Με ρώτησε εάν αγαπώ τον Άγιο Δημήτριο.

«Βέβαια, Γέροντα, αγαπώ όλους τους αγίους και τον άγιο Δημήτριο».
Μου λέει : «Όχι, να τον αγαπάς πάρα πολύ και να σου πω τι έγινε σ΄ εμένα».

Όταν ήταν ο πατήρ Φιλόθεος νέο παιδί και προσπάθησε να πάει στο Άγιον Όρος, τον συνέλαβαν οι Τούρκοι οι οποίοι ήσαν στη Θεσσαλονίκη και τον έκλεισαν στον Λευκό Πύργο.

Εκεί είχε πάρα πολλές δυσκολίες και είχαν σκοπό να τον κακοποιήσουν και να τον σκοτώσουν. Διά θαύματος, τον γλύτωσε ο Μεγαλομάρτυς Δημήτριος παρουσιαζόμενος ως αξιωματικός στους Τούρκους.

Αλλά δεν ήταν μόνο αυτό. Ο πατήρ Φιλόθεος έκαμε τάμα στον Άγιο Δημήτριο, κάθε χρόνο στις 26 Οκτωβρίου, που τιμάται η μνήμη του, να πηγαίνει στον άγιο Δημήτριο και να παρίσταται και να λειτουργεί στην πανήγυρη του αγίου.

Μια χρονιά – περίπου δέκα χρόνια από τότε που μας διηγήθηκε το γεγονός – είχε πάρα πολύ μεγάλη κακοκαιρία στην Πάρο και δεν υπήρχαν πλοία.

Δεν μπορούσε κανένα πλοίο να αποπλεύσει. Ήταν αδύνατο για τον πατέρα Φιλόθεο να φύγει από το νησί και να πάει στον Πειραιά και μετά στη Θεσσαλονίκη, για να εκπληρώσει το τάμα του και την επιθυμία που είχε για να παρευρεθεί στη πανήγυρη του αγίου Δημητρίου, στο ναό του. Και παρέμεινε στο μοναστήρι. Ήταν πάρα πολύ θλιμμένος.

Έκαναν τον Εσπερινό κάτω στο Καθολικό της μονής κι επέστρεψε ο πατήρ Φιλόθεος στο κελλί του λυπημένος, αισθανόμενος, τρόπον τινά μια αδυναμία, γιατί δεν μπορούσε να εκπληρώσει τον λόγο που είχε δώσει στον Άγιο.

Μόλις πήγε στο κελλί του όμως και κάθισε στην καρέκλα του και άρχισε να προσεύχεται και να λέει : » ‘Αι Δημήτριε, δυστυχώς, δεν μπόρεσα να εκπληρώσω αυτό το τάμα, σε παρακαλώ συγχώρεσέ με, βοήθησέ με», ξαφνικά, χωρίς να το καταλάβει ευρέθηκε στο ναό του Αγίου Δημητρίου.

Από την Πάρο ευρέθηκε στο ναό του Αγίου Δημητρίου στη Θεσσαλονίκη.

Εν σώματι κανονικά. Χαιρέτησε όλους τους παρόντες, χωρίς να πει σε κανένα τίποτε. Ήξεραν όλοι ότι πήγαινε κάθε χρόνο και δεν απόρησε κανείς.

Έλαβε μέρος στον Εσπερινό, έμεινε το βράδυ στη Θεσσαλονίκη, έλαβε μέρος, την άλλη μέρα, στη λειτουργία, τελείωσαν οι γιορτασμοί και τότε, ο πατήρ Φιλόθεος επέστρεψε πίσω στο μοναστήρι του. Στο μοναστήρι οι μοναχοί είχαν ανησυχήσει, γιατί η πόρτα του ήταν κλειστή από μέσα και νόμιζαν ότι πέθανε.

Μετά, θυμάμαι, όταν τον ρώτησα :
«Πάτερ, Φιλόθεε, πώς επιστρέψατε ;» – νόμιζα ότι ήρθε πίσω κατά τον ίδιο τρόπο – μου λέει :
«Ρε παιδάκι μου, μετά, πήρα το καράβι και επέστρεψα. Την πρώτη φορά με πήρε ο Άγιος αεροπορικώς και μετά ήρθα με τα δικά μου μέσα».

Κι εκτός που μου το είπε ο ίδιος, οι ίδιοι οι Πατέρες της μονής μας το είπαν και ήταν παρόντες αυτοί που έσπασαν την πόρτα του, η οποία ήταν κλειδωμένη από μέσα και δεν βρήκαν τον πατέρα Φιλόθεο

Εκκλησία Online
Γράψε το σχόλιό σου

Αφήστε μια απάντηση

Comment moderation is enabled. Your comment may take some time to appear.