Του Αρχιμ. Αντίπα Νικηταρά, Δρ. Θεολογίας.
Ἦταν βαριά ἄρρωστος ὁ Ἅγιος Γέροντας Ἀμφιλόχιος. Ἦταν μέρες κλινήρης. Τήν Ἁγία Τεσσαρακοστή δοκιμάστηκε ἀπό βαριά πνευμονία, ἀρνούμενος νά λάβει ἀρτύσιμη τροφή.
Τά πνευματικά του τέκνα ἀκροστοιχίζονταν στό κρεβάτι τοῦ πόνου. Στό κρεβάτι τῆς σωματικῆς ἐξασθένισης, τῆς Νήψης καί τῆς Δοκιμασίας.
Τά παιδιά Του, Τόν ἰκέτευαν νά μήν φύγει ἀκόμα ἀπό κοντά τους, νά δεηθῆ στήν Κυρία Θεοτόκο καί στόν Θεολόγο νά ἀνανήψη, νά εἶναι μαζί τους καί αὐτό τό Πάσχα.
Προσπαθοῦσαν νὰ τὸν κρατήσουν μὲ ὀροὺς λίγες μέρες στὴν ζωή.
Παρακαλοῦσε ὁ Ἅγιος , ἔλεγε: «Ἀφῆστε με καλά μου παιδιὰ νὰ φύγω.
Ἦρθε ἡ ὥρα μου».
Ὁ πρωτογυιός Του Παῦλος Νικηταρᾶς , ποὺ ἔζησε ὑπήκοος ἄχρι θανάτου , ἀπαρασάλευτα σιμά Του σαράντα ὁλόκληρα χρόνια, μέ συντετριμμένη τήν καρδιά ,παρέμενε καί τώρα τήν ὕστατη ὤρα δίπλα Του.
Χωρίς νά μπορεῖ νά κρύψει τά δάκρυά του, τόν ρώταγε μέ τήν ἐπιμονή καί τήν προσμονή τῆς ἀγάπης του:
«Γιατί, Γέροντα, δὲν μένεις μαζί μας τοῦτο τὸ Πάσχα;»
Ἡ ἀπάντηση τοῦ Ἀγίου ἦταν μία καί μοναδική:
«Κλαῖς Παῦλε ἀντί νά χαίρεσαι; Mήν ἐπιμένεις καλέ μου καί εὐλογημένε Παῦλε, εἶδα τὴν Παναγία καὶ τὸν Θεολόγο καὶ τοὺς παρεκάλεσα νὰ μείνω κοντὰ στὰ παιδιά μου κι᾿ αὐτὸ τὸ Πάσχα, ἀλλὰ μοῦ εἶπε ἡ κυρία Θεοτόκος: «Δὲν γίνεται ἄλλο, ἐλήφθη ἡ ἀπόφασις. Πάσχα θὰ κάμης στοὺς Οὐρανοὺς μαζί μας”. Καί αὐτὸ τὸ λέγω ὡς ἐξομολόγηση, ἐπειδὴ μὲ βιάζεις, ὅμως νά μὴ
τὸ εἰπεῖς καί σὲ ἄλλους».
Ἔτσι ἔφυγε ἀπὸ αὐτόν τὸν κόσμο τῆς ματαιότητος.
Ἔφυγε γιά νά συλλειτουργήσει ἐκεῖνο τό Πάσχα στό Οὐράνιο Θυσιαστήριο μέ τόν Πνευματικό του Πατέρα, τόν Δεσπότη ὅπως τόν ἀποκαλοῦσε, τόν Ἅγιο Νεκτάριο, Ἐπίσκοπο Πενταπόλεως καί Θαυματουργό.
Ἔφυγε μέ πλήρη διαύγεια τῶν αἰσθήσεών του, ἀφήνοντας ἀνεξίτηλη στήν καρδιά μας τήν οὐράνια μορφή Του, τήν χαριτόβρυτο καί εἰρηνική, τήν γαλήνια Ἀσκητική Παρουσία Του.
Ἔφυγε ὡς Ἅγιος.
Ἔφυγε ὡς Ὅσιος ποὺ ἐκοιμήθη ἐν Κυρίῳ.
Ἡ ἄλλη μέρα ξημέρωνε Παρασκευή, παραμονὴ τοῦ Ἀγ. Λαζάρου, καὶ θὰ ἐψάλλετο ἡ ἐξόδιος ἀκολουθία Του μετὰ τὸ μεσημέρι, γιὰ νὰ παρευρεθοῦν ὁ Μητροπολίτης Καλύμνου καὶ ἄλλα πνευματικά του τέκνα ἀπὸ Κάλυμνο καὶ Λέρο.
Τὸ ἴδιο βράδυ ὁ Γέροντας Παῦλος Νικηταρᾶς ἔπρεπε νὰ τελέσῃ τήν Λειτουργία τῶν προηγιασμένων Τιμίων Δώρων στὸ Ἱερὸ Σπήλαιο τῆς Ἀποκαλύψεως καὶ περὶ τὰ μεσάνυκτα, ἐνῶ οἱ ἀδελφὲς ἐδιάβαζαν τὸ ἱερὸ ψαλτήριο, ἐπῆγε στὴν Ἀποκάλυψη.
Ἄνοιξε τὴν πόρτα τῆς Ἀποκαλύψεως , ἔκανε τρεῖς μετάνοιες καὶ εἶπε παρακλητικῶς στὸν Εὐαγγελιστὴ Ἰωάννη: «Θεολόγε μου, ἐσένα ποὺ σὲ ὑπηρέτησε ὁ Γέροντάς μου τόσο πιστά, δεῖξε μου ἕνα σημεῖο ὅτι πράγματι εἶναι Ἅγιος», τότε σὲ κλάσματα δευτερολέπτου ἔγινε σεισμός, καὶ ἐπανελήφθη καὶ δεύτερος.· Μέγα καί ταχύ σημεῖο τῆς Ἁγιότητος τοῦ Ἁγίου Ἀμφιλοχίου.
Ἔτσι γρήγορα ἀνέβηκε ὡς Ἄγιος στὴν συνείδηση τῶν πιστῶν, ὡς ὁ Ἀνεξίκακος καί Πράος , ὡς ὁ Ἀγαπητικός Γέροντας.
Ἔτσι γοργή καί ἀποκαλυπτική ἦταν καί ἡ ἀποτίμηση τῆς Ἁγιότητός Του ἀπό τό σύνολο τῶν Ὀρθοδόξων Χριστιανῶν.
Ἀποτίμηση πού ἔγινε κατάθεση ψυχῆς , ὅταν στήν ἐπικήδειο Ὁμιλία του ἀναφέρθηκε στόν Ἅγιο, ὁ Μακαριστός Ἀγωνιστής Ἀρχιεπίσκοπος Κρήτης Τιμόθεος:
Θέλουμε Ἁγίους σάν τόν Ἅγιο Ἀμφιλόχιο.
Ἡ Ἐκκλησία μας ἔχει ἀνάγκη ἀπό Ἁγίους.
Δέν ἔχει ἀνάγκη οὔτε ἀπό σοφούς, οὔτε ἀπό τρανούς, οὔτε ἀπό πλούσιους, οὔτε ἀπό ἀνθρώπους τοῦ χρυσοῦ καί τοῦ ἁργύρου, οὔτε ἀπό αὐτούς πού χειρίζονται ἕνα τεχνικό πολιτισμό πού θά μᾶς λιώσει στά γρανάζια του.
Ἡ Ἐκκλησία μας ἔχει ἀνάγκη ἀπό Ἁγίους σάν τόν Ἅγιο Ἀμφιλόχιο.