Ἔννοια εἶναι ἡ ἐνέργεια τοῦ σκέπτεσθαι, ἄλλως ἡ σκέψη. Κατ' ἐπέκτασιν, ὁ ὅλος συλλογισμός, ἡ γνώμη, ἡ ἰδέα καί ἡ ἀντίληψη γιά ἕνα ἤ περισσότερα θέματα. Περαιτέρω ἡ ἔννοια ἔρχεται καί ὡς πρόθεση καί προβολή τοῦ σχεδίου καί τοῦ σκοποῦ. Εἶναι ὁ βαθύτερος στοχασμός καί ἡ ἀντίληψη γιά λέξεις, δικαιώματα, καθήκοντα, διδασκαλίες, νομοθετήματα, πράξεις τοῦ καθημερινοῦ βίου.
Ὡστόσο, εἶναι γεγονός ὅτι ἡ ἐποχή μας διέρχεται μία κρίση ἐννοιῶν.
Ὑπάρχουν ἔννοιες ὅπως ἐλευθερία, δημοκρατία, δικαιοσύνη, ἰσότητα, ἀλληλεγγύη, ἀτομικά – ἀνθρώπινα δικαιώματα. Ἀκόμη, σύγχρονες ἔννοιες ὅπως πρόοδος, ἐξορθολογισμός, «ὥριμη κοινωνία», «ἀνοικτή κοινωνία», παγκοσμιοποίηση, πολυπολιτισμικότητα, «ρητορική μίσους», ἀνεκτικότητα, σκοταδισμός, ὀπισθοδρομικότητα.
Κάθε φορά ὅμως γεννᾶται τό εὔλογο ἐρώτημα. Γράφοντας ἤ προφέροντας τίς ἔννοιες αὐτές τί ἀκριβῶς ἐννοοῦμε; Λέγουμε αὐτό τό ζήτημα ἀποτελεῖ πρόοδο. Εἶναι ὅμως ἀληθής πρόοδος ἤ εἶναι ψευδής πρόοδος καί μία κρυμμένη βαρβαρότητα; Μιλᾶμε γιά δικαιώματα καί καλῶς. Ὅμως ἀπό τήν ἄλλη ὑπάρχει μία ἀνυπαρξία καθηκόντων. Μόνον δικαιώματα ὑπάρχουν; Καθήκοντα δέν ὑπάρχουν; Μέ τόν ἐξορθολογισμό ἐπιδιώκουμε νά ἐπιλύσουμε τά προβλήματα τῆς κοινωνίας. Εἶναι ὅμως πανάκεια ὁ ὀρθός λόγος; Τό τριμερές τῆς ψυχῆς τοῦ ἀνθρώπου σβήνεται; Ὁ ἄνθρωπος εἶναι μόνον ἕνα βιολογικό ὄν; Ὅλα αὐτά πρέπει νά μᾶς προβληματίσουν.
*
Ἀλλά καί σέ ἔννοιες πού σχετίζονται μέ τήν πνευματική ζωή, μέ τά θέματα πίστεως, παρατηρεῖται ἄγνοια ἤ ἡμιμάθεια, μία ἀ-παιδεία.
Τί εἶναι ὁ Θεός, ὁ Χριστός, ἡ Ἐκκλησία; Τά Ἱερά Μυστήρια; Τί σημαίνει θεολογία, ἁμαρτία; Ποιό τό περιεχόμενο τῆς χριστιανικῆς ἠθικῆς; Τί εἶναι οἱ χριστιανικές ἑορτές καί τί σημαίνει παράδοση, τί εἶναι ἡ πνευματική ζωή, γιά νά ἀναφέρουμε μερικά μόνο ζητήματα καί παραδείγματα.
Ἐξακολουθεῖ ἀκόμα καί σήμερα νά ἐπαναλαμβάνεται ἡ ἐσφαλμένη φράση: «πίστευε καί μή ἐρεύνα» ἤ νά γίνεται λόγος γιά σύγκρουση θρησκείας καί ἐπιστήμης ἤ αἴτημα γιά χωρισμό Ἐκκλησίας καί Πολιτείας χωρίς νά ὑφίσταται κατανόηση τοῦ περιεχομένου αὐτοῦ τοῦ αἰτήματος ἤ ἀκόμη νά χλευάζεται τό τρίπτυχο πατρίδα – θρησκεία – οἰκογένεια, χωρίς βαθύτερη κατανόηση τῶν ἐννοιῶν τους καί χωρίς κριτική σκέψη γιά τόν ἐπιπόλαιο αὐτό χλευασμό.
Εἰδικότερα, σ’ αὐτή τήν ἐποχή συγχύσεως ἐννοιῶν, παχυλῆς ἄγνοιας ἤ ἡμιμάθειας ἤ καί ἀπολυτοποίησης τῆς ἀνθρώπινης γνώσης, φθάνουμε ὁ Θεός νά ἐξορίζεται καί στή θέση του νά τίθεται ἡ μιά ἀόριστη ἀνώτερη δύναμη ἤ ἡ φύση ἤ ἡ τύχη, ὡς εἶναι στή διάλεκτο τῆς ἀθεΐας τό ὄνομα τοῦ Θεοῦ.
Ὁ Χριστός θεωρεῖται ὡς ἕνας ἀρχηγός θρησκείας, ὡς ἕνας ἐπαναστάτης, ἰδεολόγος, φιλόσοφος, ἀκόμη καί τό ἀκραῖο, ὡς μή ἱστορικό πρόσωπο. Διαπιστώνουμε ὅτι τό Ἱερό Εὐαγγέλιο παραμένει κλειστό καί ἡ ἄγνοια ἐξακολουθεῖ νά ὑπάρχει στόν κόσμο.
Ἀλλά καί ἡ γνώση γιά τήν Ἐκκλησία εἶναι περιορισμένη, ἄν δέν εἶναι, ὅσα λέγονται καί γράφονται, κατευθυνόμενη σκέψη ἐναντίον αὐτῆς. Καί τοῦτο, γιατί ὅταν γίνεται λόγος περί Ἐκκλησίας ἐξακολουθεῖ νά ὑπάρχει μεγάλη σύγχυση ἐννοιῶν. Τί εἶναι ἡ Ἐκκλησία; Τό κτίριο; Ἡ διοίκηση τῆς Ἐκκλησίας; Τό ΝΠΔΔ; Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος; Οἱ Μητροπολῖτες; Οἱ κληρικοί; Ὁ λαός δέν εἶναι Ἐκκλησία; Καί ὁ Χριστός, ἡ «κεφαλή τῆς Ἐκκλησίας» πού εἶναι; Ἔπειτα, ὅταν γίνεται ἀναφορά γιά τά Ἱερά Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας τί ἐννοοῦμε; Μία κοινωνική τελετή; Μία δικαιοπραξία νομικῆς φύσεως; Εἶναι γεγονός ὅτι ὑπάρχει μία τραγική παρεξηγημένη ἔννοια γιά τήν Ἐκκλησία καί τά ἱερά της Μυστήρια καί ἀναφέρονται λέξεις καί ἔννοιες μακρυά ἀπό τίς θεόπνευστες Γραφές, τήν χριστιανική διδασκαλία καί τήν ἱερή Παράδοση.
Ἀλλ’ ὀφείλουμε νά γνωρίζουμε ὅτι δέν ὑπάρχει Ἐκκλησία χωρίς Χριστό. Ὡς λέγει ό Τερτυλλιανός: «Ecclesia vero Christus». Καί ἰσχύει τό τοῦ Κλήμεντος Ἀλεξανδρείας «συμπάσης Ἐκκλησίας στέφανος ὁ Χριστός». Καί ὁ Χριστός εἶναι ἡ Αὐτoαλήθεια.
Δέν μποροῦμε, λοιπόν, νά μάθουμε τί εἶναι ἡ Ἐκκλησία χωρίς Χριστό. Καί ὁ Χριστός πρῶτα φεύγει ἀπό τήν σκέψη μας, μετά ἀπό τήν καρδιά μας καί στή συνέχεια ἀπό τή ζωή μας. Αὐτό συνιστᾶ πλέον τήν ἀποχριστιανοποίηση. Μήν περιμένουμε τότε νά γνωρίζουμε τί εἶναι ἡ Ἐκκλησία. Μόνον ὅταν γνωρίσουμε τό Πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ καί βιώσουμε τήν Χάρι Του, τότε μόνο θά καταλάβουμε τί εἶναι καί τί κάνει ἡ Ἐκκλησία.
Ἔπειτα, θεολογία εἶναι ἡ κοινωνία τοῦ Θεοῦ καί κοινωνία τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ ἁγιότητα τοῦ ἀνθρώπου καί ἁμαρτία ἀπό τήν ἄλλη, ἡ μή θεολογία, ἡ ἄγνοια τοῦ Θεοῦ, ἡ ἀπομάκρυνση ἀπό τό Θεό, ὡς ἡ ἐσχάτη ἀφροσύνη. Ἀλλά καί γιά τίς ἄλλες ἔννοιες ὅπως χριστιανική ἠθική, ἑορτές, παράδοση πού ἀναφέραμε, ἔχουμε δυστυχῶς ὀλίγιστη γνώση.
*
Ἔτσι τελικά μέ τήν κρίση τῶν ἐννοιῶν ἡ μεγάλη αἵρεση τῆς ἐποχῆς μας καθίσταται ἡ ἐκκοσμίκευση. Δηλαδή, ἡ ἀποϊεροποίηση. Ὁ Χριστιανισμός τίθεται στό περιθώριο τῆς ζωῆς καί ὄχι βέβαια στό κέντρο νά φωτίζει τήν διάνοια, τίς ἀποφάσεις, τήν καθημερινή βιοτή. Βέβαια αὐτό τό φαινόμενο φέρει βάσανο καί δέν ἠρεμεῖ τόν ἐσωτερικό κόσμο τοῦ ἀνθρώπου. Παρασύρει δέ τήν ἀνθρώπινη ψυχή σέ δοκησισοφία καί οἴηση. Καί ἡ κρίση τῶν ἐννοιῶν ἐξακολουθεῖ νά διαφεντεύει στή κοινωνία καί ὁ ἄνθρωπος χωρίς τήν σοφία καί τήν ἀλήθεια πού κρύβει ἡ κάθε ἔννοια, ταλαιπωρεῖται.
*
Συνεπῶς, γιά νά ἐλαττωθεῖ ἡ πλάνη αὐτή τῆς κρίσης ἐννοιῶν εἶναι ἀπόλυτη ἀνάγκη κάθε φορά νά γίνεται διερμήνευση τοῦ πνεύματος τῶν ἐννοιῶν. Τί ἐννοοῦμε; Τί καταλαβαίνουμε; Τί θέλουμε ἐπακριβῶς νά διατυπώσουμε; Ὀφείλουμε τίς ἔννοιες νά τίς ἐμβαπτίζουμε στή βάσανο τῆς σκέψης, τῆς ἱστορίας, τῆς πραγματικότητας, τῆς ἀλήθειας.
Ἡ ἑλληνική καί χριστιανική παιδεία ὡς μάθηση καί ἀποκάλυψη, μά καί ὡς ἐρμηνευτική τῶν ἐννοιῶν εἶναι, ἀσφαλῶς, τό κάθε φορά ζητούμενο.