Οι διαφορές που έχουμε με την Τουρκία δεν περιορίζονται μόνο σε θέματα εθνικής κυριαρχίας και καθορισμού των λεγομένων Αυτόνομων Οικονομικών Ζωνών (Α.Ο.Ζ.) στην θάλασσα. Εκτείνονται και σε πολλά άλλα ζητήματα, όπως είναι π.χ. το μεταναστευτικό, που το έχει εργαλειοποιήσει η Τουρκία επιχειρώντας μέσω αυτού να εξισλαμίσει την χώρα μας, αλλά και ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, με ιδιαίτερη έμφαση στην θρησκευτική ελευθερία των αλλοδόξων που ζουν τόσο στην γειτονική χώρα όσο και στην πατρίδα μας.

Θα ασχοληθούμε σήμερα με το ζήτημα αυτό παίρνοντας κυρίως αφορμή από τις επαναλαμβανόμενες τα τελευταία χρόνια καταγγελίες της Κυβέρνησης της Άγκυρας ότι η Ελλάδα καταπιέζει την μουσουλμανική μειονότητα (τουρκική κατ’ αυτήν, μολονότι η Συνθήκη της Λωζάνης δεν αναγνωρίζει τέτοια εθνική μειονότητα στην Ελλάδα), αφού της στερεί, μεταξύ άλλων, το δικαίωμα νε επιλέγει η ίδια τους θρησκευτικούς της ηγέτες. Η κατηγορούσα λοιπόν Τουρκία εγκαλεί την χώρα μας ως ασεβή προς την θρησκευτική ελευθερία των αλλοδόξων πολιτών της. Ο φαρισαϊσμός όμως, που αποτελεί το «σήμα κατατεθέν» της τουρκικής πολιτικής σε όλα τα επίπεδα, μας αναγκάζει να έλθουμε εγγύτερα στις σχετικές καταγγελίες και να δούμε, όχι μόνον εάν ευσταθούν αυτές με βάση την αληθινή εικόνα που προβάλλει η χώρα μας στο πεδίο του σεβασμού της θρησκευτικής ελευθερίας όσων ζουν στην πατρίδα μας – ακόμη και όταν είναι παράνομοι εισβολείς σε αυτήν –, αλλά και να εξετάσουμε συγκριτικά, ποιά είναι τα μέχρι σήμερα πεπραγμένα της Τουρκίας στον τομέα του αντίστοιχου σεβασμού εκ μέρους αυτής του εν λόγω εξαιρετικά σπουδαίου ανθρωπίνου δικαιώματος.

Ας δούμε λοιπόν πρώτα, τί πράττει η χώρα μας, για να ανταποκριθεί στις απορρέουσες από το Σύνταγμα και από τις Διεθνείς Συμβάσεις υποχρεώσεις της έναντι του δικαιώματος της θρησκευτικής ελευθερίας των πολιτών της, αλλά και των παρεπιδημούντων στην Ελλάδα αλλοθρησκων, παράνομων ως επί το πλείστον, οικονομικών μεταναστών. Στην Θράκη, όπου κατ’ εξοχήν ζουν Έλληνες πολίτες μουσουλμανικού θρησκεύματος, λειτουργούν αναρίθμητα μειονοτικά σχολεία, στα οποία οι μαθητές τους, εκτός των άλλων μαθημάτων, διδάσκονται ελεύθερα τις αρχές και τα δόγματα της θρησκείας τους, ενώ παράλληλα έχουν ιδρυθεί στους πολυπληθέστερους νομούς (Κομοτηνή και Ξάνθη) πολλά Ιεροδιδασκαλεία (κάτι αντίστοιχο δηλ. προς τις δικές μας Εκκλησιαστικές Σχολές) για όσους επιθυμούν να εμπλουτίσουν τις γνώσεις τους στις διδαχές της θρησκείας τους ή να γίνουν μουσουλμάνοι κληρικοί. Πέρα βέβαια από το δικαίωμα που έχουν οι Μουσουλμάνοι να φοιτήσουν ελεύθερα στο Τμήμα Ισλαμικών Σπουδών του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Δεν χρειάζεται να τονισθεί ιδιαίτερα εδώ η ελευθερία που έχουν οι Μουσουλμάνοι στην χώρα μας να ιδρύουν ευκτήριους οίκους (τεμένη), αφού μια απλή περιήγηση στις πόλεις και στα χωριά βεβαιώνει του λόγου το ασφαλές: Στις μικτού πληθυσμού πόλεις δίπλα στις Ορθόδόξες Εκκλησίες διακρίνει κάποιος ευκρινώς και τους σχετικούς μιναρέδες των Μουσουλμάνων, ενώ στα αμιγούς μουσουλμανικού πληθυσμού χωριά προβάλλουν ως αποκλειστικοί και αδιαφιλονίκητοι ευκτήριοι οίκοι τα τεμένη, χωρίς ποτέ να απαγορεύσει η Ελλάδα την λειτουργία τους ή να επιχειρήσει να μετατρέψει κάποια από αυτά σε Ορθόδοξες Εκκλησίες για τις ανάγκες των Ορθοδόξων, αν τύχει να βρεθούν στην περιοχή. Και δεν είναι μόνον αυτό. Η Ελλάδα για τις ανάγκες της λατρείας των Μουσουλμάνων λαθρομεταναστών, που βρίσκονται στην Αττική, έχτισε με δική της δαπάνη Μουσουλμανικό Τέμενος στην Περιοχή του Βοτανικού!

Μένει τώρα να δούμε, τί γίνεται με τους Ανωτάτους Μουσουλμάνους Κληρικούς, δηλ. με του Μουφτήδες. Στο ζήτημα αυτό η Ελληνική Πολιτεία ακολούθησε μέχρι τώρα παγίως από το 1914 και εντεύθεν, βάσει του σχετικού νόμου, του λεγομένου «νόμου των Αθηνών» (που δεν είχε ασφαλώς διεθνή ισχύ) την ίδια πολιτική, την οποία εφήρμοζε στους δικούς της Μουφτήδες η Κυβέρνηση της Άγκυρας. Προέβαινε δηλ. στον διορισμό τους. Πέρασαν εβδομήντα ολόκληρα χρόνια χωρίς ποτέ να διαμαρτυρηθεί η Τουρκία για την πρακτική που ακολουθούσε η Ελληνική Κυβέρνηση στο ζήτημα των Μουφτήδων! Ώσπου ξύπνησε ξαφνικά κάποια ημέρα η γείτων, στα μέσα περίπου της δεκαετίας του ΄80, και στο πλαίσιο του εκδηλούμενου και σε αυτό το σημείο αναθεωρητισμού γτης έθεσε θέμα νομιμότητος του διορισμού του Μουφτή από την Ελλάδα, ενώ, κατά την άποψή της, θα έπρεπε να εκλέγεται από τους ίδιους τους Μουσουλμάνους. Ζήτησε δηλ. η Τουρκία εφεξής να εφαρμόζει η Ελλάδα ένα σύστημα ανάδειξης των Μουφτήδων, που ουδέποτε εφήρμοσε αυτή μέσα στην Τουρκία για τους δικούς της εντόπιους Μουφτήδες. Έκτοτε η Άγκυρα άρχισε να αμφισβητεί τους νομίμως διορισμένους από την Ελλάδα Μουφτήδες και να προβάλλει στις αντίστοιχες περιοχές τους εκλεγμένους από την μειονότητα Ψευτομουφτήδες, τους οποίους και μόνον αναγνώριζε η Κυβέρνηση της Άγκυρας ως νομίμους εκπροσώπους της αντίστοιχης Μουφτείας. Δεν είναι ότι αμφισβητούσε μια παγιωμένη, με την δική της ανοχή, πρακτική της Ελλάδος. Είναι ότι ζητούσε να εφαρμοσθεί στην Ελλάδα ένα σύστημα ανάδειξης των Μουφτήδων που ουδέποτε εφαρμόσθηκε σε κάποια μουσουλμανική χώρα. Οι λόγοι μεταστροφής της πολιτικής της Τουρκίας στο ζήτημα των Μουφτήδων είναι προφανείς. Μόνον έτσι θα μπορούσε να τους διορίζει εμμέσως η ίδια η Τουρκία χρησιμοποιώντας γι’ αυτό τους μοχλούς ελέγχου της μουσουλμανικής μειονότητας που διέθετε το πανίσχυρο Τουρκικό Προξενείο στην Κομοτηνή. Με τον τρόπο αυτό εδημιουργείτο το παράδοξο φαινόμενο η Τουρκία να ζητεί την εφαρμογή στην Ελλάδα ενός συστήματος ανάδειξης των Μουφτήδων, το οποίο η ίδια ουδέποτε εφήρμοσε στην Τουρκία! Μόνο και μόνον επειδή αυτό εξυπηρετούσε την πολιτική της στο ζήτημα της χειραγώγησης της μουσουλμανικής μειονότητας, την οποία έχει βαφτίσει προ πολλού ως «τουρκική».

Πρό αυτής της καταστάσεως η Ελληνική Κυβέρνηση ψήφισε, πριν από ένα μήνα περίπου, με την στήριξη και της μείζονος αντιπολίτευσης, ένα νέο νόμο, που διαμορφώνει καινούργιο θεσμικό πλαίσιο για την ανάδειξη των Μουφτήδων της Θράκης. Σύμφωνα με τον σχετικό νόμο οι Μουφτείες θα λειτουργούν εφεξής στην Θράκη ως δημόσιες υπηρεσίες σε βαθμό Γενικής Διεύθυνσης υπό τον έλεγχο του Κράτους. Οι δε υποψήφιοι προς κατάληψη της θέσης του Μουφτή θα επιλέγονται από μια διερυμένης συνθέσεως Συμβουλευτική Επιτροπή αποτελούμενη από 33 μέλη της μουσουλμανικής μειονότητας, τα οποία επιλέγονται χωρίς εμπλοκή του Κράτους μέσω δημοσίας κληρώσεως με ποσοστιαία αναλογία μεταξύ των διδασκόντων στα Τμήματα Μουσουλμανικών Σπουδών στα Πανεπιστήμια και στα Μουσουλμανικά Ιεροσπουδαστήρια Θράκης, καθώς επίσης μεταξύ των Ιμάμηδων, αλλά και των επιφανών Θεολόγων της μουσουλμανικής θρησκείας. Η Επιτροπή αυτή, λειτουργούσα υπό την προεδρία του Τοποτηρητή της Μουφτείας, θα αξιολογεί τις υποψηφιότητες και θα υποβάλλει τον κατάλογο των υποψηφίων στο Υπουργείο Παιδείας, για να ορισθεί τελικά από αυτό ο Μουφτής με Προεδρικό Διάταγμα. Για πρώτη φορά ορίζονται με σαφήνεια στον σχετικό νόμο κωλύματα εκλογής και ασυμβίβαστα για τους Μουφτήδες, ανάλογα με εκείνα που ισχύουν και για τον διορισμό των εκλεγέντων από την Ιεραρχία νέων Μητροπολιτών, ενώ επαναλαμβάνονται και για αυτούς οι ίδιες απαγορεύσεις που προβλέπονται και για τους Ορθοδόξους Ιεράρχες σε σχέση με τις εκδηλώσεις τους υπέρ ή κατά πολιτικών κομμάτων ή άλλων πολιτικών φορέων. Το νέο θεσμικό πλαίσιο προστατεύει σε ατομικό και θεσμικό επίπεδο το κύρος των Μουφτήδων και της Μουφτείας αναδεικνύοντας για πρώτη φορά με απόλυτη σαφήνεια την τριπλή ιδιότητα των Μουφτήδων, οι οποίοι δεν είναι μόνον ανώτατοι θρησκευτικοί λειτουργοί της μουσουλμανικής θρησκείας, αλλά δικαιοδοτικά όργανα μεταξύ των μουσουλμάνων σε θέματα, για τα οποία τούς έχει παραχωρηθεί από την Ελληνική Πολιτεία αντίστοιχη αρμοδιότητα έχοντας ασφαλώς εν τέλει και την ιδιότητα των δημοσίων υπαλλήλων, οι οποίοι προϊστανται της σχετικής υπηρεσίας. Μόλις που χρειάζεται να τονισθεί εδώ ότι το νέο θεσμικό πλαίσιο για τους Μουφτήδες θέτει φραγμό στις επιδιώξεις της Άγκυρας να κρατά σε ένα καθεστώς ιδιόρρυθμης ομηρείας τους μουσουλμάνους της Θράκης και να προτρέπει τα όργανά της στην περιοχή (Τουρκικό Προξενείο και ηγετικά στελέχη του τουρκογενούς πληθυσμού) να λειτουργούν ανεξέλεγκτα ως κράτος εν κράτει.

Από την άποψη αυτή είναι είναι απολύτως κατανοητή η αντίδραση της Τουρκίας, η οποία απορρίπτει το νέο θεσμικό πλαίσιο για τους Μουφτήδες με το σκεπτικό ότι αυτό στερεί το δικαίωμα στην μειονότητα να αναδεικνύει η ίδια μέσα στα Τεμένη δια ανατάσεως των χειρών εκείνους που θέλει να αναδείξει στο αξίωμα του Μουφτή. Τί περίμενε δηλ. λογικά κάποιος να πει η Τουρκία, όταν βλέπει ότι χάνει πια το προνόμιο που είχε μέχρι σήμερα να αλωνίζει δια των οργάνων της στην περιοχή της Θράκης.

Στο επόμενο τμήμα του άρθρου θα παρουσιάσουμε τα πεπραγμένα της Τουρκίας στον τομέα των θρησκευτικών ελευθεριών, για να φανεί έτσι καθαρά, ποιά από τις δύο χώρες σέβεται τις ελευθερίες αυτές και ποιά τις στραγγαλίζει προκλητικά προβάλλουσα υποκριτικά ως υπερασπιστής τους.

Εκκλησία Online
Γράψε το σχόλιό σου

Αφήστε μια απάντηση

Comment moderation is enabled. Your comment may take some time to appear.