Ήταν 22 Μαρτίου του 1982, όταν η Βουλή των Ελλήνων ενέκρινε τον νόμο 1250 για τον πολιτικό γάμο, με τις αρνητικές ψήφους της Νέας Δημοκρατίας. Και με το Προεδρικό Διάταγμα 391 (ΦΕΚ Α 73/18.06.1982) καθορίζονται οι λεπτομέρειες για την τέλεση του πολιτικού γάμου.
Η τότε κυβέρνηση του Ανδρέα Παπανδρέου στο πλαίσιο της πλήρους αναδιάρθρωσης και ανανέωσης του οικογενειακού δικαίου άνοιξε και επίσημα τον δρόμο για τη θέσπιση του πολιτικού γάμου ως «ισόκυρου» με τον θρησκευτικό.
Αρχικά, η ένωση στο δημαρχείο είχε πολύ μικρή απήχηση, ωστόσο με την πάροδο των ετών, οι πολιτικοί γάμου ξεπέρασαν τους θρησκευτικούς, δημιουργώντας εύλογη ανησυχία και προβληματισμό.
Με αφορμή το επίμαχο νομοσχέδιο του γάμου των ομόφυλων, το οpe.gr παρουσιάζει το σχετικό φυλλάδιο «Προς τον Λαό» του Φεβρουαρίου 1982 στο οποίο η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος εξέφραζε τις θέσεις της για τον πολιτικό γάμο.
Το αντίστοιχο του Δεκεμβρίου του 1980 για τον θεσμό της οικογένειας:
Οι αντιδράσεις και η θέση της Εκκλησίας
«Από δε αρχής κτίσεως άρσεν και θήλυ εποίησεν αυτούς˙ ένεκεν τούτου καταλείψει άνθρωπος τον πατέρα αυτού και την μητέρα, και έσονται οι δύο εις σάρκα μίαν˙ ώστε ουκέτιεισίν δύο αλλά μία σαρξ» (Μάρκου, 10, 6-8).
Οι ανωτέρω λόγοι του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού αποτελούν την βάση της πίστεως της Εκκλησίας, ότι το Μυστήριο του Γάμου εθεσπίσθη με την ευλογία του Θεού ήδη από την στιγμή της θείας δημιουργίας. Ο Απόστολος Παύλος στην προς Εφεσίους Επιστολή παραλληλίζει την ένωση του ανδρός και της γυναικός με την ένωση του Νυμφίου Χριστού με την Νύμφη Εκκλησία.
Έτσι, ο φυσικός δεσμός του ζεύγους είναι και πνευματικός με την ευλογία του Θεού Δημιουργού και του εκκλησιαστικού αγιασμού. Αν και η πατερική θεολογία θεωρεί την ευλογημένη ένωση του ζεύγους ως ήδη ολοκληρωμένο μυστήριο, εν τούτοις τονίζει με έμφαση και την κύρια συνέπεια αυτού, δηλαδή την απόκτηση τέκνων.
Είναι αξιοσημείωτο, ότι ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, συνοψίζοντας την πατερική παράδοση, γράφει ότι ο γάμος «εθεσπίσθη» για να πολεμηθή ο έσχατος εχθρός του ανθρώπου, ο θάνατος (… ώστε διά το μη εκτριβήναι και αναλωθήναι υπό του θανάτου ο γάμος επινενόηται, ως αν διά της παιδοποιίας το γένος των ανθρώπων διασώζηται).
Η Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος σε σύγκλησή της από 19-21 Ιανουαρίου 1982 με απόφαση της τοποθετήθηκε με τις κάτωθι θέσεις επί του πολιτικού γάμου:
Σύμφωνα με την δογματικήν διδασκαλίαν της Ορθοδόξου Εκκλησίας, ο γάμος είναι μυστήριον και για την κανονική και νόμιμη σύστασή του απαραίτητο στοιχείο είναι η Ιερολογία του. Άλλου είδους γάμο δεν αναγνωρίζει για τους πιστούς της. Γι’ αυτό το λόγο, κατά την πίστη της Εκκλησίας, ο πολιτικός γάμος αποτελεί πορνεία και μοιχεία και παραβίαση της δογματικής διδασκαλίας περί Μυστηρίων. Είναι λοιπόν φανερόν, ότι ο πολιτικός γάμος δεν μπορεί να θεωρηθεί από την Εκκλησία ως ισόκυρος και ισοδύναμος προς τον θρησκευτικόν γάμο των ορθοδόξων.
Εξ αιτίας όμως των ολίγων εκείνων, που θεωρητικά υποστηρίζουν ότι είναι άπιστοι και άθεοι, ανέχεται η Εκκλησία την θέσπιση πολιτικού γάμου, για να μην εμπαίζεται το μέγα μυστήριο του γάμου από ανθρώπους που δεν πιστεύουν στην ιερότητά του και για να εξυπηρετηθούν οι αλλόθρησκοι και οι ετερόδοξοι.
Όσοι Ορθόδοξοι τελούν πολιτικό γάμο, «θέτουν εαυτούς μόνοι των εκτός της Εκκλησίας, εφ’ όσον ευσυνειδήτως και δημόσια απαρνούνται θεμελιώδη της πίστεως επιταγήν. Επομένως, μετά πολλής λύπης, οι τελικώς και αμετανοήτως εμμένοντες εις την απιστίαν αυτήν, αποκόπτονται της Εκκλησίας εξ’ ιδίας αυτών υπαιτιότητος και στερούνται των ευλογιών και των ευχών της».
Η Διαρκής Ιερά Σύνοδος με την υπ’ αριθμ. 2320/19-5-1982 Εγκύκλιόν της «προς τους Σεβ. Μητροπολίτας της Εκκλησίας της Ελλάδος» για τις προϋποθέσεις τελέσεως θρησκευτικού γάμου, βάσει του Ν.1250/1982 δεν παραλείπει να «επισημειώσει» ότι «τέκνα της Εκκλησίας λογίζονται όσα σέβονται και ευλαβούνται τα Ιερά Αυτής Μυστήρια».
Αλλά και ο τότε μητροπολίτης Δημητριάδος Χριστόδουλος Παρασκευαϊδης, μετέπειτα αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδας, χαρακτήριζε τον πολιτικό γάμο «ανίερο μείξιν» και για εκείνους που θα τον επέλεγαν, διακήρυσσε ότι διέπρατταν «πορνείαν ηθικώς κολαζομένην»: «Ο πολιτικός γάμος είναι άθεσμος μείξις, είναι καταπάτησις της εκκλησιαστικής διδασκαλίας, είναι αίρεσις. Ο τοιούτος γάμος είναι, άνευ περιστροφών, μείξις ανίερος και κατάκριτος, ελευθέρα συμβίωσις άθεσμος και αμαρτωλός».