Με την δέουσα εκκλησιαστική τάξη και την λαμπρότητα της Πασχαλίου περιόδου εορτάστηκε και εφέτος 20η και 21η Μαίου 2024 εν πληθούση Εκκλησία στο ακριτικό Καστελλόριζο η ιερά μνήμη των πολιούχων του Αγίων, Θεοστέπτων Βασιλέων και Ισαποστόλων Κωνσταντίνου και Ελένης. Οι λατρευτικές εκδηλώσεις είχαν ως επίκεντρο τον επ’ ονόματι των Αγίων τιμώμενο και πανηγυρίζοντα, παμμεγέθη Μητροπολιτικό Ναό του Νησιού.
Ο Μητροπολίτης κ. Χρυσόστομος, προκειμένου να προστή των λατρευτικών Συνάξεων της Πανηγύρεως, μετέβη από εχθές Δευτέρα 20η Μαίου στο ακριτικό νησί συνοδευόμενος από τους εκ Σύμης Πρεσβυτέρους π. Γεώργιο Χατζηχρυσάφη και π. Γεώργιο Κακακιό και τον εκ Ρόδου Πρωτοψάλτη κ. Παναγιώτη Μανουσάκη ο οποίος διηκόνησε μελιρρύτως το ι. Αναλόγιο λαμπρύνων έτι περισσότερο την Πανήγυρη.
Το απόγευμα ο Μητροπολίτης χοροστάτησε κατά τον Μέγα Πανηγυρικό Εσπερινό στον πανηγυρίζοντα Μητροπολιτικό Ναό των Αγίων, συμπαραστατούμενος από τον Εφημέριο και Αρχιερατικό Επίτροπο της Νήσου, Αρχιμανδρίτη π. Νικόδημο Σκλέπα και τους προαναφερομένους κληρικούς.
Την κυριώνυμο ημέρα της εορτής, ο Μητροπολίτης χοροστάτησε στον Όρθρο και τέλεσε την Θ. Λειτουργία συλλειτουργών μετά των προαναφερομένων κληρικών. Μετά την απόλυση έλαβε χώρα η λιτάνευση της Ι. εφεστίου Εικόνος των πολιούχων Αγίων στους γραφικούς δρομίσκους και το «κορδόνι», όπως ονομάζεται στην ντοπιολαλιά, η προκυμαία του πανέμορφου νεοκλασσικού οικισμού, προς ευλογία και επιστηριγμό των ακριτών κατοίκων και των ευλαβών προσκυνητών.
Τέλος, ο Μητροπολίτης κήρυξε τον θείο λόγο, αναφερόμενος στην ζωή και το τεράστιο έργο του Μεγάλου Κωνσταντίνου, ο οποίος διακρίθηκε όχι μόνο σε έργα πολιτικής και διοικητικής συνέσεως, στρατιωτικής δεξιοτεχνίας, φρονήσεως και ανδρείας, αλλά και σε έργα πραγματικά μεγάλα, στερεώσεως του μέχρι τότε διωκομένου Χριστιανισμού και ενισχύσεως της Εκκλησίας.
Παρέστησαν οι τοπικές Αρχές με επικεφαλής τον Δήμαρχο Μεγίστης κ. Νικόλαο Ασβέστη, ο Βουλευτής Δωδεκανήσου κ. Βασίλειος Υψηλάντης, καθώς και οι εκπρόσωποι της Δ.Α.Ν Καστελλορίζου, της Αστυνομίας και του Λιμενικού, οι εκπαιδευτικοί της Α/βάθμιας και Β/βάθμιας εκπαιδεύσεως μαζί με τους μαθητές, που προπορεύονταν της Ιεράς Πομπής, κρατώντας με τιμή και καμάρι την Γαλανόλευκη.
Περί της ανεγέρσεως του Πανηγυρίζοντος Μητροπολιτικού Ναού η τοπική παράδοση διασώζει ότι αυτή το πρώτον έγινε κατά το πέρασμα της Αγίας Ελένης από το νησί. Η Αγία κατά την ιεραποδημία της στους Αγίους Τόπους για την ανεύρεση του Τιμίου Σταυρού, περιήλθε όλες τις χώρες της Ανατολικής αυτοκρατορίας, κτίζοντας Ναούς του Θεού και στολίζοντάς τους με λαμπρά κειμήλια. Την περίοδο αυτή λέγεται πως σταμάτησε για λίγο με τον αυτοκρατορικό της δρόμωνα στο Καστελλόριζο. Εδώ οι ευσεβείς κάτοικοι την υποδέχτηκαν ζεστά και φιλόξενα και εκείνη για να τους στηρίξει στην χριστιανική πίστη που ήδη είχαν διδαχθεί και εστερνιστεί από τους Αγίους Αποστόλους κατά τις περιοδείες τους στην Μικρά Ασία, οικοδόμησε στο νησί μεγαλοπρεπή παλαιοχριστιανική Βασιλική.
Στα ερείπια αυτά πιστεύεται πως οικοδομήθηκε ο σημερινός μεγαλοπρεπής καλλιμάρμαρος Ναός επ’ ονόματι των Αγίων. Το σημερινό οικοδόμημα ακολουθεί το ρυθμό της τρίκλιτης σταυροφορικής ή σταυροθολιακής Βασιλικής, τα κλίτη της οποίας διαχωρίζουν κιονοστοιχίες με εντυπωσιακές μονολιθικές κολώνες πορφυρού γρανίτη, προερχόμενες από τα Πάταρα της Λυκίας. Αποτελεί τον μεγαλύτερο Ναό αυτού του είδους στα Δωδεκάνησα, διαθέτει οκτώ σταυροθόλια, κτίστηκε το έτος 1835 υπό την επίβλεψη του Νικολάου Κ. Πρωτομάστορα και κόστισε 300.000 γρόσια. Το Καστελλόριζο πολυπληθές τότε, βρισκόταν στο απόγειο της οικονομικής και πολιτιστικής του αναπτύξεως, ενωμένο οργανικά με τον ακμάζοντα Ελληνισμό της ευρύτερης περιοχής της Λυκίας της Μικράς Ασίας και μάλιστα ήταν έδρα Επισκοπής, υπαγομένης στην εκεί Μητρόπολη Πισιδίας. Ο Ναός μοιράζεται το βοτσαλωτό προαύλειο με την Σαντραπεία αστική Σχολή (το σημερινό Δημοτικό Σχολείο), γεγονός χαρακτηριστικό, που φανερώνει τον καθοριστικό ρόλο της Εκκλησίας στην Παιδεία των τότε υποδούλων Δωδεκανησίων.