Γράφει η Δημοσιογράφος Βίκυ Καλοφωτιά (ΑΡΘΡΟ ΤΟΥ 2017).
Νιώθεις την καθημερινότητα να απλώνει τα “πλοκάμια” της επεκτατικά στη ζωή σου, στη σκέψη σου, στο σώμα σου, στην ψυχή σου. Ειδήσεις εκτοξεύονται από και προς πάσα κατεύθυνση. Οι ρυθμοί ιλιγγιώδεις και εξουθενωτικοί. Κινήσεις εκτελούνται μηχανικά και άνευρα. Και ξαφνικά, εκεί που τρέχεις να προλάβεις, να χωρέσεις χίλιες δυο ασχολίες, έγνοιες, προβληματισμούς και αγωνίες στη ροή του καθημερινού σου προγράμματος, διαπιστώνεις ότι η ροή έχει χάσει κάτι από τη ζωντάνια και τη μελωδικότητά της. Το τραγούδι της ζωής σου τείνει να σβήσει εντελώς σαν δυο-τρεις άηχες νότες στο παλιό και σκονισμένο γραμμόφωνο, που κινδυνεύουν να αφήσουν άδοξα την τελευταία τους πνοή. Κι εκεί το παίρνεις απόφαση. Θα αλλάξεις ρότα. Θα αναζητήσεις τον πραγματικό σου εαυτό. Θα τον ανακαλύψεις εκ νέου. Θα δώσεις δυναμικά το σύνθημα για την επανεκκίνηση. Θα μιλήσεις με εσένα. Με το μέσα σου. Και θα πάρεις την επόμενη πτήση για να βρεθείς στο λατρεμένο σου νησί, του Βορείου Αιγαίου, κοντά σε εκείνους που αγαπάς, εκεί που χτυπάει η καρδιά σου, εκεί που νιώθεις ότι ανήκεις. Εκεί, όπου για μια ακόμη φορά σε καλεί η θαυματουργή εικόνα του Αρχαγγέλου Μιχαήλ να την προσκυνήσεις και να γαληνέψει η ψυχή σου. Εκεί, στο μοναστήρι του Μανταμάδου, στο πανέμορφο νησί της Λέσβου.
Ο Ταξιάρχης Μιχαήλ, που είναι προστάτης και πολιούχος του Μανταμάδου, θεωρείται και προστάτης ολόκληρου του νησιού. Μέχρι σήμερα η εικόνα του, προκαλεί δέος με το διαπεραστικό και συνάμα καθησυχαστικό ύφος του Αρχαγγέλου, τα μεγάλα μάτια και το μαύρο χρώμα, τη φοβερή ρομφαία και τα επιχρυσωμένα φτερά. Σύμφωνα με το θρύλο, η μονή δέχθηκε την επιδρομή Σαρακηνών πειρατών, οι οποίοι κατέσφαξαν τους μοναχούς, με εξαίρεση έναν νέο δόκιμο καλόγερο, τον Γαβριήλ, ο οποίος πρόλαβε να κρυφτεί στην οροφή της εκκλησιάς. Από εκεί είδε μετά το μακελειό, τη μορφή του Αρχαγγέλου να φτερουγίζει πάνω από τα πτώματα των μοναχών. Παίρνοντας χώμα, που είχε ποτιστεί με το αίμα τους και κερί, έφτιαξε τη μορφή του Ταξιάρχη, όπως πρόλαβε να την αντικρίσει. Σήμερα βλέπουμε μόνο το κεφάλι και όχι ολόκληρο το σώμα, όπως το είχε φτιάξει ο μοναχός. Οι πιστοί εναποθέτουν ως τάματα, σιδερένια παπούτσια, επειδή η παράδοση θέλει τον Αρχάγγελο να τα φορά τις νύχτες. Η εκκλησία γιορτάζει την Κυριακή των Μυροφόρων, δύο εβδομάδες μετά την Ανάσταση, όπου συρρέουν κάθε χρόνο προσκυνητές, οι οποίοι εξακολουθούν σε μεγάλο ποσοστό, να έρχονται στον Άγιο με τα πόδια την παραμονή της γιορτής, από χιλιόμετρα μακριά, αλλά και καβαλάρηδες με τα άλογά τους στολισμένα, για να τιμήσουν τον Ταξιάρχη.
Το μοναστήρι βρίσκεται βόρεια του Μανταμάδου, στο δρόμο που οδηγεί προς τη Σκαμνιά.
Και βγαίνοντας από το μοναστήρι, έχοντας “συνομιλήσει” με τον Αρχάγγελο και έχοντας προσκυνήσει την θαυματουργή του εικόνα, ένα είναι σίγουρο: ότι παίρνοντας κανείς το δρόμο της επιστροφής στην καθημερινότητα, με το αίσθημα της πληρότητας, της γαλήνης, του δέους , της πίστης και της αγάπης στις ψυχικές του αποσκευές, τίποτα δεν είναι πια το ίδιο…κι εσύ είσαι ένας αναγεννημένος, δυνατός και γεμάτος θάρρος, αντοχή και ψυχικό σθένος, άνθρωπος!
Όπως ακριβώς πρέπει να είσαι!
Όπως ακριβώς θα είσαι από εδώ και στο εξής! Νιώθοντας τις φτερούγες του Αρχαγγέλου να σε αγκαλιάζουν σε κάθε σου σήμερα. Σε κάθε σου αύριο. Και τα αποτυπώματα από τις πατημασιές του να σε ακολουθούν πιστά σε κάθε σου βήμα.
Έτσι ώστε το τραγούδι της ζωής σου να εμπλουτίζεται συνεχώς και να αποκτά κάθε μέρα εκ νέου τη ζωντάνια και τη μελωδικότητά του.
Με εσένα στη θέση του δημιουργού…