Όπως ο θάνατος της ψυχής είναι ο κυρίως θάνατος, έτσι και η ζωή της ψυχής είναι η κυρίως ζωή. Ζωή της ψυχής είναι η ένωση με το Θεό, όπως ακριβώς ζωή του σώματος είναι η ένωση με την ψυχή.
Και όπως με την παράβαση της εντολής (από τον Αδάμ) η ψυχή χωρίστηκε από το Θεό και θανατώθηκε, έτσι με την υπακοή στην εντολή ενώνεται πάλι με το Θεό και ζωοποιείται. Γι’ αυτό λέει ο Κύριος στα Ευαγγέλια: «Τα λόγια που λέω εγώ, είναι πνεύμα και είναι ζωή» (Ιω. 6:63). Το ίδιο έλεγε στον Κύριο και ο Πέτρος, που το έμαθε από την πείρα: «Έχεις λόγια της αιώνιας ζωής» (Ιω. 6:68). Τα λόγια όμως αυτά οδηγούν στην αιώνια ζωή όσους υπακούνε, ενώ για όσους παρακούνε, αυτή η εντολή της ζωής γίνεται αιτία θανάτου (Ρωμ. 7:10). Έτσι και οι Απόστολοι, ενώ ήταν “ευωδία Χριστού”, για άλλους ήταν οσμή θανάτου που δίνει θάνατο, ενώ για άλλους οσμή ζωής που δίνει ζωή (Β’ Κορ. 2:15-16).
Η ζωή πάλι αυτή, δεν είναι ζωή μόνο της ψυχής, αλλά και του σώματος, αφού με την ανάσταση το αθανατίζει κι αυτό. Και δε λυτρώνει το σώμα μονάχα από τη θνητότητα, αλλά κι από το θάνατο που ποτέ δε λήγει, δηλαδή τη μέλλουσα εκείνη κόλαση, χαρίζοντας και σ’ αυτό την αιώνια εν Χριστώ ζωή, τη δίχως πόνο, δίχως νόσους, δίχως λύπη, την πράγματι αθάνατη.
Όπως στο θάνατο της ψυχής, δηλαδή στην παράβαση και την αμαρτία, επακολούθησε ο θάνατος του σώματος και η διάλυσή του σε γη και η μετατροπή του σε χώμα, και στο σωματικό θάνατο επακολούθησε η καταδίκη της ψυχής στον άδη, έτσι στην ανάσταση της ψυχής, η οποία είναι η επιστροφή στο Θεό με την υπακοή στις θείες εντολές, θα ακολουθήσει ύστερα η ανάσταση του σώματος που θα ενωθεί πάλι με την ψυχή. Και στην ανάσταση αυτή θα ακολουθήσει η πραγματική αφθαρσία και η αιώνια ζωή με το Θεό όσων την αξιωθούν, αφού από σαρκικοί θα γίνουν πνευματικοί και θα ζουν στον ουρανό σαν άγγελοι, όπως λέει ο Απόστολος: «Θα μας αρπάξουν τα σύννεφα για να υποδεχτούμε στον αέρα τον Κύριο που θα έρχεται, κι έτσι θα είμαστε πάντοτε μαζί με τον Κύριο» (Α’ Θεσ. 4:17).
Όπως δηλαδή ο Υιός του Θεού, που έγινε άνθρωπος από φιλανθρωπία, πέθανε σωματικά και χωρίστηκε η ψυχή Του από το σώμα, αλλά δε χωρίστηκε από αυτό η θεότητά Του – γι’ αυτό και αφού ανάστησε το σώμα Του, το πήρε μαζί Του στον ουρανό με δόξα –, έτσι κι εκείνοι που έζησαν εδώ σύμφωνα με το θέλημα του Θεού. Καθώς δηλαδή, όταν αποχωρίζονται το σώμα τους, δε χωρίζονται από το Θεό, στην ανάσταση θα πάρουν μαζί και το σώμα τους κοντά στο Θεό, εισερχόμενοι με ανέκφραστη χαρά εκεί όπου εισήλθε ως πρόδρομος για χάρη μας ο Ιησούς (Εβρ. 6:20), για να απολαμβάνουν μαζί Του τη δόξα που μέλλει να φανερωθεί (Α’ Πέτρ. 5:1). Και δε θα μετάσχουν μονάχα στην ανάστασή Του, αλλά και στην ανάληψή Του και σε όλη τη θεόμορφη ζωή Του.
Δε θα γίνει όμως το ίδιο και μ’ εκείνους που έζησαν εδώ σαρκικά και στην ώρα του θανάτου βρέθηκαν να μην έχουν καμία κοινωνία με το Θεό. Γιατί, αν και όλοι θ’ αναστηθούν, αλλά ο καθένας στην ανάλογη τάξη, όπως λέει ο Απόστολος (Α’ Κορ. 15:23). Εκείνος που θανάτωσε εδώ με τη δύναμη του Πνεύματος τις πράξεις του σώματος (Ρωμ. 8:13), θα ζήσει εκεί τη θεϊκή και αιώνια ζωή μαζί με το Χριστό. Ενώ εκείνος που με τις σαρκικές επιθυμίες και τα πάθη θανάτωσε εδώ το πνεύμα του, εκεί – αλοίμονο – θα καταδικαστεί μαζί με το διάβολο, το δημιουργό και πρόξενο της κακίας, και θα παραδοθεί στην αβάσταχτη και ασύλληπτη από το νου κόλαση, πράγμα που είναι ο δεύτερος θάνατος (Αποκ. 20:14), ο μόνιμος.