Στον Ιερό Ναό Τιμίου Προδρόμου του Οικισμού Παντελεήμονα της Κοινότητας Ν. Σάντας μετέβη σήμερα, Κυριακή 6 Οκτωβρίου 2024, ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Πολυανής και Κιλκισίου κ. Βαρθολομαίος, όπου και ιερούργησε, κηρύττοντας τον θείο λόγο.
Ο Σεβασμιώτατος, πλαισιούμενος από τον Εφημέριο του Ναού π. Γεώργιο Τζίνη, τον Αρχιδιάκονο π. Φιλόθεο Τσαμπαζάκη και τον Διάκονο π. Μεθόδιο Γεωργιάδη, ανέλυσε την ακουσθείσα Ευαγγελική Περικοπή, λέγοντας τα εξής προς το ευσεβές εκκλησίασμα του μικρού Οικισμού με επικεφαλής τον Πρόεδρο του Δημοτικού Συμβουλίου Κιλκίς κ. Ιωάννη Χατζηαποστόλου:
“Μια επίσκεψη πραγματοποιεί σήμερα ο Κύριος αγαπητοί μου αδελφοί.
Το ρήμα επισκέπτομαι σημαίνει ότι επιθεωρώ κάποιο χώρο ή μεταβαίνω στην οικία ενός άλλου στα πλαίσια μιας φιλικής επαφής ή μεταβαίνω σ’ έναν τόπο κοινωνικής προσφοράς και αλληλεγγύης, όπως σε ένα νοσοκομείο, σε ένα γηροκομείο, σε μια φυλακή, σε ένα σχολείο κ.α. Έτσι η επίσκεψη γίνεται μια έκφραση αγάπης και παρηγοριάς έναντι του «άλλου». Γίνεται μια εκδήλωση των συναισθημάτων μας και της βοήθειάς μας απέναντι στον αδελφό μας.
Η επίσκεψη όμως, που πραγματοποιεί ο Κύριος σήμερα, είναι μία διαφορετική επίσκεψη από τις συνηθισμένες. Και είναι διαφορετική, διότι δεν γίνεται σε κανένα σπίτι, σε κανένα ναό ή σε κανένα ίδρυμα, αλλά είναι μία επίσκεψη που γίνεται στο δρόμο.
Ο Χριστός επισκέπτεται μια πονεμένη ψυχή, μια θρηνωδούσα χήρα μάνα, που κηδεύει τον μοναχογιό της. Αντικρίζοντάς την ο Ιησούς, την συμπόνεσε και την σπλαχνίσθηκε ανασταίνοντας το παιδί της με μια Του φράση «Νεανίσκε, σοι λέγω, εγέρθητι»(Λουκ. ζ’,14). Και τότε όλος ο λαός, που συνόδευε την κηδεία φώναξε «ότι επεσκέψατο ο Θεὸς τον λαὸν αυτού» (Λουκ. ζ’,16).
Το Ευαγγέλιο πολλές φορές μας αναφέρει την επίσκεψη του Θεού σε πονεμένους, δυστυχισμένους και άρρωστους ανθρώπους. Τότε που ο άλλος αγγίζει τα όρια της απελπισίας και βρίσκεται στο τελευταίο σκαλοπάτι, βλέπουμε να συντελείται το θαύμα.
Στη ζωή μας κυριαρχεί μαζί με τη χαρά και ο πόνος. Κυριαρχεί με απλά λόγια, η χαρμολύπη. Πόνος για τον χαμό ενός αγαπημένου μας προσώπου, πόνος για κάποιο οικογενειακό ή εργασιακό πρόβλημα, πόνος για κάποιο θέμα υγείας. Και τότε συνήθως, όλοι φωνάζουμε «πού είσαι Θεέ μου;».
Κι’ όμως, πολλές φορές μέσα από τον πόνο καλούμαστε να πλησιάσουμε περισσότερο τον Θεό. Είναι τότε που ο πόνος λειτουργεί ως το μέσο σύλληψης του θελήματός Του. Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος γράφει συγκεκριμένα «Όπου υπάρχει δοκιμασία, εκεί υπάρχει και παρηγοριά. Όπου παρηγοριά εκεί η Χάρη του Θεού».
Αδελφοί μου, πρώτος βίωσε τον πόνο και την μοναξιά ο Χριστός πάνω στο σταυρό του Γολγοθά. Στο μαρτύριο αυτό τον ακολουθούν όλοι οι άνθρωποι, ανάλογα με τις δυνάμεις τους. Ίσως θα πρέπει να εστιάσουμε στο εάν εγκλωβισμένοι στον πόνο και στα προβλήματα χάνουμε την πίστη μας στο Θεό ή εάν ο πόνος γίνεται μία ευκαιρία συνάντησης μαζί Του. Ο αληθινά πιστός δεν απελπίζεται και δεν χάνει το θάρρος του.
Ταπεινώνεται για να δεχθεί το Θεό στη ζωή του και να κάνει το θέλημα Αυτού, θέλημα δικό του. Ο Θεός υπάρχει δεν είναι «νεκρός». Μας επισκέπτεται ποικιλοτρόπως, αλλά εμείς αρνούμαστε την επίσκεψή Του επιλέγοντας την εγωκεντρικότητά μας.
Η Ανάσταση του Χριστού αποτελεί την άλλη όψη του νομίσματος, γιατί μας διαβεβαιώνει πως δεν υπάρχουν νεκροί. Κάθε φορά που μιλά ο Κύριος για θάνατο, μιλάει για ύπνο.
Έτσι ο θάνατος γίνεται ύπνωση και μετάβαση προς την αληθινή ζωή. Όλα όμως αυτά τα υπέρλογα γεγονότα, δύσκολα τα ακούει ο σύγχρονος άνθρωπος και ακόμη πιο δύσκολα τα δέχεται. Η αλήθεια πάντως είναι μία! Ο θάνατος δεν προέρχεται από το Θεό, ο οποίος μας χαρίζει τη ζωή για να την απολαμβάνουμε και όχι για να την ακυρώνουμε.
Ο θάνατος προέκυψε ως συνέπεια του χωρισμού μας απὸ την πηγή της ζωής, που είναι ο ίδιος ο Δημιουργός. Η φιλανθρωπία Του όμως αγαπητοί μου, για την μετοχή μας στην αιωνιότητα της ουράνιας βασιλείας Του, αποτελεί το μεγαλύτερο δώρο του νικητή του θανάτου για όλους μας, καθώς είναι αποτέλεσμα της Αναστάσεώς Του”.
Προ της Απολύσεως χειροθέτησε εις Πρωτοπρεσβύτερον τον π. Γεώργιο, τον οποίο επαίνεσε για τους κόπους του και τον ζήλο που επιδεικνύει στα ιερατικά του καθήκοντα, αναφωνόντας την ευχή “Άξιος!”.