ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΑ: Την Κυριακή 17 Μαρτίου εορτάστηκε στο Πατριαρχείο Ιεροσολύμων η μνήμη του οσίου Γερασίμου Ιορδανίτου στην ομώνυμη Ιερά Μονή, στην Δυτική Όχθη του Ιορδάνη ποταμού.
Τελέστηκε Θεία Λειτουργία προεξάρχοντος του Πατριάρχη Ιεροσολύμων κ.κ. Θεοφίλου, συλλειτουργούντων Αγιοταφιτών Αρχιερέων και πατέρων.
“Όντως ο μέγας Γεράσιμος εξέλαμπε ως φωστήρ, τουτέστιν ακτινοβολούσε το φως της αγάπης του Χριστού και έσπειρε τα σπέρματα της ευσεβείας, δηλαδή την υγιαίνουσαν και σωτηριώδη Ορθόδοξον πίστιν. Το γεγονός τούτο επιβεβαιοί η πνευματική σχέσις, την οποίαν είχεν ο Αββάς Γεράσιμος μετά του Μεγάλου Ευθυμίου, τον οποίον συναντούσεν εις την έρημον του Ρουβά κατά την διάρκειαν των νηστειών”, ανέφερε, μεταξύ άλλων, ο Μακαριώτατος κατά το κήρυγμά του.
Μετά το πέρας της εορτής ο Ηγούμενος της Μονής, Αρχιμανδρίτης Χρυσόστομος, παρέθεσε εόρτια τράπεζα.
Αναλυτικά το ανακοινωθέν της Αρχιγραμματείας:
Την Κυριακήν της Τυρινής, 4ην /17ην Μαρτίου 2024, εωρτάσθη υπό του Πατριαρχείου η μνήμη του οσίου Γερασίμου του Ιορδανίτου εις την επ’ ονόματι αυτού Ιεράν Μονήν, την κειμένην εις την Δυτικήν όχθην του Ιορδάνου ποταμού ολίγον πρό της εκβολής αυτού εις την Νεκράν Θάλασσαν.
Κατά την εορτήν αυτήν η Εκκλησία όλη, ιδία η των Ιεροσολύμων, ανακαλεί εις την μνήμην αυτής ότι ο Όσιος Γεράσιμος κατήγετο εκ Λυκίας, προσήλθεν εις την Αγίαν Γήν διά προσκύνησιν των Αγίων Τόπων το έτος 451, και εμόνασεν εις εν αναχωρητήριον παρά την Νεκράν Θάλασσαν αρχικώς. Παρασυρθείς υπό των Μονοφυσιτών επλανήθη, επανήλθεν όμως εις την Ορθοδοξίαν υπό του Αγίου Ευθυμίου του Μεγάλου. Μετά ταύτα, ίδρυσε παρά την όχθην του Ιορδάνου «Λαύραν περιφανή» και εν αυτή Κοινόβιον, έχων ως συνασκητήν τον άγιον Κυριακόν. Ο βίος αυτού εσημειώθη διά πολλών θαυμαστών έργων. Εκοιμήθη το 475, γενόμενος καθοδηγητής χιλιάδων μοναχών και λαϊκών εις την μοναχικήν και εν Χριστώ ζωήν.
Εις τον Ιερόν Ναόν της Μονής ταύτης, ετέλεσε την θείαν Λειτουργίαν η Α.Θ.Μ. ο Πατήρ ημών και Πατριάρχης Ιεροσολύμων κ.κ. Θεόφιλος, συλλειτουργούντων Αυτώ των Αρχιερέων Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Καπιτωλιάδος κ. Ησυχίου, των Σεβασμιωτάτων Αρχιεπισκόπων Κωνσταντίνης κ. Αριστάρχου, Ανθηδώνος κ. Νεκταρίου Εξάρχου εις Κωνσταντινούπολιν και Πέλλης κ. Φιλουμένου, των Ιερομονάχων Αρχιμανδριτών π. Ματθαίου Γέροντος Δραγουμάνου, π. Στεφάνου Εξάρχου εις Μόσχαν, π. Ραφαήλ Εξάρχου Αθηνών, π. Αμφιλοχίου, π. Κλαυδίου, π. Ιερωνύμου, π. Κυριακού του Αββά Γερασίμου, Αραβοφώνων και Ρωσοφώνων Πρεσβυτέρων, του Πρεσβυτέρου π. Ήσσα Μούσλεχ και του Πρεσβυτέρου π. Μπούλος, του Αρχιδιακόνου Μάρκου και των Ιεροδιακόνων π. Ευλογίου και π. Δοσιθέου, ψάλλοντος του Σεβασμιωτάτου Αρχιεπισκόπου Μαδάβων κ. Αριστοβούλου μετά των μαθητών της Πατριαρχικής Σχολής Σιών και μετεχόντων εντοπίων και προσκυνητών, παρουσία του Γενικού Προξένου της Ελλάδος εις τα Ιεροσόλυμα κ. Δημητρίου Αγγελοσοπούλου και προσκυνητών εκ Κύπρου και πιστών εκ διαφόρων περιοχών του Ισραήλ.
Εις το Κοινωνικόν της θείας Λειτουργίας εκήρυξε τον θείον λόγον ο Μακαριώτατος ως έπεται:
«Οφθαλμοί Κυρίου επί δικαίους και ώτα αυτού εις δέησιν αυτών» (Ψαλμ. 33) «Οι οφθαλμοί του Κυρίου στρέφονται ευμενώς προς τους δικαίους και τα ώτα αυτού κλίνουν με προσοχήν εις την παράκλησίν των», αναφωνεί ο ψαλμωδός.
Αγαπητοί εν Χριστώ αδελφοί,
Ευλαβείς Χριστιανοί,
Η χάρις του Αγίου Πνεύματος συνήγαγε πάντας ημάς εν τώ ιερώ τούτω τόπω της ερήμου του Ιορδάνου, ένθα η Λαύρα του οσίου και θεοφόρου Πατρός ημών Γερασίμου του από Λυκίας, ίνα εορτίως τιμήσωμεν την ιεράν αυτού μνήμην.
Ο θεομακάριστος Γεράσιμος ανεδείχθη είς εκ των μεγάλων αναχωρητών, των διαλαμψάντων εν Παλαιστίνη κατά τον 5ον αιώνα. Κατά την προσκυνηματικήν αυτού επίσκεψιν εις τους Αγίους Τόπους, περιώδευσεν άνα τας μεγάλας Μονάς της Παλαιστίνης και εγκατεστάθη μονίμως εις την ενταύθα έρημον του Ιορδάνου, όπου ωκοδόμησε μεγάλην Λαύραν, η οποία απέβη περιφανής κατά την μαρτυρίαν του Κυρίλλου Σκυθοπολίτου, γράφοντος εν τη ιστορία αυτού: «Τότε δή ο μακάριος Σάββας του τριακοστού πέμπτου της εαυτού ηλικίας χρόνου πληρωθέντος… ανεχώρησεν επί την ανατολικήν έρημον του εν αγίοις Γερασίμου το τηνικαύτα (= του κατ’ εκείνον τον χρόνον) φωστήρος δίκην (κατά τον τρόπον) εκλάμποντος και εν τη κατά τον Ιορδάνην ερήμω τα της ευσεβείας σπείροντος σπέρματα».
Όντως ο μέγας Γεράσιμος εξέλαμπε ως φωστήρ, τουτέστιν ακτινοβολούσε το φως της αγάπης του Χριστού και έσπειρε τα σπέρματα της ευσεβείας, δηλαδή την υγιαίνουσαν και σωτηριώδη Ορθόδοξον πίστιν. Το γεγονός τούτο επιβεβαιοί η πνευματική σχέσις, την οποίαν είχεν ο Αββάς Γεράσιμος μετά του Μεγάλου Ευθυμίου, τον οποίον συναντούσεν εις την έρημον του Ρουβά κατά την διάρκειαν των νηστειών. «Και εν τώ καιρώ των αγίων νηστειών, ο όσιος Γεράσιμος ελάμβανεν τον Αββάν Κυριακόν, τον μονάζοντα εν τη Λαύρα αυτού, εις την πανέρημον του Ρουβά, οίτινες αυτόθι ησύχαζον έως της των Βαίων εορτής κατά Κυριακήν εκ των χειρών του Μεγάλου Ευθυμίου κοινωνούντες. Ολίγου δε τινος χρόνου διελθόντος και του Μεγάλου Ευθυμίου εν Χριστώ τελειωθέντος είδεν ο εν αγίοις Γεράσιμος την αυτού ψυχήν υπό αγγέλων οδηγουμένην και εις ουρανόν αναφερομένην και λαβών τον Αββάν Κυριακόν ανήλθεν εις την μονήν αυτού και το σώμα κηδεύσας υπέστρεψεν», μαρτυρεί ο Κύριλλος Σκυθοπολίτης.
Ο Πατήρ ημών Γεράσιμος επέλεξε τον εν τη ερήμω αναχωρητικόν βίον, ακούων εις το Δαυϊτικόν λόγιον: «ιδού εμάκρυνα φυγαδεύων και ηυλίσθην εν τη ερήμω» (Ψαλμ. 54, 8) και δή εν τη ερήμω του Ιορδάνου, ένθα το πρώτον ανεχώρησεν ο Ιωάννης ο Βαπτιστής, κηρύσσων και λέγων· «μετανοείτε· ήγγικεν γάρ η βασιλεία των ουρανών», (Ματθ. 3, 1-2).
Εν τη ερήμω του Ιορδάνου εσχόλαζε, είχεν δηλαδή τον ελεύθερον καιρόν, ο όσιος Γεράσιμος, ίνα μετά ησυχίας, ασιτίας και αδιαλείπτου προσευχής γνωρίση τον Θεόν κατά το γεγραμμένον: «σχολάσατε και γνώτε ότι εγώ ειμι ο Θεός», (Ψαλμ. 45,11). Ερμηνεύων το λόγιον τούτο ο Μέγας Αθανάσιος λέγει: «ει μη γάρ τις πάσης κοσμικής φροντίδος γένηται εκτός, ου δύναται γνώναι τον Θεόν». «Αύτη μέν ούν η σχολή (ασχολία) αγαθή τώ σχολάζοντι και ωφέλιμος, ησυχίαν εμποιούσα προς την των σωτηρίων διδαγμάτων ανάληψιν (γνώσιν)», λέγει ο Μέγας Βασίλειος.
Αύτη δε η «τών σωτηρίων διδαγμάτων ανάληψις, γνώσις, «δέν είναι άλλη από την θείαν σοφίαν, η οποία κατά τον Σολομώντα: «απαύγασμα γάρ εστι φωτός αϊδίου και έσοπτρον ακηλίδωτον της του Θεού ενεργείας και εικών της αγαθότητος αυτού… και εις ψυχάς οσίους μεταβαίνουσα φίλους Θεού κατασκευάζει» (Πρβλ. Σοφία Σολ. 7, 26-27) Εις τοιούτον «έσοπτρον ακηλίδωτον της του Θεού ενεργείας ειργάσατο την διάνοιαν αυτού ο θεοφόρος Πατήρ ημών Γεράσιμος, κατά τον Ευαγγελιστήν Ιωάννην: «Οίδαμεν δε ότι ο υιός του Θεού ήκει και δέδωκεν ημίν διάνοιαν, ίνα γινώσκωμεν τον αληθινόν· καί εσμεν εν τώ αληθινώ, εν τώ Υιώ αυτού Ιησού Χριστώ. Ούτός εστιν ο αληθινός Θεός και ζωή αιώνιος», (Α’ Ιωάν. 5,20).
Ο θείος έρως προς τον επουράνιον βασιλέα Χριστόν είναι η δύναμις της θείας ενεργείας της αποκαλυπτούσης εις τους έχοντας καθαράν την καρδίαν το αληθές φως της αιωνίου ζωής, τουτέστιν τον Υιόν και Λόγον του Θεού, τον Χριστόν. Εις τούτο ακριβώς διακρίνονται οι Άγιοι της Εκκλησίας, ιδιαιτέρως οι μάρτυρες και οι αναχωρηταί ασκηταί της ερήμου. «Ο εμός έρως εσταύρωται» ( = έχει σταυρωθεί,ο Χριστός) και ουκ εμοί πύρ (= επιθυμίαν) φιλόϋλον· «ύδωρ ζών» (Ιωάν. 4,10) και λαλούν εν εμοί έσωθέν μοι λέγον· δεύρο προς τον Πατέρα. Ουχ ήδομαι τροφή φθοράς ουδέ ηδοναίς του βίου τούτου· άρτον Θεού θέλω, ο εστιν σάρξ Ιησού Χριστού, του εκ σπέρματος Δαυΐδ και πόμα θέλω, το αίμα αυτού, ο εστιν αγάπη άφθαρτος», γράφει ο Ιερομάρτυς Ιγνάτιος ο Θεοφόρος.
Ο δε ασκητικώς βιώσας Ιερός Χρυσόστομος λέγει: «Άπαντας μέν φιλώ τους αγίους μάλιστα δε τον μακάριον Παύλον… τούτο δε είπον, ίνα υμάς κοινωνούς ποιήσω του φίλτρου (τής αγάπης). Οι μέν γάρ τον σωματικόν έρωτα ερώντες εικότως αισχύνονται ομολογείν … οι δε τον πνευματικόν, μηδέποτε ομολογούντες παυέσθωσαν… εκείνος μέν γάρ ο έρως έγκλημα, ούτος δε εγκώμιον».
Ιδού λοιπόν, αγαπητοί μου αδελφοί, διά τι τιμώμεν και εγκωμιάζομεν τους αγίους, ως τον σήμερον εορτάζοντα θεομακάριστον Γεράσιμον. Είναι γεγονός, ότι πράγματι οι Χριστιανοί συμμετέχουν εις την θείαν αγιότητα διά της δωρεάς του Αγίου Πνεύματος και αναδείκνυνται «εις ναόν άγιον» (Εφ. 2,21) και «εις έθνος άγιον». «Υμείς δε γένος εκλεκτόν, βασίλειον ιεράτευμα, έθνος άγιον, λαός εις περιποίησιν, όπως τας αρετάς εξαγγείλητε του εκ σκότους υμάς καλέσαντος εις το θαυμαστόν αυτού φως», (Α’ Πέτρ. 2,9), κηρύττει ο κορυφαίος Απόστολος Παύλος.
Με άλλα λόγια, αγαπητοί μου, ημείς ως Χριστιανοί ως «γένος εκλεκτόν» οφείλομεν να αποδίδωμεν εις τον Θεόν «τήν λογικήν, την πνευματικήν λατρείαν τώ Θεώ, προσφέροντες τον εαυτόν μας μαζί με τον Χριστόν ως «θυσίαν ζώσαν, αγίαν, ευάρεστον τώ Θεώ», (Ρωμ. 12,1) κατά τον θείον Παύλον. Δι’ αυτού ακριβώς του τρόπου γινόμεθα αφ’ ενός μέν σύμμορφοι της κλήσεως του Χριστού λέγοντος: «Όστις θέλει οπίσω μου ακολουθείν απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού και ακολουθείτω μοι», (Μάρκ. 8,34). Αφ’ ετέρου δε μιμηταί του οσίου Πατρός ημών Γερασίμου, ούτινος ταις προς τον Θεόν ικεσίαις και ταις πρεσβείαις της υπερευλογημένης Θεοτόκου αξιωθώμεν, ίνα διέλθωμεν το στάδιον της νηστείας της Αγίας Τεσσαρακοστής εν μετανοία, εγκρατεία, ταπεινοφροσύνη και υπομονή. Μετά δε του υμνωδού είπωμεν: «Σύν Οσίοις Όσιε Γεράσιμε, Χριστώ παριστάμενος, Αυτόν καθικέτευε υπέρ ειρήνης της δοκιζομαζομένης περιοχής ημών και σύμπαντος κόσμου». Αμήν. Έτη πολλά και Καλή Τεσσαρακοστή.
Κατά την παράδοσιν την ημέραν ταύτην, Κυριακήν της Τυρινής, συνεκεντρώνοντο πάντες οι αρχαίοι ασκηταί εις αυτήν ταύτην την Μονήν «τού Καλαμώνος», την οποίαν ίδρυσεν ο Άγιος Γεράσιμος ο Ιορδανίτης και ελάμβανον την ευχήν του εκάστοτε Ηγουμένου και ολίγην τροφήν διά την ενδυνάμωσιν αυτών κατά την έναρξιν της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής και έπειτα ανεχώρουν εις τα ασκητήρια αυτών, διά να επιστρέψουν και παλιν διά την εορτήν των Βαίων.
Ηκολούθησε εόρτιος τράπεζα της Κυριακής της Τυρινής υπό του φιλέργου και ρέκτου Ηγουμένου Αρχιμανδρίτου π. Χρυσοστόμου ο οποίος και εκαλλώπισε τον Ιερόν Ναόν και την Μονήν δι’ ωραίων ψηφιδωτών και ανεκαίνισε την Ιεράν Μονήν και ανέδειξεν αυτήν εις προσκυνηματικόν, εργασιακόν και κοινωνικόν κέντρον ως όασιν αναψυχής ενδεών και γηροκομείον Αγιοταφιτών Πατέρων.