Της πανηγυρικής Δοξολογίας για την επέτειο της 28ης Οκτωβρίου 1940 προέστη ο Πανιερώτατος Μητροπολίτης Λεμεσού κ. Αθανάσιος. Στη δοξολογία, την Κυβέρνηση εκπροσώπησε ο Υπουργός Εργασίας κ. Κυριάκος Κούσιος, ενώ το παρόν έδωσαν ο Δήμαρχος Λεμεσού, κ. Νίκος Νικολαϊδης Δήμαρχοι της Μείζονος Λεμεσού, Βουλευτές, εκπρόσωποι του Στρατού και της Αστυνομίας, άλλοι επίσημοι και πλήθος κόσμου. Τον πανηγυρικό της ημέρας εκφώνησε ο Πανοσιολογιώτατος Αρχιμανδρίτης π. Χρυσόστομος.
Το πρωί, προ της Δοξολογίας, τελέστηκε Αρχιερατική Θεία Λειτουργία για την εορτή της Αγίας Σκέπης προεξάρχοντος του Θεοφιλεστάτου Επισκόπου Αμαθούντος κ. Νικολάου.
Μετά την Δοξολογία, ο Θεοφιλέστατος Επίσκοπος Αμαθούντος κ. Νικόλαος κατάθεσε στεφάνι στο Μνημείο Ηρώων. Ακολούθως δέχτηκαν τον χαιρετισμό της μαθητικής παρέλασης ο Πανιερώτατος Μητροπολίτης Λεμεσού, ο Υπουργός Εργασίας, ο Δήμαρχος Λεμεσού και ο Θεοφιλέστατος Επίσκοπος Αμαθούντος.
Ο Πανηγυρικός Λόγος για την 28η Οκτωβρίου 1940
Πανιερώτατε, Θεοφιλέστατε, έντιμε κύριε υπουργέ, αξιότιμοι κύριοι βουλευτές, έντιμοι κύριοι δήμαρχοι, κύριε Ταξίαρχε, εκπρόσωποι της αστυνομίας, αγαπητοί αδελφοί…
Δευτέρα, 28 Οκτωβρίου, 1940, ώρα 3:00 τα ξημερώματα. Ο πρεσβευτής της Ιταλίας στην Αθήνα, ζήτησε να δει τον τότε πρωθυπουργό της Ελλάδας Ιωάννη Μεταξά, για να του επιδώσει στο σπίτι του στην Κηφισιά τελεσίγραφο, με το οποίο ο Μουσολίνι απαιτούσε από την Ελλάδα να μην αποτρέψει το στρατό του να καταλάβει ορισμένες στρατηγικές θέσεις της χώρας. Η κυβέρνηση των Αθηνών είχε διορία τρεις ώρες για να δώσει την απάντησή της. «Λοιπόν, Κύριέ μου έχουμε πόλεμο!».
Με αυτές τις φράσεις στα Γαλλικά ειπώθηκε το ΟΧΙ από τον Μεταξά, προς τους Ιταλούς, που απηχούσε τις διαθέσεις ολόκληρου του ελληνικού λαού, ο οποίος σύσσωμος σαν μια γροθιά, όπως άλλωστε πράττει πάντοτε στις δύσκολες στιγμές της ιστορίας του, θα αντισταθεί στον Ιταλό κατακτητή. Παρόλο που ακόμη και ο ίδιος ο Χίτλερ είχε εκφράσει τις αμφιβολίες του στο Μουσολίνι για μια επίθεση στην Ελλάδα, αυτός πίστευε ότι η χώρα μας ήταν ο εύκολος στόχος. «Το μόνο μας εμπόδιο είναι οι λασπωμένοι δρόμοι» τον είχαν διαβεβαιώσει οι σύμβουλοί του. Μάλιστα, θέλοντας να κάνει πανηγυρική είσοδο στην Ελλάδα, παρόλο που ως ημέρα της επίθεσης ορίσθηκε η 26η Οκτωβρίου, ο Μουσολίνι τη μετέθεσε για τις 28 Οκτωβρίου, προκειμένου να συμπέσει με τη 18η επέτειο της Πορείας προς τη Ρώμη, ημέρα κατά την οποία ο φασισμός ανέβηκε στην εξουσία.
Η ιταλική επίθεση εκδηλώθηκε με εισβολή ισχυρών στρατιωτικών δυνάμεων στους τομείς της Πίνδου και της Ηπείρου και με τοπικές συμπλοκές στην περιοχή της ΒΔ Μακεδονίας. Ο Ιταλός αρχιστράτηγος Βισκόντι Πράσκα είχε στη διάθεσή του 135.000 άνδρες και ο Έλληνας ομόλογός του Αλέξανδρος Παπάγος μόλις 35.000.
Στις 9:30 το πρωί πραγματοποιούνται και οι πρώτοι αεροπορικοί βομβαρδισμοί στον Πειραιά. Το απόγευμα της 28ης Οκτωβρίου ο Μουσολίνι γεμάτος καμάρι ανακοίνωνε στο Χίτλερ, με τον οποίον συναντήθηκε στη Φλωρεντία, την επίθεση κατά της Ελλάδας.
Το ΟΧΙ γίνεται δεκτό με πρωτοφανή ενθουσιασμό απ’ όλο τον ελληνικό λαό, που ξυπνά στις 6 το πρωί από τους ήχους των σειρήνων και ξεχύνεται στους δρόμους, κρατώντας τη γαλανόλευκη. Οι στρατεύσιμοι ετοιμάζονταν για το μέτωπο «με το χαμόγελο στα χείλη» και το ραδιόφωνο μετέδιδε διαρκώς το περίφημο πρώτο ανακοινωθέν του Γενικού Στρατηγείου: «Αι ιταλικαί στρατιωτικαί δυνάμεις προσβάλουν από της 5:30 πρωινής σήμερον τα ημέτερα τμήματα προκαλύψεως της ελληνοαλβανικής μεθορίου. Αι ημέτεραι δυνάμεις αμύνονται του πατρίου εδάφους».
Η απόφαση της Ελλάδας να αντισταθεί προκαλεί αυθημερόν εκδηλώσεις θαυμασμού, κυρίως στη Μεγάλη Βρετανία και τις χώρες της Κοινοπολιτείας. Σταδιακά αρχίζουν να καταφθάνουν δεκάδες μηνύματα συμπαράστασης, με πρώτο αυτό του βασιλιά της Αγγλίας Γεώργιου ΣΤ’, που τονίζει: «Η υπόθεσίς σας είναι και ιδική μας υπόθεσις». Στο ίδιο μήκος κύματος και το τηλεγράφημα του Τσόρτσιλ.
Το πρωί της 28ης Οκτωβρίου οι σημαίες των Ελλήνων βγήκαν από τα σεντούκια, και οι μηχανές γάζωναν γρήγορα ό,τι λευκό και γαλάζιο πανί βρέθηκε πρόχειρο. Μέχρι το μεσημέρι σε κάθε σπίτι, σε κάθε σχολείο, σε κάθε καφενείο κυμάτιζε μια ελληνική σημαία, ενώ πολλές άλλες βρέθηκαν στα χέρια νεαρών γεμάτων ενθουσιασμό, που διαδήλωναν στους δρόμους. Πρώτος Έλληνας νεκρός ήταν ο στρατιώτης Βασίλειος Τσαβαλιάρης από τα Τρίκαλα, σε υπηρεσία στο 21ο Φυλάκιο που πληγώθηκε θανάσιμα από τα ιταλικά πυρά. Το γεγονός αυτό όμως δεν έκαμψε το ηθικό των Ελλήνων, αλλά αντίθετα, τους όπλισε με ακόμη περισσότερο πείσμα και αφοσίωση για αγώνα.
Όλοι ήθελαν να στρατευθούν, να πολεμήσουν. Τα τρένα για τον πόλεμο ήταν υπερπλήρη! Οι πρώτες μάχες στα σύνορα έδωσαν και το πρώτο μήνυμα στον στρατό του δικτάτορα Μουσολίνι: «Δεν θα περάσετε»! Στις μάχες που ακολούθησαν οι Ιταλοί κατάλαβαν αμέσως ότι ο πόλεμος αυτός δεν είναι ένας απλός περίπατος, όπως υπολόγιζαν. Απέναντί τους, είχαν μεν έναν ελλιπώς εξοπλισμένο σε όπλα στρατό, αλλά πλήρως εξοπλισμένο με ιδανικά και αποφασιστικότητα να νικήσει. Έτσι, έριχναν στις μάχες συνεχώς νέες δυνάμεις. Έκαναν αλλεπάλληλες επιθέσεις με την παρουσία του ίδιου του Μουσολίνι. Δεν κατάφεραν να περάσουν ποτέ. Ό,τι κέρδιζαν τη μια μέρα το έχαναν την άλλη.
Προσθήκη σχολίου