Π.Γεώργιος Δορμπαράκης-Στο ξεκίνημα της νέας σχολικής χρονιάς, η πιο επίκαιρη αναφορά νομίζουμε δεν είναι η χρήση ή μη της μάσκας: αυτό είναι προσωρινό μέτρο που επιλύεται, αλλά ο προβληματισμός για την ίδια την παιδεία. Και νομίζουμε ότι αξίζει να καταθέσουμε κάποιες σκέψεις προσανατολιστικές για κάθε καλοπροαίρετο άνθρωπο.
Το σημαντικότερο πρόβλημα στη φιλοσοφία και στον χώρο των ανθρωπιστικών επιστημών σήμερα, είναι εξ όσων γνωρίζουμε, το πρόβλημα του ανθρώπου: ποιος είναι ο άνθρωπος! Η απάντηση είναι παρόμοια με αυτήν που δίνεται στην ψυχολογία, στην προσπάθειά της να δώσει ορισμό της ψυχής: όσοι ψυχολόγοι και ψυχολογικές σχολές, τόσοι και οι ορισμοί για την ψυχή. Το ίδιο και εδώ. Ο κάθε φιλόσοφος ή φιλοσοφών δίνει και τον δικό του ορισμό περί ανθρώπου, ανάλογα με την κυριαρχούσα κατ’ αυτόν αξία στον άνθρωπο. Ετσι μπορεί ο άνθρωπος να ορίζεται ως ζώον πολιτικόν, οικονομικόν, θρησκευτικόν κ.ο.κ. Η παραπάνω διαπίστωση μάς συνειδητοποιεί και στο πρόβλημα της παιδείας. Χωρίς ξεκάθαρες απόψεις για το τι είναι ο άνθρωπος, δεν μπορεί κανείς να μιλήσει με βεβαιότητα για τη σημασία της παιδείας, όταν βεβαίως ως παιδεία εννοούμε όχι απλώς τη διαδικασία – εντελώς απαραίτητη οπωσδήποτε και αυτή – για την απόκτηση μίας δεξιότητας ή γνώσης: ό,τι θεωρείται εκπαίδευση, αλλά κυρίως όλη εκείνη την πολυποίκιλη διεργασία, προκειμένου ο άνθρωπος να γίνει άρτιος και ολοκληρωμένος, πράγματι πολιτισμένος και αληθινός άνθρωπος. Η παιδεία λοιπόν είναι όντως πρόβλημα, εφόσον υπάρχει το πρόβλημα του ίδιου του ανθρώπου, της ουσίας του και του σκοπού της υπάρξεώς του.
Η χριστιανική πίστη έρχεται να δώσει με σαφή τρόπο το στίγμα της: χωρίς να αρνείται οτιδήποτε καλό και αληθές προσφέρει η φιλοσοφία, η ψυχολογία, η κοινωνιολογία, η ίδια φωτίζει την ύπαρξη του ανθρώπου, θεωρώντας την από τη σκοπιά της αποκάλυψης του Θεού, όπως αποτυπώνεται στην Αγία Γραφή και την Πατερική ερμηνευτική παράδοση: ο άνθρωπος είναι θείο δημιούργημα, «κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν Θεού», «ζώον τη προς Θεόν νεύσει θεούμενον» (που θεώνεται με την κλίση του προς τον Θεό), κατά την έκφραση των Καππαδοκών πατέρων. Με άλλα λόγια ο άνθρωπος δεν κατανοείται αυτοδύναμα και οριζόντια, με ό,τι δηλαδή ο ίδιος με τις δυνάμεις του μπορεί να επισημάνει για τον εαυτό του – ό,τι διαπιστώνει ένας άνθρωπος για τον γύρω του χώρο ψηλαφώντας μέσα στο σκοτάδι! – αλλά όταν λάβει κανείς υπόψη τη θεία καταγωγή του, άρα όταν τον δει υπέρ την φύσην και πνευματικά. Αφότου μάλιστα σαρκώθηκε ο Θεός, που σημαίνει ότι ο Θεός προσέλαβε τον άνθρωπο και τον ένωσε με τον Εαυτό Του, ο άνθρωπος κατανοείται μόνον εν Χριστώ, ως μέλος Εκείνου και πραγματική προέκτασή Του, πνευματικά και σωματικά.
Από την άποψη αυτή και η παιδεία αποκτά άλλες διαστάσεις. Παιδεία σημαίνει την αγωγή που δέχεται ο άνθρωπος με τη χάρη του Θεού μέσα στην Εκκλησία και που τον οδηγεί στο να γίνει αυτό που του δόθηκε διά του αγίου βαπτίσματος: να είναι μέλος Χριστού. Αυτό είναι το όραμα του αρτίου και ολοκληρωμένου ανθρώπου, όπως το έχει πει και ο απόστολος Παύλος: «μέχρι καταντήσωμεν οι πάντες… εις άνδρα τέλειον, εις μέτρον ηλικίας του πληρώματος του Χριστού» (Εφεσ. 4,13). Κατά συνέπεια, όποιος εντάσσεται στην Εκκλησία και όσο μπορεί ακολουθεί την πνευματική ζωή της με την προσευχή και τη νηστεία, τη μελέτη του λόγου του Θεού, τη συμμετοχή στα μυστήρια, την τήρηση των αγίων εντολών του Χριστού, αυτός πραγματικά «παιδεύεται» και γίνεται αληθινά πολιτισμένος και πλήρης άνθρωπος.
Οπότε για την Εκκλησία οι όντως πεπαιδευμένοι δεν είναι απλώς οι καλλιεργημένοι στα γράμματα, οι σοφοί κατά κόσμον, που μπορεί να είναι και οι πιο απολίτιστοι – ας θυμηθούμε το αρχαίο ρητό «πάσα επιστήμη χωριζομένη αρετής πανουργία και ου σοφία φαίνεται» – αλλά οι άγιοι που ενεργοποιούν τη χάρη του Θεού, χάρη αγάπης και προσφοράς για κάθε συνάνθρωπο, ακόμα και τον εχθρό! Ποιοι όμως ζουν ως άγιοι; Δυστυχώς σ’ ένα μεγάλο ποσοστό και οι χριστιανοί βρισκόμαστε στο τέλμα μίας τυπικής ίσως μόνο συμμετοχής μας στην Εκκλησία, οπότε η έννοια της παιδείας περιορίζεται δραματικά σε όσους πράγματι αγωνίζονται στον δρόμο της πνευματικής ζωής.
Ποιο το συμπέρασμα; Δυστυχώς η παιδεία που κατανοείται σήμερα κυρίως κοσμικά και όχι εκκλησιαστικά, δηλαδή ως καλλιέργεια επί μέρους διαστάσεων της ανθρώπινης ύπαρξης και όχι της ολότητάς της, θα βρίσκεται μονίμως σε κατάσταση σύγχυσης και αποπροσανατολισμού – απόδειξη, η υποβάθμιση συχνά των προστατών της αληθινής παιδείας, των τριών Ιεραρχών – οι συζητήσεις και οι συγκρούσεις γι’ αυτήν θα αυξάνουν, όσες προσπάθειες γίνονται θα είναι για θέματα εκπαίδευσης χωρίς κάποιο γενικότερο όραμα, ενώ εκκλησιαστικά, όπως αναφέραμε, θα υπάρχει εκεί που καλλιεργείται πάντοτε η αγιότητα.