Εισόδια Θεοτόκου: Ο εορτασμός των Εισοδίων της Θεοτόκου άρχισε με τα θυρανοίξια της Νέας Βασιλικής της Αγίας Μαρίας, που ανεγέρθηκε κοντά στην τοποθεσία του κατεστραμμένου Ναό της Ιερουσαλήμ. Η παλαιά βυζαντινή βασιλική, έργο του 543, είχε καταστραφεί από τους Πέρσες του Χοσρόη Β΄ μετά την Πολιορκία της Ιερουσαλήμ το 614. Η πρώτη καταγεγραμμένη αναφορά στην εορτή είναι η μνεία «Εἴσοδος τῆς Παναγίας Θεοτόκου» στο Μηνολόγιον του Βασιλείου Β΄, ένα Αυτοκρατορικό Μηνολόγιο του 11ου αιώνα.
Εισόδια Θεοτόκου: Γιορτή 21 Νοεμβρίου
Τα Εισόδια συνέχισαν να εορτάζονται σε όλη την Ανατολή, με καταγεγραμμένο τον εορτασμό τους στα μοναστήρια της νότιας Ιταλίας τον 9ο αιώνα, και μεταφέρθηκαν στη Δύση εορταζόμενα στο Παπικό Παρεκκλήσιο της Αβινιόν το 1372 με διάταγμα του Πάπα Γρηγορίου ΙΑ΄.[4] Ωστόσο, στο Ρωμαϊκό Λειτουργικό η εορτή εντάχθηκε μόλις το 1472, και καταργήθηκε από τον Πάπας Πίος Ε΄ το 1568. Ως αποτέλεσμα, δεν εμφανίζεται στο Τριδεντινό Αγιολόγιο. Ο Πάπας Σίξτος Ε΄ την επανεισήγαγε στο Ρωμαϊκό Αγιολόγιο το 1585.
Σήμερα η Ορθόδοξη Εκκλησία εορτάζει τα Εισόδια ως μία από τις 12 Μεγάλες Εορτές της. Επειδή η ημερομηνία της (21 Νοεμβρίου) βρίσκεται μέσα στη Νηστεία των Χριστουγέννων («Σαρανταρά»), κατά την ημέρα αυτή οι κανόνες της νηστείας ελαφραίνουν κάπως και επιτρέπεται η κατανάλωση ψαριού, κρασιού και λαδιού.
Στην εγκύκλιό του το 1974 με τίτλο Marialis Cultus, ο Πάπας Παύλος ΣΤ΄ τονίζει ότι η εορτή «παρουσιάζει υψηλές και παραδειγματικές αξίες, και μεταφέρει τις σεβαστές παραδόσεις που έχουν την προέλευσή τους στις Ανατολικές Εκκλησίες».