Η προσευχή όμως ως προς το περιεχόμενό της είναι ανάγκη να περιλαμβάνει την κατάφαση του ανθρώπου, την αποδοχή της έννοιας της αναξιότητας και αμαρτωλότητάς του, τόσο στην οριζόντια αναγωγή, κυρίως όμως στην κάθετη διάστασή της.
«Αν δεχτεί κανείς την αμαρτία ως άγνοια απεμπολεί την αμαρτία απ’ τον χώρο της συνείδησης. Αλλά ακριβώς η συνείδηση της αμαρτίας και κάθε έκφανσης αμαρτωλότητας προϋποθέτει την συνείδηση αλλιώς θα οδηγείτο στην άρνηση να συνειδητοποιήσει τον εαυτό της. Η συναίσθηση της αμαρτίας είναι ήδη μια μορφή αυτοσυνείδησης του εαυτού, με την έννοια ότι πρέπει κανείς να συνειδητοποιήσει τον εαυτό του για να συνειδητοποιήσει ταυτόχρονα την αμαρτία του»[1].
Ο άγιος Ιωάννης ο Σιναΐτης υπογραμμίζει το τριπλό περιεχόμενο της προσευχής: πρώτα θέτει την ειλικρινή ευχαριστία προς τον Θεό, κατόπιν την εξομολόγηση των αμαρτιών με συντριβή της ψυχής και στη συνέχεια την αναφορά των αιτημάτων μας[2].
«Ἡ ἐμπειρία τῶν νηπτικῶν Πατέρων μᾶς διδάσκει ὅτι τό περιεχόμενον τῆς προσευχῆς εἶναι ἀφ’ ἑνός μέν δοξολογικόν καί ὑμνολογικόν διά ψαλμῶν καί ὕμνων, διά ὠδῶν καί ἀναγνωσμάτων, ἀφ’ ἑτέρου δέ ἱκετευτικόν… Ἀλλ’ ὁπωσδήποτε σπουδαῖον αἴτημα τῆς προσευχῆς εἶναι ἡ ζήτησις τῆς θείας βοηθείας καί χάριτος, διά νά δυνηθῆ ὁ ἄνθρωπος νά ἐκπληρώση τά πνευματικά του καθήκοντα καί νά διέλθη τήν ἐπί γής ζωήν μέ παράλληλον πνευματικήν καί σωματικήν ὑγείαν. Εἰς αὐτά τά πλαίσια τοποθετεῖται καί ἡ ἐπίκλησις τῆς θείας ἀρωγῆς, ὥστε νά δυνηθῆ ὁ πιστός νά ἀντιπαλαίση τόν δαίμονα καί νά ἐμποδίση τήν εἴσοδο τοῦ «πονηροῦ» εἰς τήν ζωήν του. Ἐπ’ οὐδενί λόγω ὅμως κατά τήν προσευχήν ὁ ἄνθρωπος πρέπει νά προβαίνη εἰς ζητήσεις παραλόγους, αἵ ὁποῖαι ὄχι μόνον δέν πρόκειται νά καρποφορήσουν, ἀλλά κινδυνεύουν καί νά ἐξοργίσουν τόν Θεόν»[3].
Παραπομπές:
[1] Γαϊτάνη Βασιλείου, Η έννοια της απελπισίας στον Κίρκεγκωρ και στον Ντοστογιέφσκι, (μια εφαρμογή της Κιρκεγκωριανής απελπισίας ως ασθένειας προς θάνατο στις μεγάλες μορφές του Ντοστογιεφσκικού έργου), University Studio Press, Θεσσαλονίκη 1997, σελ. 103. [2] Αγίου Ιωάννου του ΣΙναΐτου, Κλίμαξ, σελ. 389 [3] Σωτηρόπουλου Χαραλ., Οι Νηπτικοί Πατέρες περί τῆς κατά Χριστόν τελειώσεως τοῦ ἀνθρώπου, σελ. 128 και 129-130.Του Δημητρίου Λυκούδη, θεολόγου