εκκλησία Online
Γράψε το σχόλιό σουΣχόλια (-1)

Αφήστε μια απάντηση

Comment moderation is enabled. Your comment may take some time to appear.