Είναι φανερό από την ειδησιογραφία των ημερών, ότι θα προσπαθήσουν πάντες να αποδώσουν την αύξηση των επιδημικών κρουσμάτων στην Εκκλησία. Κι αυτό για να τιμωρήσουν την «απείθεια» της. Δεν είμαι βέβαια από εκείνους που θεωρούν ότι η Εκκλησία δεν κάνει ποτέ λάθη.

Ωστόσο έχω την αίσθηση όπως κάθε λογικός άνθρωπος που βλέπει και ακούει τι συμβαίνει καθημερινά γύρω του, ότι είναι ελάχιστοι εκείνοι που πειθαρχούν στα υγειονομικά μέτρα.

Μια βόλτα στις μεγαλουπόλεις των Αθηνών και Θεσσαλονίκης, στα μέσα μαζικής μεταφοράς και σούπερ μαρκετ, θα μας πείσει για του λόγου το αληθές.

Βέβαια, σε όλα αυτά ας συνυπολογίσουμε και όλα τα κρυφά ρεβεγιόν των εορταστικών ημερών.

Πάντως όπως κι εάν έχει, το μόνο σίγουρο είναι πως δεν θα ευθύνεται η εκκλησία με τις δυο ώρες λατρείας την ημέρα των Θεοφανείων για την αύξηση των κρουσμάτων. Είναι αστείο και μόνο να το λέμε.

Ας έρθουμε τώρα στο θέμα που πάλιν και πολλάκις τίθεται στον δημόσιο διάλογο και έχει να κάνει με τον τρόπο μεταλήψεως της Θείας Κοινωνίας.

Ας ξεκαθαρίσουμε εξ αρχής κάτι που είναι σημαντικό, μια και δίχως αυτή την κατανόηση δε μπορεί να υπάρξει καμία σοβαρή προσέγγιση στο θέμα.

Για την Ορθόδοξη εκκλησία και την θεολογία αυτής, το θέμα μετάδοσης της θείας κοινωνίας, μπορεί να μην είναι ζήτημα δογματικό, αλλά είναι θεολογικό και ανθρωπολογικό.

Και τι εννοώ με αυτό. Η ορθόδοξη θεολογία, αναπτύχθηκε από λαούς που ανήκουν στην Ανατολή. Αυτό σημαίνει ότι πρακτικές και αντιλήψεις των λαών αυτών έχουν μεταφερθεί στην παράδοση της.

Οι ιστορικές κοινωνίες της Ανατολής, θεωρούσαν ότι η μετοχή στο κοινό ποτήριο φανερώνει ένα άλλο τρόπο υπάρξεως και σχέσεως. Όταν πίνουμε από το ίδιο ποτήρι δηλώνουμε φιλία, οικειότητα και εγγύτητα. Μιλάμε με όρους κοινότητας και οικογένειας.

Ήταν λοιπόν φυσιολογικό αφού η εκκλησία φανερώνεται μέσα στην Θεία Ευχαριστία ως σώμα Χριστού, ως κοινότητα πίστεως, να μετέχει με κοινό τρόπο στην μετάληψη του Σώματος και Αίματος του Χριστού.

Οι κοινοτικές και αδελφικές σχέσεις των μελών της ταυτοποιούταν μέσα στην Θ. Λειτουργία στην μετοχή του κοινού ποτηρίου.

Ας μην ξεχνάμε ότι θεολογικά η Θεία Ευχαριστία είναι η μετοχή στην δόξα της Βασιλείας Του Θεού. Τα πάντα και οι πάντες ενώνονται στο σώμα του Αναστημένου Χριστού.

Η διασκορπισμένη και κατακερματισμένη από την αμαρτία και τον θάνατο ανθρωπότητα, ενώνεται και πάλι σε ένα σώμα, το σώμα της εκκλησίας, δηλαδη του Χριστού. Αυτή η ενοποίηση συμβολίζεται από την μετοχή στο κοινό ποτήριο.

Είναι σημαντικό να καταλάβουν οι επικριτές της εκκλησίας την θεολογική και ανθρωπολογική αντίληψη που υπάρχει πίσω από την λατρευτική πράξη.

Η Ορθόδοξη εκκλησία από τις απαρχές της μέχρι και σήμερα, δεν γνωρίζει άλλο τρόπο να πραγματώνεται σε σώμα και κοινότητα πίστεως πέρα από την τέλεση της Θείας Ευχαριστίας.

Είναι ο τρόπος που λαμβάνει ταυτότητα μέσα στην ιστορία και πορεύεται στα έσχατα.

Εδώ όμως τίθεται ένα σημαντικό ερώτημα. Ποιος αλήθεια είναι αυτός που ζητάει την αλλαγή αυτή; Οι πιστοί; Είναι θέμα της κοινότητας;

Ζήτησε η Ευχαριστιακή κοινότητα από τους Επισκόπους και Πρεσβυτέρους, να αλλάξουν τον τρόπο μετάδοσης της Θείας Κοινωνίας; Όχι βέβαια.

Δεν συνέβη ποτέ κάτι τέτοιο. Το αίτημα αυτό είναι στην συντριπτική του πλειοψηφία όλων εκείνων που είτε δεν έχουν καμία σχέση με την πίστη της λατρεύουσας κοινότητας, είτε αυτών που εθιμικά και απολύτως πολιτισμικά μετέχουν σε κάποιες εορτές αυτής.

Κλείνοντας λοιπόν ας ξεκαθαρίσουμε λοιπόν κάποιες βασικές αρχές:

1. Η Ορθόδοξη εκκλησία είναι συντριπτικά μια λατρεύουσα κοινότητα.

2. Η Εκκλησία υπάρχει εκεί που τελείται Θεία Ευχαριστία.

3. Για τον Ορθόδοξο χριστιανό η μετοχή στην Θ. Ευχαριστία είναι ταυτοτικό ζήτημα. Όταν του λες δεν μπορείς να μετέχεις στην Θεία Λειτουργία τον ακυρώνεις, διότι δεν γνωρίζει ιστορικά άλλο τρόπο να λαμβάνει εκκλησιολογική ταυτότητα.

4. Μέλος της εκκλησίας δεν σε κάνει η ηθική αλλά η μετοχή στην Θεία Ευχαριστία. Η σωτηρία δεν νοείται ως ηθικό μέγεθος αλλά ως οντολογική αλλαγή.

Γι΄ αυτό και η μετοχή στα δυο μυστήρια της εκκλησίας Βάπτισμα και Ευχαριστία, δεν είναι πράξη ηθική ή ψυχολογική αλλά οντολογική.

Συντελείται μια νέα γέννα που ξεπερνάει την βιολογική. Η βιολογικότητα οδηγεί στον θάνατο, ενώ η εκκλησιαστικότητα την υπέρβαση του θανάτου.

5. Ο τρόπος μετάδοσης του σώματος και αίματος του Χριστού, μπορεί να μην είναι θέμα δογματικό, αλλά έχει θεολογικές και ανθρωπολογικές διαστάσεις.

Μπορεί να αλλάξει ο τρόπος μετάδοσης, αλλά μονάχα εάν αυτό είναι αίτημα της κοινότητας των πιστών δια των πρεσβυτέρων και του Επισκόπου τους και σε καμία περίπτωση όλων εκείνων που ονειρεύονται την περιθωριοποίηση της εκκλησίας από το δημόσιο βίο.

π. Χαράλαμπος (Λίβυος) Παπαδόπουλος

Εκκλησία Online
Γράψε το σχόλιό σου

Αφήστε μια απάντηση

Comment moderation is enabled. Your comment may take some time to appear.